Τώρα που τελείωσε το κακόγουστο κοινοβουλευτικό event με την πρόταση δυσπιστίας και την αδυναμία να υπάρξει έστω και μία σοβαρή ομιλία - προσέγγιση - ανάλυση από περισσότερους από 200 Βουλευτές και Αρχηγούς, πάμε σιγά σιγά και στα πιο σοβαρά που έρχονται. Και αυτά αφορούν τον πληθωρισμό και την ακρίβεια (έστω και αν η αναφορά και των δύο εννοιών αποτελεί μικρό πλεονασμό, έχει τη σημασία της).
Γιατί η κακοκαιρία και ο χιονιάς ήρθαν, έκαναν όποια ζημιά ήταν να κάνουν και πέρασαν. Η ακρίβεια και ο πολύ υψηλός πληθωρισμός πολύ φοβάμαι ότι ήρθαν για να μείνουν, στο πιο καλό σενάριο κάπως περισσότερο. Στο κακό... Και σε αυτό το μέτωπο, αλλά και στην αντιμετώπισή του, είναι που θα κριθούν πολλά και για τη χώρα αλλά... και στο δρόμο για τις κάλπες. Και όχι φυσικά στο αν έμειναν κάποιοι μπλοκαρισμένοι – κακώς βεβαίως και κρίμα – σε όποια οδό.
Τα πρώτα στοιχεία για τον επίσημο Δείκτη Τιμών τον Ιανουάριο θα ανακοινωθούν από την Eurostat μέσα στην εβδομάδα, αλλά τα «μηνύματα» που φτάνουν από τις πρόδρομους δείκτες συγκυρίας του ΙΟΒΕ, από την άνοδο σχεδόν κατά 30% στο δείκτη τιμών παραγωγού το Δεκέμβριο, αλλά και από την ίδια την αγορά προκαλούν ήδη ανησυχία. Και σαν να μην έφταναν αυτά, η ίδια η κακοκαιρία και οι καταστροφές που προκάλεσε στην αγροτική παραγωγή προκαλεί και άλλες πιέσεις...
Τα κυβερνητικά στελέχη επανέλαβαν – πολλές φορές – χθες τα 1,35 δισ. ευρώ μέτρα στήριξης από την ενεργειακή κρίση που ελήφθησαν τους τελευταίους μήνες του 2021 και το πακέτο των 400 εκατ. ευρώ του Ιανουαρίου. Προαναγγέλλοντας παρεμβάσεις για όσο χρειασθεί. Ακόμη και η ίδια η κυβέρνηση όμως παραδέχεται πως μόνο εν μέρει καλύπτεται η απώλεια. Και εδώ τίθεται ένα ακόμη μεγάλο θέμα, το τι εννοεί ο καθένας ως «απώλεια» και ως εύρος κάλυψης.
Γιατί η κυβέρνηση έχει διαμορφώσει ένα πακέτο στήριξης για την αντιμετώπιση της ανόδου των τιμών σε συγκεκριμένα ενεργειακά προϊόντα και όχι για την αντιμετώπιση γενικευμένης ακρίβειας στο «ράφι». Μίας ακρίβειας που πλέον είναι φανερή στο «πορτοφόλι» του καταναλωτή και που διαρκώς επεκτείνεται.
Έτσι, πέρα από την – προφανώς καλοδεχούμενη - στήριξη στο ρεύμα, στο φυσικό αέριο και στο πετρέλαιο, το ζήτημα είναι πως θα θωρακισθούν τα εισοδήματα. Είναι προφανές πως η άνοδος του κατώτατου κατά 2% που σήμερα ισχύει έχει «εξανεμισθεί» στην πράξη, ενώ η «ηχηρή» άνοδος που έχει προαναγγελθεί για το Μάιο είναι ακόμη μακρινή και θα αποδώσει αν ο πληθωρισμός αποδειχθεί προσωρινό φαινόμενο και αν η ακρίβεια δεν «ριζώσει» στην αγορά.
Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης προφανές πως η παράταση των μέτρων στήριξης (εκτός όσων καλύπτονται από τα έσοδα ρύπων) ή και ο σχεδιασμός νέων παρεμβάσεων «τεστάρει» τα όρια αντοχών του προϋπολογισμού. Και τούτο, σε μία συγκυρία κατά την οποία θα πρέπει να «αποδείξει» η Ελλάδα στους δανειστές και στις αγορές πως μπορεί το 2023 να μετατρέψει το έλλειμμα 6%+ σε πλεόνασμα.
Γίνεται λοιπόν φανερό πως από τη μάχη του πληθωρισμού και της ακρίβειας θα κριθούν πολλά. Γιατί η «τσέπη» του καταναλωτή έχει αποδειχθεί πως κρίνει όχι μόνο τη διατήρηση του καλού οικονομικού κλίματος, αλλά και την... κάλπη.