Προβληματισμένη εμφανίζεται η ομάδα ανάλυσης στρατηγικής και κατανομής χαρτοφυλακίων της Goldman Sachs, ως προς την πορεία των αποδόσεων των ομολόγων, τη διόρθωση που λαμβάνει χώρα στις αγορές μετοχών με την περαιτέρω επιβάρυνση της διάθεσης των επενδυτών για ανάληψη ρίσκου.
Τους τελευταίους τρεις μήνες, η καμπύλη ομολόγων 2s10s των ΗΠΑ συνέχισε να ανεβαίνει με έναν από τους ταχύτερους ρυθμούς της τελευταίας δεκαετίας, οδηγώντας την απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς σε υψηλό 16 ετών στο 4,7%. Το απότομο «bear steepening» διευρύνθηκε μεταξύ των περιοχών (Ευρωζώνη - Ασία) και οφείλεται κυρίως στην ανατιμολόγηση που κάνουν οι αγορές γύρω από τα υψηλότερα επίπεδα των πραγματικών αποδόσεων στο πιο μακρινό άκρο της καμπύλης και φυσικά για ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, καθώς ο κίνδυνος μιας ύφεσης άρχισε να υποχωρεί με τις αγορές να επανεκτιμούν τα δίκαια επίπεδα των μακροπρόθεσμων αποδόσεων.
Σύμφωνα με τη Goldman Sachs, μετά από μια απότομη ανατιμολόγηση προς το καθεστώς του «higher for longer» στις ΗΠΑ, οι αγορές πιθανολογούν περίπου στο 20% ότι η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς θα ξεπεράσει το 5% μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους. Ιστορικά, μετά από μια τόσο απότομη κίνηση, οι αποδόσεις στις ΗΠΑ αντιστράφηκαν εν μέρει, τους επόμενους μήνες, με τους αναλυτές του οίκου να αναμένουν πλέον πως η απόδοση του δεκαετούς θα φτάσει στο 4,3% στα τέλη του 2023, προοτού ενισχυθεί στο 4,6% το πρώτο τρίμηνο του 2024 και υποχωρήσει εκ νέου μέχρι τα τέλη του 2024. Να σημειωθεί πως η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς βρίσκεται πλέον κοντά στο 4,85%.
Παράλληλα, η εξασθένιση της τιμολόγησης μιας ύφεσης από τις αγορές ομολόγων δεν αποτέλεσε έναν θετικό «καταλύτη» για τις μετοχές - ο S&P 500 συσχετίστηκε θετικά με την πιθανότητα ύφεσης που υπονοούνταν από τις αγορές το καλοκαίρι. Ιστορικώς, τα «bear steepening» επεισόδια λειτουργούσαν ως επί το πλείστον ως «risk - on» κινήσεις λόγω της ανάκαμψης της αναπτυξιακής δυναμικής, αλλά αυτή τη φορά μπορεί να είναι λιγότερο υποστηρικτικό για τα πιο ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία, στη βάση της «επιθετικής» ρητορικής της Fed και της μεγαλύτερης προσφοράς τίτλων που προκύπτει.
Τα ήδη χαμηλά risk premium ενδέχεται να περιορίσουν περαιτέρω την ικανότητα των μετοχών να αφομοιώσουν τυχόν περαιτέρω αυξήσεις στα επιτόκια, με το beta του S&P 500 ως προς την πραγματική απόδοση του δεκαετούς είναι πλέον κοντά σε χαμηλά είκοσι ετών (εξαιρουμένου του 2020. Επιπλέον, η αισιοδοξία που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη που ενίσχυσε σημαντικά τα mega - caps νωρίτερα φέτος, μετριάστηκε και πρόσφατα αυτές οι μετοχές υποαπέδωσαν έναντι της υπόλοιπης αγοράς αγορά παρά τις ανοδικές αναθεωρήσεις του consensus. Από την άλλη πλευρά, τα πιστωτικά περιθώρια ήταν ιδιαίτερα ανθεκτικά, παρά την άνοδο των πραγματικών αποδόσεων, κάτι που δεν είναι ασυνήθιστο, όταν τα 10y breakevens δεν κινούνται σε παράλληλη χαμηλότερη κίνηση με την αύξηση των επιτοκίων. Ως αποτέλεσμα, οι μετοχές έχουν γίνει πιο ευαίσθητες στα πραγματικά επιτόκια από τα «high yields» των αμερικανικών εταιρικών ομολόγων και ενδέχεται να ωφεληθούν περισσότερο από την κορύφωση των επιτοκίων των ΗΠΑ.
Η Goldman Sachs διατηρεί μια σχετικά «ουδέτερη» κατανομή βαδίζοντας προς τα τέλη του έτους («overweight» για cash, «ουδέτερη» θέση για μετοχές, εταιρικά - κρατικά ομόλογα και εμπορεύματα) και παραμένει «ουδέτερη» για τα ομόλογα σε διάστημα τριών μέχρι και δώδεκα μήνων - «βρισκόμενοι πλησίον της κορύφωσης των επιτοκίων η συσχέτιση μετοχών - ομολόγων αναμένεται να υποχωρήσει τους επόμενους μήνες καθώς συνεχίζεται η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και οι αποδόσεις στο πιο μακρινό άκρο της καμπύλης βρίσκουν μια νέα θέση ισορροπίας. Ενώ οι οικονομολόγοι μας πιστεύουν ότι η Fed θα διατηρήσει σταθερά τα επιτόκια τον Νοέμβριο, το «dot plot» δείχνει μια ακόμη αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης που αυξάνει τον κίνδυνο απορρόφησης των κραδασμών από τις μετοχές», όπως αναφέρει η ομάδα της Goldman Sachs.