Η ελληνική αγορά αυτοκινήτου συνεχίζει την ανοδική πορεία της και το πρώτο δεκάμηνο του έτους ταξινομήθηκαν στη χώρα μας 76.164 Ι.Χ., δηλαδή 11,7% περισσότερα σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Ωστόσο οι αλλαγές δεν είναι μόνον ποσοτικές, αλλά και ποιοτικές, αφού ο μέσος Έλληνας καταναλωτής επιλέγει διαφορετικού τύπου μοντέλα πλέον σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.
Οι δύο σημαντικότερες διαφοροποιήσεις αφορούν στις κατηγορίες των αυτοκινήτων και στον τύπο του καυσίμου. Έτσι βλέπουμε, ότι γνωρίζουν ολοένα μεγαλύτερη ζήτηση τα λεγόμενα supermini, ενώ συρρικνώνεται η μικρομεσαία – compact – κατηγορία, που ήταν μέχρι πριν λίγα χρόνια η δημοφιλέστερη στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του πρώτου δεκαμήνου του 2017, πάνω από ένας στους τρεις Ελληνες αγοραστές Ι.Χ. – για την ακρίβεια το 37% - επέλεξε τελικά ένα μοντέλο της συγκεκριμένης κατηγορίας με «μέλη», όπως το Toyota Yaris, το Opel Corsa, το VW Polo, το Peugeot 208, κλπ. Αντίθετα, το ίδιο διάστημα μειώθηκε το ποσοστό των compact μοντέλων, όπως π.χ. του Ford Focus, Hyundai i30 ή Renault Megane σχεδόν στο 20%.
Μία αιτία αυτής της μεταστροφής είναι σίγουρα η οικονομική κρίση, που οδηγεί τους Ελληνες σε προσιτότερες επιλογές. Ενας άλλο λόγος είναι όμως και η αύξηση των διαστάσεων των σύγχρονων supermini σε συνδυασμό με την τάση για ολιγομελείς οικογένειες. Ετσι, μπορούν να καλύψουν άνετα τα συγκεκριμένα μοντέλα τις ανάγκες μίας μέσης ελληνικής οικογένειας, ακόμη και όσον αφορά στους χώρους αποσκευών που έχουν γίνει αισθητά μεγαλύτεροι και πρακτικότεροι.
Εξαιρετικά σημαντική είναι και η μία δεύτερη αλλαγή, που παρατηρείται εφέτος στην αγορά αυτοκινήτου. Όπως φαίνεται, τα μοντέλα βενζίνης ανακάμπτουν πλέον θεαματικά μετά από μία περίοδο προτίμησης των ντίζελ, η οποία άγγιζε τα όρια της υστερίας. Τα 2 στα 3 καινούρια αυτοκίνητα που ταξινομήθηκαν το 2014 ήταν πετρελαιοκίνητα και το 2016 εξακολουθούσαν να αποτελούν την πλειοψηφία με 54% των ταξινομήσεων. Εφέτος όμως πέρασαν μπροστά τα βενζινοκίνητα Ι.Χ. με το 56% των ταξινομήσεων, ενώ τα μοντέλα πετρελαίου περιορίστηκαν στο 44% και η πτωτική πορεία τους συνεχίζεται.
Και εδώ υπάρχουν βεβαίως συγκεκριμένες αιτίες για αυτή την αλλαγή. Κατ’ αρχάς, τα πετρελαιοκίνητα μοντέλα κοστίζουν περίπου 12% έως 15% ακριβότερα από τα αντίστοιχα βενζίνης και λόγω των λίγων χιλιομέτρων, που διανύουμε πλέον κάθε χρόνο, είναι πολύ δύσκολο να γίνει απόσβεση του επιπρόσθετου κόστους αγοράς τους. Επίσης, πολλά από τα μικρά μοντέλα που κυριαρχούν στην ελληνική αγορά, εφοδιάζονται με βενζινοκινητήρες νέας γενιάς που προσφέρουν σπιρτάδα, αλλά και οικονομική κατανάλωση επιπέδου ντίζελ.
Άλλη μία σημαντική παράμετρος αφορά στις λιανικές πωλήσεις Ι.Χ. προς ιδιώτες. Από την έναρξη της κρίσης έως και το 2016 επιβίωνε η αγορά αυτοκινήτου στη χώρα μας κατά κύριο λόγο χάρη στις εταιρικές πωλήσεις, ιδιαίτερα στον κλάδο ενοικίασης Rent A Car (RAC). To 2017 παρατηρείται επιτέλους άνοδος της ζήτησης κατά 12,8% από τους ιδιώτες, που αποτυπώνει τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, αλλά και την ανάγκη ανανέωσης του στόλου των Ι.Χ.
Κλείνοντας, να ρισκάρουμε και δύο προβλέψεις για εφέτος και για του χρόνου. Όπως φαίνεται λοιπόν, το 2017 θα κλείσει με περίπου 88.000 ταξινομήσεις καινούριων Ι.Χ., ενώ για το 2018 οι πρώτες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για νούμερα γύρω στις 105.000 πωλήσεις. Βεβαίως απέχουν πολύ από τα εντυπωσιακά νούμερα της χρυσής δεκαετίας 2000 – 2009 με μέσες ετήσιες πωλήσεις περί τις 250.000, όμως η ελληνική αγορά αυτοκινήτου δείχνει ότι ξεπέρασε πλέον τα χειρότερα και ότι μπορεί να ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία. Εστω και συγκρατημένη!