Αναμφίβολα η συγκρότηση της τρικομματικής κυβέρνησης του Καγκελαρίου Όλαφ Σολτς είναι ένα γεγονός που αφορά την Ευρωζώνη και όχι απλά την Γερμανία. Για την Ελλάδα τα κρίσιμα σημεία στην σύνθεση της νέας γερμανικής κυβέρνησης αφορούν σε δύο Υπουργεία, στο Οικονομίας και των Εξωτερικών.
Για το Υπουργείο Οικονομίας, η ανάθεσή του στον επικεφαλής του Κόμματος των Φιλελευθέρων, κατά γενική ομολογία … «δεν είναι καλά νέα» για την Αθήνα. Ο κ. Λίντνερ είναι ο κατά κύριο λόγο εκφραστής της γραμμής που υποστηρίζει την επιστροφή στην δημοσιονομική πειθαρχία και την διατήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας στα σημερινά του πλαίσια όσο αφορά τόσο τα όρια του χρέους όσο και του ελλείμματος, στο 60% και στο 3% αντίστοιχα του ΑΕΠ.
Στο Υπουργείο Εξωτερικών η επικεφαλής των Πρασίνων η κα Μπέρμποκ, θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτελεί «καλά νέα» για την Αθήνα καθώς ανέκαθεν ήταν σκληρή απέναντι στην Τουρκία και υποστηρικτική απέναντι στην Ελλάδα για το θέμα των προσφύγων.
Όμως και οι δύο Υπουργοί αποτελούν μέλη μια κυβέρνησης υπό την σκιά του σοσιαλδημοκράτη Καγκελαρίου κ. Όλαφ Σόλτς. Και αυτό σημαίνει ότι οι επιλογές τους είναι υποχρεωμένες να διαμορφωθούν στο πλαίσιο της τρικομματικής ισορροπίας και του πολυσέλιδου συμβολαίου κυβερνητικής συνεργασίας που έχουν υπογράψει τα τρία κόμματα. Και όχι της γραμμής των Φιλελευθέρων ή των Πρασίνων ή έστω του SPD.
Τα όρια μέσα στα οποία έχουν αποκρυσταλλωθεί οι πολιτικές αυτές είναι προς το παρόν άγνωστα.
Η πρώτη αποτύπωση αυτής της ισορροπίας θα εμφανισθεί στις γενικές γραμμές του Προϋπολογισμού που θα ψηφισθεί τον Δεκέμβριο. Και στην επιλογή του προσώπου που θα αντικαταστήσει τον κ. Γιενς Βάιτνμαν στην προεδρία της Bundesbank. Μέχρι τότε τα ερωτηματικά στην Αθήνα αλλά και συνολικότερα στην Ευρωζώνη επί της ουσίας θα παραμείνουν ανοικτά…