Σε θέση «bullish» φαίνεται να γυρνάει η Deutsche Bank αναφορικά με τις προοπτικές των ευρωπαϊκών μετοχών, απαρρριθμώντας μια σειρά από παράγοντες που την κάνουν πλέον πιο αισιόδοξη.
Όπως αναφέρει ο Maximilian Uleer, επικεφαλής στρατηγικής για τις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών του γερμανικού οίκου, «Στην προηγούμενη ενότητα με τον τίτλο «The Hedge» προτείναμε τη μείωση της έκθεσης σε μετοχές, εστιάζοντας εκείνη την περίοδο σε τέσσερις βραχυπρόθεσμους κινδύνους που αποτελούν μακροπρόθεσμες ευκαιρίες. Κατά την άποψή μας, οι κίνδυνοι αυτοί αντανακλώνται πλέον πλήρως στα επίπεδα αποτιμησεών της αγοράς και πρόκειται να μετατραπούν σε ευκαιρίες».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η αγορά από υπερβολικά αισιόδοξη εξελίχθηκε υπερβολικά ανήσυχη. Το καλοκαίρι η Deutsche Bank ανέμενε ότι ένα πλέγμα βραχυπρόθεσμων κινδύνων (ασθενέστερη αναπτυξιακή δυναμική, απογοητευτικά επίπεδα κερδοφορίας και αποτελεσμάτων και η εξίσου απογοητευτική γραμμή επικοινωνίας από τις κεντρικές τράπεζες στο τρίτο τρίμηνο) θα μπορούσε να απογοητεύσει τους επενδυτές στο τρίτο τρίμηνο και υπό αυτό το πρίσμα πρότεινε την αντιστάθμιση της έκθεσης σε μετοχές, ιδανικά μέσω των put options. Η προτεινόμενη θέση αντιστάθμισης λήγει την επόμενη εβδομάδα και ο γερμανικός οίκος κλείνει το hedge και γυρνά πλέον σε «overweight» για τις μετοχές.
Παράλληλα, μετά από μια πτώση για πέντε διαδοχικούς μήνες, οι σύνθετοι δείκτες PMI στην Ευρωζώνη σταθεροποίηθηκαν πρόσφατα και οι αναλυτές εκτιμούν πως θα αποτραπεί μια ύφεση στην Ευρωζώνη το τρέχον αλλά και κατά το επόμενο έτος, κάτι που υποδεικνύει μια περαιτέρω ανοδική τάση για τους δείκτες PMI.
Επιπλέον, η βελτίωση των προοπτικών γύρω από το «soft landing» οδήγησε τους οικονομολόγους του οίκου να αναθεωρήσουν τις εκτιμήσεις τους, εξακολουθώντας να αναμένουν μια ήπια ύφεση στις ΗΠΑ, κάτι που απλώς έχει μετατεθεί προς το πρώτο τρίμηνο του 2024 (έναντι προηγούμενης εκτίμησης για τα τέλη του 2023) και θα διαρκέσει μόνο για δύο τρίμηνα (έναντι τριών προηγουμένως). Ο λόγος αυτή της της αναθεώρησης είναι η υψηλή ανθεκτικότητα που της αμερικανικής οικονομίας και ιδίως σε ότι έχει να κάνει με την αγορά εργασίας και τις καταναλωτικές δαπάνες.
Επίσης, ο πληθωρισμός συνεχίζει να αποκλιμακώνεται και να παρουσιάζει μια πτωτική τάση, ειδικά από την πλευρά των αγαθών, και αναμένεται να φτάσει προς το στόχο του 2% στο πρώτο τρίμηνο του 2025, όπως αναφέρει η Deutsche Bank. Για τους λόγους αυτούς, οι οικονομολόγοι του οίκου αναθεώρησαν τις προβλέψεις τους προς τα πάνω και αναμένουν μια ανάπτυξη της τάξεως του 2,3 % το 2023 (έναντι 2,1% προηγουμένως) και κατά 0,6% το 2024 (έναντι 0,1% πριν). Επίσης, οι εκτιμήσεις του consensus έχουν επανειλημμένα αναθεωρηθεί προς τα πάνω τόσο για φέτος (από 0% σε 2%) όσο και πρόσφατα, για το 2024.
Ως προς την πορεία της Κίνας, οι αναλυτές αναφέρουν πως αν και η ανάκαμψή της εξακολουθεί να είναι αδύναμη, ορισμένες από τις πιο πρόσφατες ανακοινώσεις μεγεθών έχουν γίνει πιο θετικές. Τόσο οι PMI της μεταποίησης όσο και των υπηρεσιών βρίσκονται πλέον σε επίπεδα επέκτασης, με τον PMI μεταποίησης να διαπραγματεύεται ξανά υψηλότερα από τις 50 μονάδες από πέντε μήνες συρρίκνωσης. Οι οικονομολόγοι του οίκου είναι αισιόδοξοι και αναμένουν ότι το ΑΕΠ της Κίνας θα ενισχυθεί κατά 5,1% το 2023 και κατά 4,7% το 2024 (έναντι 5% και 4,5% αντίστοιχα που αναμένει το consensus των αναλυτών). Το ήδη και ίσως υπερβολικά αρνητικό κλίμα αντικατοπτρίζεται και στις κινεζικές μετοχές. Είναι μια από τις λίγες αγορές που σημείωσαν αρνητικές αποδόσεις για τρία διαδοχικά χρόνια και έχουν υποχωρήσει πάνω από 50% από τα υψηλά τους. Οι μετοχές της συγκεκριμένης ζώνης δεν ανέκαμψαν από το sell - off του περασμένου έτους αντανακλώντας την αρκετά αδύναμη και εύθραυστη επενδυτική ψυχολογία.
Ο οίκος διατηρούσε μια αρκετά προσεκτική θέση ως προς τα επίπεδα κερδοφορίας των εταιρειών και εξακολουθεί να αναμένει ελαφρώς χαμηλότερα κέρδη για φέτος έναντι του consensus (πτώση 3% έναντι 0% για το consensus). Ωστόσο, οι προσδοκίες του consensus έχουν γίνει χαμηλώσει και πλέον βρίσκονται σε μια πιο ρεαλιστική βάση. «Αναμένουμε ότι τα ευρωπαϊκά κέρδη για το τρίτο τρίμηνο θα ευθυγραμμίζονται σε μεγάλο βαθμό με τη consensus για πτώση 17% σε ετήσια βάση» αναφέρει ο γερμανικός οίκος, που δηλώνει πιο αισιόδοξος για το 2024 αναμένοντας πλέον περαιτέρω ανοδικά περιθώρια για τα κέρδη του 2024 (άνοδος 5%) έναντι του consensus (άνοδος 3%).
«Αναμένουμε ότι η Fed θα μειώσει κατά 175 μονάδες βάσης τα επιτόκια το επόμενο έτος έναντι του consensus που εκτιμά πως θα μειωθούν κατά 75 μονάδες βάσης». Οι πιο απότομες μείωσεις, θα υποστήριζαν τις αγορές μετοχών» σύμφωνα με τους αναλυτές. Στην Ευρώπη, οι επενδυτές συνεχίζουν να αναμένουν ότι το μέγιστο επίπεδο στα επιτόκια θα επιτευχθεί τον Δεκέμβριο του 2023. Ωστόσο, το εκτιμώμενο ανώτατο επίπεδο επιτοκίων είναι πλέον στο 3,9% από 3,7% τον Ιούνιο.
Η ομάδα στρατηγικής της Deutsche Bank για τις ευρωπαϊκές μετοχές, αναμένει πλέον θετικές εκπλήξεις από τις κεντρικές τράπεζες για το επόμενο έτος. Η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς καθώς και του Bund φαίνονται κάπως πιεσμένες μετά την πρόσφατη ανοδική κίνηση. Κατά μέσο όρο, η απόδοση του Bund υποχώρησε κατά 111 μονάδες βάσης δώδεκα μήνες μετά την τελευταία αύξηση των επιτοκίων σε 9 από τις 10 περιπτώσεις και οι χαμηλότερες αποδόσεις θα προσφέρουν άνοδο για τα P/Es το 2024 στις μετοχές (Marshmallow Effect).
Παράλληλα, οι αναλυτές εκτιμούν πως τα επιτόκια έχουν φθάσει στο ανώτατο σημείο τους και οι αποτιμήσεις των μετοχών θα ενισχυθούν σύμφωνα με τις φθίνουσες αποδόσεις των ομολόγων. «Προβλέπουμε ότι ο δείκτης forward P/E για τους επόμενους δώδεκα μήνες για τον Stoxx 600 θα φτάσει στο 13,5x μέχρι τα τέλη του 2024, χαμηλότερα από τον μέσο όρο της δεκαετίας (14,7x)», τονίζουν οι αναλυτές. Επιπλέον, ο πληθωρισμός συνεχίζει να κινείται χαμηλότερα και θα μπορούσε να αποκλιμακωθεί έως το τρίτο τρίμηνο του 2024. Ο χαμηλότερος πληθωρισμός θα μετριάσει την πίεση των υψηλότερων επιτοκίων στους δείκτες P/E.
Υπό αυτό το πρίσμα, η Deutsche Bank αναμένει πως ο Stoxx 600 θα φτάσει τις 470 μονάδες μέχρι τα τέλη του έτους και τις 510 μονάδες μέχρι τα τέλη του 2024. Για τον CAC 40 εκτιμά πως θα φτάσει τις 7.500 μονάδες και τις 8.230 αντίστοιχα, ενώ για τον DAX εκτιμά πως θα χτυπήσει τις 16.000 μονάδες μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους και τις 18.000 μονάδες το 2024. Ως προς τον S&P 500, ο γερμανικός οίκος θεωρεί πως θα φτάσει τις 4.500 μονάδες μέχρι τα τέλη του 2023.