Προφανώς το 2022 δεν είναι 1997. Το υψηλό 25 ετών στον πληθωρισμό που ανακοινώθηκε χθες έχει κυρίως εξωγενή αίτια. Αίτια, τα οποία όλοι ευελπιστούν πως θα είναι (σχετικά) πρόσκαιρα. Αλλά, καθώς η ασάφεια αυτή τη στιγμή είναι μεγάλη, όσο μεγάλη είναι και η άνοδος των τιμών, η θωράκιση και η πρόληψη είναι αναγκαία.
Ορθώς λοιπόν η κυβέρνηση διεξάγει stress test ακραίων σεναρίων, τα οποία δεν «καλύπτουν» μόνο την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών αλλά και πολλές άλλες πτυχές της οικονομικής - και όχι μόνο - ζωής που θα επηρεασθούν. Μετρώντας παράλληλα τις απώλειες σε κάθε περίπτωση αλλά και τα περιθώρια για έναν «κουμπαρά» παροχών. Γιατί ήδη, πέραν των ενεργειακών τιμών και οι τιμές στο ράφι έχουν αρχίσει να γίνονται δυσβάστακτες για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Ειδικά για όσους δεν έχουν λάβει «μέρισμα» από την ανάκαμψη ή από τα μέτρα στήριξης για την πανδημία που προηγήθηκαν. Με πρώτους στη λίστα συνταξιούχους, ανέργους και χαμηλόμισθούς.
Το επίδομα που κυοφορείται είναι προφανώς μία σωστή και αναγκαία κίνηση. Αλλά, αν δεν υπάρξει μία ευχάριστη «ανατροπή» στο πεδίο των τιμών, δεν θα φτάσει. Απαιτείται προφανώς και αναπτυξιακή «επίθεση» για να τονωθεί το ΑΕΠ. Αλλά και ο μεγαλύτερος δυνατός έλεγχος της αγοράς, διότι, όπως λένε στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται...
Το πρόβλημα είναι πως η κυβέρνηση εισέρχεται σε αυτή τη νέα δίνη με λιγοστά πολεμοφόδια. Γιατί με το χρέος που έχει και μετά από 44 δισ. ευρώ μέτρων στήριξης είναι υποχρεωμένη να επιστρέψει σε πλεονάσματα. Δεν είναι επίσης ευχάριστο που θα πρέπει να αντιμετωπίσει το νέο αυτό μέτωπο εισερχόμενη σε προεκλογικό χρόνο.
Θα είναι λοιπόν μία πολύ δύσκολη μάχη αυτή που έχει να δώσει. Και προφανώς η Ευρώπη θα πρέπει, και αυτή τη φορά, να δείξει αντανακλαστικά και να βοηθήσει. Με μία κοινή πρωτοβουλία, με εργαλεία και με ευελιξίες. Γιατί το πρόβλημα το έχουν όλοι και δεν είναι καθόλου εύκολο.
Αν κάτι μας έμαθε η 10ετία του '90, όταν δηλαδή κάθε μήνα ήταν πρώτη είδηση ο πληθωρισμός λόγω της αγωνίας για την «τσέπη» αλλά και για το αν θα καταστεί εφικτή η εκπλήρωση του κριτηρίου ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ, είναι πως το «φάντασμα» του πληθωρισμού δεν φεύγει εύκολα. Ειδικά αν απλωθεί στην αγορά. Το αν θα ξανακρυφτεί λοιπόν το φάντασμα αυτό στο ντουλάπι ή αν θα σουλατσάρει ελεύθερο εξαρτάται από πολλά. Και από την εξέλιξη παραγόντων που δεν ορίζουν τα κράτη της ΕΕ, αλλά και από τις κινήσεις που - έγκαιρα – θα πρέπει να κάνουν (και από κοινού και σε εθνικό επίπεδο). Για να θωρακίσουν και την αγορά αλλά και την κοινωνία.