Ο κρίσιμος Σεπτέμβριος για το Χρηματιστήριο και οι ευκαιρίες των διορθωτικών κινήσεων

Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Ο κρίσιμος Σεπτέμβριος για το Χρηματιστήριο και οι ευκαιρίες των διορθωτικών κινήσεων
Χρηματιστήριο
Με το «αριστερό» έκανε ποδαρικό για το μήνα Σεπτέμβριο το Χρηματιστήριο, καθώς το αρχικό έναυσμα που δόθηκε σε επιμέρους διορθωτικές κινήσεις προκάλεσε μια ευρύτερη αίσθηση νευρικότητας, συμπαρασύροντας ακόμη περισσότερα χαρτοφυλάκια προς την επιλογή του profit taking.

Με το «αριστερό» έκανε ποδαρικό για το μήνα Σεπτέμβριο το Χρηματιστήριο, καθώς το αρχικό έναυσμα που δόθηκε για επιμέρους διορθωτικές κινήσεις και αναδιάταξη θέσεων (εν μέσω και της αναδιάρθρωσης των δεικτών του MSCI) ενέτεινε το το αίσθημα νευρικότητας, συμπαρασύροντας ακόμη περισσότερα χαρτοφυλάκια προς την επιλογή του profit taking.

Κάπως έτσι, η αγορά απώλεσε τα επίπεδα που ανέκτησε στην αρχή της εβδομάδας, χαμηλώντας εκ νέου προς τις 1.300 μονάδες και πλέον καλείται να βρει δυνάμεις ώστε να «σπάσει» την επίπεδη κίνηση - συσσώρευση που διατηρείται από τις αρχές Αυγούστου και να επιστρέψει προς τις 1.326,56 μονάδες (τοπική κορυφή), η ανάκτηση των οποίων μπορεί να οδηγήσει στα υψηλά των 1.351,68 μονάδων, με απώτερο στόχο τις 1.379,42 μονάδες.

Αξίζει να αναφέρουμε, πως το παραπάνω τελευταίο επίπεδο (1.379,42 μονάδες) αποτελεί την κορυφή που δημιούργησε τον χαμηλότερο πυθμένα των τελευταίων ετών (420,82 μονάδες), άρα μας δίνει την πληροφορία ότι αποτελεί μια πολύ ισχυρή αντίσταση. Στη περίπτωση υπέρβασης των 1.379,45 μονάδων, θα έχουμε ενεργοποίηση του σχηματισμού και σύμφωνα με τη θεωρία του διπλού πυθμένα, η τιμή θα προσεγγίσει το 200% του Fibonacci, μέσω δύο πιθανών σεναρίων.

Το πρώτο, αφορά την ανοδική διάσπαση των 1.379,45 μονάδων, με τον Γενικό Δείκτη να συνεχίζει σε υψηλότερα επίπεδα, πραγματοποιώντας ένα ισχυρό «ράλι» μέχρι να προσεγγίσει το 200%. Το δεύτερο πιθανό σενάριο έγκειται, στο να διασπαστεί το επίπεδο των 1.379,45 μονάδων και εν συνέχεια να «συναντήσει» ο Γενικός Δείκτης τον ΚΜΟ 200 στις 1.421 μονάδες, όπου θα λειτουργήσει ως μια ιδιαίτερα ισχυρή αντίσταση, με αποτέλεσμα τη διόρθωση από το 23,6% μέχρι το 38,2% και με την ολοκλήρωση αυτής, να συνεχίσει εκ νέου ανοδικά για το 200%.

Όπως σχολιάζει στο insider.gr, ο Πέτρος Στεριώτης, Διευθύνων Σύμβουλος κυπριακής ΕΠΕΥ, «οι συναλλαγές-ρεκόρ της 31ης Αυγούστου λόγω rebalancing, «μπέρδεψαν» τους δείκτες τεχνικής ανάλυσης όγκου και δεν θα πρέπει να ληφθούν εφεξής ως μέτρο αξιολόγησης του επενδυτικού ενδιαφέροντος. Ο τραπεζικός δείκτης, που είναι από τους «πρωταγωνιστές» της φετινής σούπερ χρονιάς του Χρηματιστηρίου Αθηνών, έχει ανάψει «πορτοκαλί φανάρι», καθώς ολοκλήρωσε την εβδομάδα χαμηλότερα από τον μέσο όρο των 50 ημερών. Πλέον, η ζημιά θα αρχίσει να παίρνει διαστάσεις σε περίπτωση αδυναμίας των 1.000 μονάδων να αναχαιτίσουν τη διόρθωση».

Φυσικά, από την παραπάνω πιθανή κίνηση δεν απέχουμε και πολύ και σε μεγάλο βαθμό ο Σεπτέμβριος μπορεί να κρίνει πολλά. Αφετηρία αποτελεί η ετυμηγορία της DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου (BB (high) - σταθερό outlook), με τη Moody's να ακολουθεί στις 15 Σεπτεμβρίου («Ba3» - θετικό outlook) και τη Standard & Poor's στις 20 Οκτωβρίου («BB+» - θετικό outlook). Τόσο η DBRS (πιθανότατα θα προβεί σε αναβάθμιση του outlook) όσο και η Moody's έχουν στείλει «σήματα» αναβάθμισης, ενώ οι πιο καθοριστικές αξιολογήσεις είναι αναμφισβήτητα αυτές των Standard & Poor's και αρκετά αργότερα της Fitch την 1η Δεκεμβρίου («BB+» - σταθερό outlook). Σε επίπεδο αγορών - διαχειριστών, στον κλάδο των οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κυριαρχούν οι τρεις μεγάλοι οίκοι - Moody's, Standard & Poor's και Fitch - οι οποίοι ελέγχουν το 95%, με τη Moody's και τη Standard & Poor's να καλύπτουν το 80% της διεθνούς αγοράς και τη Fitch το 15%.

Όπως τόνισε η Moody's η διοχέτευση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης απελευθερώνει επενδύσεις οι οποίες, μαζί με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, ενισχύουν την αναπτυξιακή δυναμική. Τα κεφάλαια στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) είναι σημαντικά, μεταξύ 5% του ΑΕΠ για την Κύπρο και 17% για την Ελλάδα. Παράλληλα, η διατήρηση της επενδυτικής δυναμικής, συμπεριλαμβανομένης της ελκυστικότητας για τις αμεσες ξένες επενδύσεις, και οι μεταρρυθμίσεις που περιστρέφονται γύρω από το RRF θα αποτελέσουν το «κλειδί» για τη διατήρηση της σημαντικής βελτίωσης της αναπτυξιακής δυναμικής που επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια. Ο οίκος αξιολόγησης προβλέπει μέσα ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα για την περίοδο 2023 - 2026 περίπου 1,7% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, ενώ αναμένει ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους θα μειωθεί κατά 52 ποσοστιαίες μονάδες στο 154% του ΑΕΠ έως το 2024, από 206% το 2020.

Την ίδια στιγμή, οι εξελίξεις γύρω από την αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις τράπεζες, τρέχουν, με τη Eurobank να ανεβάζει ρυθμούς ως προς την επαναγορά των 52.080.673 μετοχών της (1,4%) που κατέχει το ΤΧΣ (αποτελεί το βασικό σενάριο - και της πιθανής μετέπειτα ακύρωσής του) σε ένα εύρος τιμήματος μεταξύ 1,10 - 1,90 ευρώ, στο οποίο θα περιλαμβάνεται και το premium που θα προσφερθεί στο Ταμείο. Οι χειρισμοί αρχικώς από τη Eurobank και μετέπειτα από τις υπόλοιπες συστημικές θα προσφέρουν την απαιτούμενη ώθηση στον κλάδο να αναρριχηθεί σε υψηλότερα επίπεδα, συγκεντρώνοντας ένα υψηλό ενδιαφέρον από ισχυρά funds με ένα πιο μακροπρόθεσμο προσανατολισμό τοποθετήσεων. Παράλληλα, οι διοικήσεις των τραπεζών αναμένεται να ταξιδέψουν την επόμενη εβδομάδα στο συνέδριο της Citi στη Νέα Υόρκη, αλλά και στο Λονδίνο στα μέσα Σεπτεμβρίου για το συνέδριο της Bank of America, στην προσπάθεια ενίσχυσης της εξωστρέφειας και της προσέλκυσης σημαντικών ξένων θέσεων.

Επιστρέφοντας στην εικόνα της εγχώριας αγοράς, μόνο τον τελευταίο χρόνο το ΧΑ έχει καταγράψει μια απόδοση της τάξεως του 39,76% και παρόλα αυτά εξακολουθεί να διαπραγματεύεται με μόλις 7,5 φορές τα κέρδη της και με μερισματική απόδοση σχεδόν στο 4%. Έτσι, με την επενδυτική βαθμίδα να αποτελεί το απόλυτο «game changer» της αγοράς, η Morgan Stanley επισημαίνει πως οι αγορές μετοχών τείνουν να αρχίζουν να καταγράφουν ένα «ράλι» σε σχετική βάση περίπου οκτώ μήνες πριν από την πρώτη αναβάθμιση του αξιόχρεου σε επενδυτική βαθμίδα. Για παράδειγμα, σε αυτές τις περιπτώσεις, το «ράλι» στις μετοχές έφτανε κατά μέσο όρο στο 22% σε σύγκριση με τον MSCI EM και 38% σε απόλυτους όρους δολαρίου - USD.

Φυσικά, το σημείο εκκίνησης των αποτιμήσεων έχει μεγάλη σημασία, καθώς οι αγορές μετοχών που διαπραγματεύονταν σε φθηνότερα επίπεδα (με δείκτη P/E για τους επόμενους δώδεκα μήνες χαμηλότερα από το 10x - η Ελλάδα βρίσκεται στο 9,1x) στην αρχή του «ράλι», πριν από την αναβάθμιση, κατέγραψαν υψηλότερες απόλυτες (μέχρι και 87%) και σχετικές επιδόσεις (μέχρι 35%) σε σύγκριση με τις άλλες περιπτώσεις. Επιπλέον, εάν το κόστος κεφαλαίου των ελληνικών μετοχών (CoE) υποχωρήσει στα προ κρίσης επίπεδα (προ του 2007 - με όλα τα άλλα ίσα), αυτό θα σήμαινε περαιτέρω άνοδο της τάξεως του 42% στις ελληνικές μετοχές, σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο.

Η αγορά διαπραγματεύεται κοντά σε ιστορικά υψηλά discounts έναντι των ευρωπαϊκών, που φτάνουν στο 35% στη βάση του δείκτη P/E (NTM - για τους επόμενους δώδεκα μήνες) στο 41% στη βάση του δείκτη P/BV και με premium 28% στη μερισματική απόδοση, που είναι κατά 0,5 και 1 (τυπική απόκλιση - S.D) χαμηλότερα - υψηλότερα από το μακροπρόθεσμο μέσο όρο, αντίστοιχα. Το discount της εγχώριας αγοράς έναντι των αναδυόμενων αγορών (ΕΜ) παραμένει υψηλό και πιο συγκεκριμένα, στο 32% στη βάση του NTM P/E και στο 27% ως προς τον δείκτη τιμής προς λογιστική αξία. Σε σχέση με την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη CEE), η εγχώρια αγορά ευθυγραμμίζονται γενικότερα με ένα ήπιο premium, παρά τους σχετικά χαμηλότερους ρυθμιστικούς κινδύνους στην Ελλάδα.

Με βάση τη δομής της αγοράς (σε top down ανάλυση), η AXIA έχει εκτιμήσει ότι τα υπό διαχείριση κεφάλαια για τις ελληνικές μετοχές θα αυξηθούν κατά 2,3 φορές. Ωστόσο, δεδομένου ότι η πλειοψηφία των επενδυτικών κεφαλαίων (62% του συνόλου) εξακολουθεί να μην είναι «index funds» (δεν ακολουθούν - ευθυγραμμίζονται με τους δείκτες), αυτό συνεπάγεται ότι η πλειονότητα των funds (με συγκεκριμένες εντολές) θα μπορεί να επενδύσει στην Ελλάδα μετά την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα, ανεξαρτήτως από την αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών. Επίσης, τα «passive funds» που συνδέονται με το καθεστώς των ανεπτυγμένων αγορών αποτελούν μόλις το 14% των επενδυμένων περιουσιακών στοιχείων της ΕΕ, κάτι που συνεπάγεται ότι είναι λιγότερο σημαντικά για τη συνολική και μεγάλη εικόνα της αγοράς. Ως εκ τούτου, η αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, θα φέρει την πλειονότητα των σταδιακών εισροών, υπονοώντας πως το μεγαλύτερο μέρος της ανόδου θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε βραχυπρόθεσμη βάση.

Επιπλέον, καθώς η πλειονότητα των «active» funds θα είναι επιλέξιμα για τοποθετήσεις σε ελληνικές μετοχές, οι μελλοντικές ροές θα βασίζονται στα ισχυρά θεμελιώδη στο μακροοικονομικό και το μικροοικονομικό μέτωπο. Αυτό θα επιτρέψει στο Χρηματιστήριο να συγκλίνει προς τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, σχετικά με τη συνολική κεφαλαιοποίηση ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ, με την AXIA να εκτιμά ότι η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 15% έως το 2024, οδηγώντας σε αύξηση της χρηματιστηριακής αξίας της εγχώριας αγοράς κατά 45% παρά τις ενέργειες των κεφαλαιαγορών που συνήθως ανθίζουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Να σημειωθεί πως η κεφαλαιοποίηση της αγοράς ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει αυξηθεί στο 40% περίπου, αν και αυτό παραμένει σημαντικά χαμηλότερο από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά επίπεδα.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider