Συνέχεια στην «επιθετική» ρητορική της και στους χειρισμούς της ως προς την πορεία εξομάλυνσης των πληθωριστικών πιέσεων, αναμένεται να δώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με τις τελευταίες αναφορές του επικεφαλής οικονομολόγου της νομισματικής αρχής αλλά και άλλων αξιωματούχων της.
Όπως σημείωσε σε συνέντευξή του, ο (επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ) Phillip Lane, οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό παρέμειναν ανοδικοί, με τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής να ενδέχεται να είναι πιο αργή (ή «ομαλότερη») κατά τη διάρκεια αυτού του κύκλου, σηματοδοτώντας ένα μεγαλύτερο άνοιγμα προς μια περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάιο και μια υψηλότερη γραμμή στα επιτόκια από ό,τι ανέμενε μέχρι πρότινος ο Sven Jari Stehn, επικεφαλής οικονομολόγος της Goldman Sachs για την Ευρωζώνη.
Ο ίδιος καθόρισε τρία βάσικα κριτήρια που θα επέφεραν και θα απαιτούσαν ένα υψηλότερο τελικό επιτόκιο, όπως είναι (i) η έλλειψη βελτίωσης των εκτιμήσεων για τον πληθωρισμό, (ii) μια ανεπαρκής πρόοδος στο κομμάτι του υποκείμενου πληθωρισμού και (iii) έναν πιο αργό μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Τόνισε επίσης τη σημασία της διατήρησης των επιτοκίων στο μέγιστο δυνατό επίπεδο για ένα μεγαλύτερο και πιο παρατεταμένο χρονικό διάστημα, ώστε να υπάρξει μια σίγουρη και επαρκή υποχώρηση των πληθωριστικών πιέσεων.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde επανέλαβε τη δέσμευση του Διοικητικού Συμβουλίου για εξάρτηση του (στις αποφάσεις του) από τα οικονομικά δεδομένα πέρα από το Μάρτιο, ενώ ο Γάλλος τραπεζίτης Villeroy de Galhau δήλωσε σε συνέντευξή του ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δεν θα «αναγκαστεί να αυξάνει τα επιτόκια σε κάθε συνεδρίαση από τώρα έως τον Σεπτέμβριο». Αν και επανέλαβε επίσης το σχόλιό του ότι η τιμολόγηση από τις αγορές για την τελική γραμμή στα επιτόκια ήταν «αρκετά ασταθής» κατά τις τελευταίες εβδομάδες, αυτά τα σχόλια υποδηλώνουν ένα άνοιγμα για μια περαιτέρω αύξηση το καλοκαίρι. Από τη μεριά του, ο Κροάτης κεντρικός τραπεζίτης Vujcic υποστήριξε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να «επιμείνει» όσο ο δομικός πληθωρισμός έχει μια τροχιά σημαντικά υψηλότερη τόσο από το επιτόκιο πολιτικής της ΕΚΤ όσο και από το στόχο για τον πληθωρισμό.
Παράλληλα, η πορεία του πληθωρισμού τόσο στην Ισπανία όσο και στη Γαλλία εξέπληξε ιδιαίτερα με την ανοδική της δυναμική τον Φεβρουάριο, ωθώντας τη Goldman Sachs να αναθεωρήσει την εκτίμησή της για τον δομικό πληθωρισμό της Ευρωζώνης κατά 11 μονάδες βάσης στο 5,3% σε ετήσια βάση. Τα δεδομένα έδειξαν επίσης μια επιτάχυνση της αύξησης του τραπεζικού δανεισμού τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά τον Ιανουάριο. Ωστόσο, η ασθενέστερη μετάδοση των υψηλότερων επιτοκίων στις συνθήκες τραπεζικού δανεισμού φανερώνει ένα υψηλότερο επιτόκιο αιχμής ώστε να μειωθεί η ζήτηση και να επιβραδύνει επαρκώς ο πληθωρισμός.
Δεδομένων των πιο σταθερών δεδομένων και των πρόσφατων σχολίων, ο Stehn αναμένει πλέον μια τέταρτη αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης τον Μάιο (έναντι εκτίμησης για 25 μονάδες βάσης προηγουμένως) αυξάνοντας την τελική γραμμή στα επιτόκια στο 3,75% μέχρι τον Ιούνιο (έναντι 3,5% προηγουμένως). Βέβαια, αν και υπάρχουν περιθώρια για μια υποχώρηση του ρυθμού αύξησης στις 25 μονάδες βάσης τον Μάιο, δεν αποτελεί πλέον βασικό σενάριο της Goldman Sachs, υπό το φως των επίμονων και σταθερών διαδοχικών μετρήσεων για τον δομικό πληθωρισμό. Από την άλλη, ο Stehn συνεχίζει να εκτιμά ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θα διατηρήσει τα υψηλά επιτόκια μέχρι και το τέταρτο τρίμηνο του 2024.