Επί σειρά ετών η μηνιαία ανακοίνωση για την πορεία του πληθωρισμού ήταν ένα ασήμαντο γεγονός. Κάποιες εποχές επειδή απλά είχε τιθασευτεί. Κάποιες άλλες εποχές επειδή η κρίση και η ύφεση μοιραία συνοδευόταν από πτώση τιμών, ειδικά το 2015.
Δυστυχώς, η πορεία του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή συνιστά και πάλι «πρώτο θέμα». Η αναμενόμενη ανακοίνωση της 10ης Μαΐου από την ΕΛΣΤΑΤ συνοδεύεται εδώ και μέρες από την προεξόφληση της εκτίναξης του δείκτη Απριλίου προς διψήφια επίπεδα, για πρώτη φορά από το 1995.
Προάγγελος ήταν τα στοιχεία της Εurostat για τον Απρίλιο, αλλά και οι δείκτες που φανερώνουν όσα έρχονται: Η επιδείνωση στους δείκτες προσδοκιών καταναλωτών και επιχειρηματιών τον Απρίλιο, αλλά η άνοδος κατά 46,2% του δείκτη τιμών παραγωγού στη βιομηχανία τον Μάρτιο.
Η κυβέρνηση λοιπόν, ορθά έσπευσε να προχωρήσει σε μία σειρά από κινήσεις, οι οποίες αφενός θωρακίζουν - στο βαθμό που είναι εφικτό και προφανώς όχι πλήρως - τα εισοδήματα πολιτών και επιχειρηματιών και αφετέρου επιχειρούν να περιορίσουν τη βασική πηγή των ανατιμήσεων: Το κόστος του ρεύματος, προσπαθώντας έτσι να συγκρατήσουν και τις πληθωριστικές προσδοκίες, αλλά και την ανάγκη για νέες αυξήσεις τιμών.
Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι αν τα μέτρα επαρκούν. Απαντάται εύκολα: Προφανώς δεν επαρκούν. Ο Πρωθυπουργός κατά την ανακοίνωση του νέου σχεδίου ήταν ξεκάθαρος στην κριτική που άσκησε στην Ευρώπη για τη δυστοκία της να αναλάβει δράση, αλλά και στο γεγονός ότι αυτή τη στιγμή και υπό αυτές τις συνθήκες, αυτά τα χρήματα έχει διαθέσιμα η κυβέρνηση.
Από δω και πέρα λοιπόν, αρχίζει η ευθύνη όλων. Η ευθύνη του κράτους είναι να κάνει ότι μπορεί για να εξοικονομήσει επιπλέον χρήματα, αλλά και για να ελέγξει την αγορά ούτως ώστε οι αφορμές για κερδοσκοπία να παταχθούν στη ρίζα τους και τα μέτρα (τα οποία στο τέλος της ημέρας τα πληρώνει ο Έλληνας φορολογούμενος) να πιάσουν τόπο. Την ίδια ευθύνη ωστόσο έχει και ο ιδιωτικός τομέας της χώρας που πρέπει να καταλάβει πως η διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητα της αγοράς είναι πολύ σημαντική για την όποια «επόμενη ημέρα».
Γιατί η Ελλάδα έχει περάσει πολλά δεινά και επί σειρά πολλών ετών από το τέρας του πληθωρισμού. Θα πρέπει λοιπόν να γίνει καθετί που είναι δυνατό για να μη ζήσουμε μία ακόμα εποχή διψήφιου πληθωρισμού…