Η κυβέρνηση επιχειρεί με συντηρητική αντιμετώπιση, χωρίς υπερβολές σε περιοριστικά μέτρα να αναχαιτίσει το νέο πανδημικό κύμα ποντάροντας στην επιτάχυνση του εμβολιαστικό προγράμματος και στην ατομική υπευθυνότητα των πολιτών. Στόχος να παραμείνει η αγορά και γενικότερα η οικονομία ανοικτές. Αν το σχέδιο πετύχει μπορούν να υπάρξουν σημαντικά οφέλη για μία οικονομία που έχει αρχίσει να παίρνει μπρος. Και είναι αλήθεια ότι το πανδημικό κύμα της νέας μετάλλαξης δεν έχει χτυπήσει ακόμα τη χώρα δίνοντας έτσι ίσως κάποιο πολύτιμο χρόνο για να ενταθεί το εμβολιαστικό φράγμα.
Βεβαίως, υπάρχει και ένα ρίσκο. Ποιο; Το ρίσκο να επιταχυνθεί απρόβλεπτα η διασπορά της «Όμικρον» στη χώρα, κάτι που όμως δεν έχει ακόμα συμβεί, και να δημιουργηθεί πρόσθετη πίεση στο Σύστημα Υγείας, που ήδη πιέζεται σφοδρά. Όμως αν αυτό συμβεί θα επανεκτιμηθεί προφανώς η στρατηγική. Ας ελπίσουμε ωστόσο ότι η στρατηγική που έχει επιλεγεί θα είναι αποδοτική. Στρατηγική που δεν έχουν επιλέξει κάποιες άλλες ευρωπαϊκές χώρες που λαμβάνουν πιο αυστηρά μέτρα ενόψει εορτών.
Ας δούμε τώρα και μία άλλη παράμετρο. Δεν λέω ότι καθορίζει τις αποφάσεις, όμως ίσως να μην πρέπει υπό κάποιες προϋποθέσεις να αγνοηθεί εντελώς. Την παράμετρο των δυνατοτήτων της οικονομίας να στηρίξει αυστηρότερα μέτρα. Ας δούμε πώς έχουν τα πράγματα. Είναι φανερό πως τα λεφτά για φέτος έχουν στερέψει. Όχι «ταμειακά», αλλά με βάση τις δημοσιονομικές αντοχές της οικονομίας, όπως ορίζονται από τους κανόνες των δανειστών και των αγορών.
Αυτό φαίνεται και στις κινήσεις της κυβέρνησης, για παράδειγμα στο νέο πακέτο μέτρων στήριξης. Αυτά που αφορούν στην ακρίβεια (στο ρεύμα, στο φυσικό αέριο και στους αγρότες) και τίθενται φέτος σε εφαρμογή, σχεδόν εξολοκλήρου καλύπτονται από άλλες πηγές, εκτός του προϋπολογισμού, δηλαδή δεν προκαλούν άλλο «βάρος» στα κρατικά ταμεία φέτος. Όσο για τις παρεμβάσεις που συνδέονται με την πανδημία (π.χ. παράταση Επιστρεπτέας, Παγίων Δαπανών, ΣυνΕργασία), αφορούν στο 2022 και το κόστος τους είναι σαφώς πιο περιορισμένο από ότι είχαμε δει τα προηγούμενα εξάμηνα των πακτωλών μέτρων στήριξης που συνόδευαν τα lockdown.
Ανάλογη είναι η «στενότητα» και σε άλλα πεδία, όπως σε αυτό των επενδύσεων. Οι διαμαρτυρίες ιδιωτών/επενδυτών για τα κονδύλια του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων που έφταναν με το σταγονόμετρο στα έργα που «έτρεχαν» ήταν ηχηρές το προηγούμενο διάστημα. Ο «κουμπαράς» του ΠΔΕ (παρά τους συμπληρωματικούς προϋπολογισμούς) είχε - σε μεγάλο βαθμό – «αδειάσει» καλύπτοντας όχι μόνο επενδύσεις, αλλά – κυρίως – μέτρα στήριξης (όπως η Επιστρεπτέα), ή άλλες ανάγκες όπως την αποκατάσταση από τις φυσικές καταστροφές. Πολλοί είναι λοιπόν οι δικαιούχοι που περιμένουν πότε το «κοντέρ» θα… μηδενίσει.
Η αλλαγή στο «κοντέρ» έρχεται λοιπόν με την έλευση του νέου έτους. Του 2022. Πολλά αλλάζουν μετά την 1η του νέου έτους. Και τούτο γιατί το κλείσιμο του 2021 είναι – δημοσιονομικά - κρίσιμο. Ταμειακά διαθέσιμα υπάρχουν, αλλά το έλλειμμα είναι μεγάλο (7% του ΑΕΠ), το ίδιο και το χρέος. Και το πώς θα κλείσει το 2021 έχει ειδική σημασία καθώς θα είναι το «στιγμιότυπο» στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές για την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία και για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. Και αυτό είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Θα είναι και η «εικόνα» της χώρας στις αγορές τη χρονιά που επιχειρεί να φτάσει προς την επενδυτική βαθμίδα.
Υπολογίζεται λοιπόν στον Προϋπολογισμό του 2022 πως το πρωτογενές έλλειμμα θα περιοριστεί στο 1,4% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι από την αρχή του νέου έτους θα αρχίσει μία «δημοσιονομική προσαρμογή», που θα δίνει ξανά δικαίωμα για μέτρα στήριξης αλλά με… μέτρο. Ειδικά τώρα που η μετάλλαξη «Ο» έχει έναν μεγάλο… ανταγωνιστή. Το κύμα της ακρίβειας…
Όποια λοιπόν δαπάνη γίνει από την 1η Ιανουαρίου θα «μετρά» δημοσιονομικά στην επίδοση του 2022. Το γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή υπολογίζει πως τα μέτρα του 2022 θα είναι αξίας 2,2% του ΑΕΠ, έναντι 9% του ΑΕΠ πέρυσι και φέτος. Αναφέρει βεβαίως πως δεν αποκλείεται και μία πιο δυσμενής εξέλιξη της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης που μπορεί να προκαλέσει πρόσθετες δημοσιονομικές παρεμβάσεις οι οποίες με τη σειρά τους μπορεί να περιορίσουν αυτή δημοσιονομική προσαρμογή…
Πάντως, το Γραφείο στην έκθεσή του χθες, ξεδιπλώνοντας τις προκλήσεις για τη χώρα, ανέφερε τη νέα μετάλλαξη του κορονοϊού, τη σχετικά χαμηλή μέχρι τώρα εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού και, κυρίως, οι αδυναμίες στο σύστημα υγείας σε υποδομές και προσωπικό που έχουν οδηγήσει σε διπλάσια θνησιμότητα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο» και έτσι «αυξάνουν την αβεβαιότητα για την εξέλιξη της πανδημίας και την επίπτωσή της στην οικονομική δραστηριότητα».
Με άλλα λόγια, από την αρχή του χρόνου υπάρχει και πάλι μεγαλύτερη δυνατότητα να στηριχθούν τυχόν πιο αυστηρά περιοριστικά μέτρα, αν χρειαστεί να ληφθούν. Ας ελπίσουμε βεβαίως ότι αυτό δεν θα χρειαστεί.