«Όποιος λέει ότι δεν ξοδεύω είναι τρελός. Από το 2019 έως τον Ιούνιο του 2023, ξόδεψα περισσότερα από 400 εκατομμύρια δολάρια για τη Φιορεντίνα»….
Αυτή ήταν η απάντηση του Αμερικανού δισεκατομμυριούχου Ρόκο Κομίσο, από την επίσημη μάλιστα ιστοσελίδα της AC Fiorentina, στους επικριτές του που υποστηρίζουν πως δεν ξοδεύει αρκετά χρήματα για να ανεβάσει επίπεδο την ομάδα ώστε να μπορέσει να ανταγωνιστεί τις βαριές φανέλες της Ιταλίας όπως των Γιουβέντους, Μίλαν, Ίντερ και Ρόμα και να προκριθεί στη κορυφαία διοργάνωση του Champions League.
Ο ιδιοκτήτης και CEO της Mediacom, της πέμπτης μεγαλύτερης εταιρείας τηλεπικοινωνιών στην Αμερική που προσφέρει τις υπηρεσίες της σε 1,4 εκατομμύρια πελάτες σύμφωνα με την οικονομική έκθεση της εταιρείας του 2019, έχει net worth που πλησιάζει τα 8 δισ. δολάρια, ποσό που τον φέρνει στην θέση 114 του Forbes 400 με τους πλουσιότερους Αμερικανούς, ενώ παραμένει ο κάτοικος του Νιου Τζέρσει με το πιο γεμάτο πορτοφόλι. Είναι επίσης και πρόεδρος της Φιορεντίνα, ομάδας που θα αντιμετωπίσει ο Ολυμπιακός στον ιστορικό τελικό του Conference League, την οποία απέκτησε το 2019 έναντι περίπου 170 εκατομμυρίων δολαρίων. Μία αγορά που πάντως, όπως άφηνε να φανεί σε συνέντευξή του στους Financial Times, τον έχει γεμίσει έγνοιες, αφού όπως δηλώνει ο ίδιος είναι ένα «διαφορετικό ζώο», κάτι που ελπίζει πως οι ομοσπονδίες, οι φίλαθλοι, οι παίκτες, οι μάνατζερ, θα το σέβονται. «Και αν δεν το σέβονται, να πάνε να πνιγούν» δηλώνει χαρακτηριστικά.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Conference League: Όλα τα μέτρα της αστυνομίας για τον τελικό - Οι ρυθμίσεις σε Μετρό και Τραμ
Αυτό που ενοχλεί τον Κομίσο είναι η έλλειψη σεβασμού στις προσπάθειές του να βοηθήσει την ανάπτυξη της Φιορεντίνα, στο πλαίσιο της οποίας αυτοχρηματοδότησε την κατασκευή του Viola Park, της νέας προπονητικής εγκατάστασης του συλλόγου, δημιουργώντας ένα complex αξίας 87 εκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο διαθέτει δέκα γήπεδα προπόνησης και απασχολεί εκατοντάδες άτομα (ο Κομισό να έχει να το υπερηφανεύεται για τις καλές σχέσεις που διατηρεί με το προσωπικό). Άλλωστε πιστεύει πως ο μόνος τρόπος για να πλησιάσει τα μεγαθήρια της Ιταλίας είναι μέσω των εσόδων από τα εισιτήρια που μπορεί να του φέρουν τα περισσότερα από 43.000 καθίσματα του νέου γηπέδου. Θεωρεί πως στο λίγο διάστημα που τρέχει την ομάδα, το story «Φιορεντίνα» είναι μία επιτυχία, παρά την αντίθετη άποψη που έχουν πολλοί φίλαθλοι αλλά και συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι με τους οποίους διατηρεί κόντρα. «Οι λογαριασμοί της ομάδας είναι εντάξει, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να δαπανήσουμε ποσά που είναι εκτός των δυνατοτήτων μας. Εντωμεταξύ, συνεχίζω να βλέπω συλλόγους με χρέη», τονίζει ο Κομισό που δεν σταματάει να μασά τσίχλες νικοτίνης και να βγαίνει εκτός εαυτoύ όπως όταν έχασε πέρυσι τον δραματικό τελικό του Europa Conference League από την Γουέστ Χαμ, χαρακτηρίζοντας «ζώα» τους οπαδούς της αγγλικής ομάδας για τις ρίψεις των αντικειμένων προς τους παίκτες και τον τραυματισμό του Κριστιάνο Μπιράγκι.
Από τις τράπεζες στη Mediacom
Κάνει «μπαμ» το ιταλικό ταμπεραμέντο του Κομίσο. Είναι η αιτία που δεν τον άφησε να επενδύσει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού όπου έχτισε την περιουσία του, αλλά επέλεξε να το κάνει στην Ιταλία. Γιος ξυλουργού, γεννημένος στην Καλαβρία, ο Κομισό έμαθε από πρώτο χέρι τι σημαίνει Μπρονξ όταν μετακόμισε η οικογένειά του ενώ εκείνος ήταν 12 ετών. Το 1971 θα κερδίσει υποτροφία για το Πανεπιστήμιο Columbia για να σπουδάσει βιομηχανική μηχανική ενώ θα υπάρξει και αρχηγός στην ομάδα ποδόσφαιρο του Πανεπιστημίου. Columbia. Οι ικανότητές του και η ηγετική του παρουσία είχαν ως αποκορύφωμα να δεχθεί πρόσκληση για να δοκιμαστεί για την Εθνική Ομάδα των ΗΠΑ που θα έπαιρνε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες τους 1972. Μετά την αποφοίτησή του το 1971, θα βρει βρήκε δουλειά σε ένα εργοστάσιο της Pfizer στο Μπρούκλιν, μια δουλειά που κράτησε ακόμα και μετά την έναρξη ενός προγράμματος MBA στο Columbia Business School το 1974. Κάθε μέρα ξυπνά στις 7 π.μ., παρακολουθούσε το μάθημα και μετά πήγαινε στο εργοστάσιο. Τα μεσάνυχτα, όταν τελείωνε η βάρδιά του, περνούσε δύο ώρες στο μετρό για να επιστρέψει στο σπίτι του στο Μπρονξ.
Αφού θα ολοκληρώσει το 1975 το πρόγραμμα το MBA θα θελήσει να ασχοληθεί με τις τραπεζικές επενδύσεις. Αλλά δεν θα βρει καμία προσφορά, γιατί τότε ακόμα υπήρχαν διακρίσεις. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον τύπο που μου είπε, "Rocco, ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημά σου; Δεν είσαι ούτε Εβραίος ούτε Ιρλανδός. Οι Ιταλοί δεν έχουν φτάσει ακόμα στη Wall Street».
Ετσι θα αποφασίσει να ξεκινήσει από τα χαμηλά της τραπεζιτικής, αρχίζοντας από την Chase Manhattan Bank, τη σημερινή JP Morgan δηλαδή, ενώ πέρασε και από την Royal Bank of Canada. Το 1986 όμως θα αφήσει τις τράπεζες για να ακολουθήσει τον Alan Gerry, ιδρυτή της Cablevision, περνώντας δίπλα του μία δεκαεταία ως επικεφαλής οικονομικών της εταιρείας. Ο Gerry πούλησε την Cablevision στην Time Warner έναντι 3 δισ. δολαρίων, μία απόφαση που ο Commisso μίσησε και που τον οδήγησε το 1995 να πάρει τη μεγάλη απόφαση. Να ξεκινήσει την δική του εταιρεία, την Mediacom.
H τακτική που ακολούθησε ήταν απλή. Επικεντρώθηκε να αγοράζει assets καλωδιακής σε αγροτικές περιοχές, όπου οι τιμές ήταν χαμηλές και ο ανταγωνισμός περιορισμένος. Η ετήσια ανάπτυξη της εταιρείας ήταν εντυπωσιακή. Το 2017 τα ετήσια έσοδα της πλησίασαν τα 1,9 δισ. δολάρια και ένα χρόνο μετά ο Κομισό, έκανε το ντεμπούτο του στη λίστα δισεκατομμυριούχων του Forbes.
Τον Φεβρουάριο του 2000 ήρθε και η δημόσια προσφορά στον Nasdaq, με την εταιρεία να αποτιμάται στα 2,5 δισ. δολάρια. Όλα αυτά, λίγες εβδομάδες πριν από την κατάρρευση των εταιρειών dot-com. Με τις τράπεζες να μην τον δανείζουν πλέον ούτε δεκάρα, ο Κομισό αναγκάστηκε να τερματίσει την αδηφαγία του για εξαγορές, όπως εκείνη των assets της ΑΤ&Τ έναντι 2,2 δισ. δολαρίων. Στα πρώτα πέντε χρόνια της επιχείρησης, ο Κομίσο πραγματοποίησε περισσότερες από 20 εξαγορές, με αποτέλεσμα μέχρι τα τέλη του 2002 το χρέος της εταιρείας είχε εκτοξευθεί στα 3 δισ. δολάρια, οκταπλάσιο των λειτουργικών ταμειακών ροών.
Μέσω της έξυπνης διαχείρισης του ισολογισμού η Mediacom δεν έχασε ποτέ μια πληρωμή δανείου, επιτρέποντάς της να παραμείνει ζωντανή μέχρι το 2009, όταν τελικά άρχισε να παράγει αρκετά μετρητά για να αρχίσει να πληρώνει το κύριο χρέος. Με τη μετοχή να έχει πέσει κατά 80% μετά την δημόσια εγγραφή, ο Κομισό αποφάσισε να γίνει ο μοναδικός ιδιοκτήτης της εταιρείας. Κάτι που κατάφερε τον Μάρτιο του 2011, μετά από έντονες διαπραγματεύσεις και αγωγές από μετόχους, έναντι περίπου 600 εκατομμυρίων δολαρίων.
La Viola
Ο Κομισό τονίζει πως δεν είναι ένας «ανόητος Αμερικανός» που θα βάζει ατελείωτα χρήματα στη Φιορεντίνα. Το σχέδιό του είναι να επενδύσει αρκετά για να κάνει τη Φιορεντίνα, η οποία έχει κερδίσει μόλις δύο τίτλους ιταλικού πρωταθλήματος στην 95χρονη ιστορία της, «αυτοδύναμη», δημιουργώντας αρκετά έσοδα για να ξοδέψει σε καλύτερους παίκτες και να ανταγωνιστεί με τις καλύτερες ομάδες της Ιταλίας και της Ευρώπης. Σε όσους συνεχίζουν να του ασκούν κριτική πως δεν βάζει το χέρι στην τσέπη, απαντά με γλαφυρό ιταλικό τρόπο, όπως έκανε σε επεισοδιακή συνέντευξη Τύπο τον Μάιο του 2021, όπου προσφέρθηκε να πουλήσει τον σύλλογο σε οποιονδήποτε έβαζε μέσα σε δύο εβδομάδες, το 30-35% των συνολικά 365 εκατ. ευρώ που είχε επενδύσει σε δύο χρόνια, όπως έλεγε. «Η πρόθεσή μου είναι να πουλήσω τη Φιορεντίνα. Και αφού στη Φλωρεντία είστε όλοι πλούσιοι, σας πουλάω την ομάδα και επιστρέφω στις ΗΠΑ» έλεγε χαρακτηριστικά. Αλλά δεν βρέθηκε κανένας, για να πει αργότερα «όταν δεν έχεις λεφτά, το βουλώνεις».
Ο Κομισό πιστεύει πως η μακροπρόθεσμη στρατηγική θα εγγυηθεί την βιωσιμότητα του κλαμπ. «Τα έσοδα για το 2023 ήταν 146 εκατομμύρια δολάρια, συμπεριλαμβανομένων 25 εκατομμυρίων δολαρίων από τη Mediacom, το καλύτερο αποτέλεσμα στην ιστορία της Φιορεντίνα» αλλά σπεύδει να προειδοποιήσει όσους τον βλέπουν ως «zio d'America», δηλαδή ως τον «πλούσιο θείο» που έφυγε με ένα χαρτοκιβώτιο για να πάει στις ΗΠΑ και να επιστρέψει φορτωμένος με χρήματα, πως δεν πρόκειται να βγάλουν από αυτόν χρήματα. Ήταν αυτή η νοοτροπία του που τον οδήγησε να δείξει την πόρτα της εξόδου στον Τζενάρο Γκατούζο ήταν ήρθε να αναλάβει προπονητής και ζήτησε αμέσως ακριβές μεταγραφές, συγκεκριμένα παίκτες που εκπροσωπούσε ο ατζέντης του, Ζόρχε Μέντες, μια ισχυρή φιγούρα του ποδοσφαίρου και μέχρι το 202, ατζέντης του Κριστιάνο Ρονάλντο. «Δεν είναι αυτό το στυλ μου» είχε δηλώσει στους Financial Times o Κομίσο. «Δεν θα αφήσω κανέναν να με εκμεταλλευτεί» τόνισε.
Το αντίθετο, όταν βλέπει την επενδυτική ευκαιρία, την εκμεταλλεύεται. Η πιο ακριβή μεταγραφή της ομάδας με τις μωβ εμφανίσεις (εξού και το παρατσούκλι της ομάδας La Viola), τη φανέλα της οποίας έχουν τιμήσει θρυλικοί ποδοσφαιριστές όπως ο «Μικρός Βούδας», Ρομπέρτο Μπάτζιο και η μηχανή των γκολ, ο Αργεντίνος «Μπατιγκόλ», Γκαμπριέλ Μπατιστούτα, ήταν ο 23χρονος Σέρβος επιθετικός Ντούσαν Βλάχοβιτς τον Ιανουάριο του 2022 όταν μεταπήδησε στην Γιουβέντους, έναντι 80 εκατ. ευρώ.
Ο Κομισό, ιδιοκτήτης επίσης της ποδοσφαιρικής ομάδας Cosmos της Νέας Υόρκης, επισημαίνει πως είναι ένα σοκ για κάποιον που έρχεται να κάνει «business» από την οργανωμένη Αμερική στην Ιταλία, αφού η γραφειοκρατία καθυστερεί τα πάντα. Ωστόσο τονίζει πως δεν ασχολείται με το ποδόσφαιρο για τα χρήματα και γνωρίζει καλά πως από την εμπλοκή του με το ποδόσφαιρο θα «μπαίνει μέσα». Το κάνει όπως λέει μόνο και μόνο για να προσφέρει στην πόλη της Φλορεντίας και για το γεγονός πως όταν μετά από 100-200 χρόνια θα ρωτάνε ποιος έφτιαξε αυτό το στάδιο, θα λένε το όνομά του…