Όπως όλα δείχνουν προχωράει η νέα μείωση κατά 0,6% των ασφαλιστικών εισφορών, δηλαδή η τελευταία εκκρεμότητα στο εν λόγω πεδίο από τις προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης. Μπορεί μάλιστα, αν υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος, η μείωση να είναι μεγαλύτερη. Το έχει προαναγγείλει άλλωστε και ο Πρωθυπουργός, συνδέοντας τις τελικές αποφάσεις με την πορεία του προϋπολογισμού και της πληθωριστικής κρίσης.
Καλό θα ήταν η κίνηση αυτή να γίνει σύντομα και να είναι όσο γίνεται πιο γενναία, γιατί είναι επωφελής για όλους: και για τους εργοδότες και για τους εργαζόμενους και για την ίδια την οικονομία και την ανταγωνιστικότητά της. Να μην ξεχνάμε ότι όταν οι επιχειρήσεις πάνε καλά, τότε και οι εργαζόμενοι στηρίζονται γιατί οι θέσεις εργασίας διατηρούνται ή και αυξάνονται και οι απολαβές μπορούν να ενισχυθούν, κάτι που έχει απόλυτη ανάγκη ελληνική αγορά λόγω της συγκυρίας που διανύουμε.
Βεβαίως και η αύξηση του κατώτατου είναι μία πάρα πολύ σημαντική κίνηση, αλλά για αυτόν ακριβώς το λόγο έχει σημασία να συνοδευτεί από κάποιες παρεμβάσεις οι οποίες θα παράσχουν χείρα βοηθείας όχι μόνο στους εργαζόμενους αλλά και στον εργοδοτικό κόσμο. Άλλωστε και ο ΣΕΒ υποστηρίζει την εν λόγω κίνηση, δίνοντας μάλιστα και εναλλακτικές: για παράδειγμα μία ισχυρότερη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για όσους έχουν χαμηλές απολαβές, αν δεν φτάνει ο δημοσιονομικός χώρος για όλους.
Στην Ελλάδα το μη μισθολογικό κόστος είναι πολύ υψηλό καθώς κινήσεις ελάφρυνσης έγιναν τα τελευταία χρόνια αλλά και η επιβάρυνση ήταν πάρα πολύ μεγάλη και το βάρος έπεσε στα μέτρα της πανδημίας και μετά της πληθωριστικής κρίσης. Tο μη μισθολογικό κόστος στην επιχειρηματική οικονομία ως ποσοστό του συνολικού κόστους εργασίας ήταν στην Ελλάδα (25,5%) πάνω από το μέσο όρο των χωρών της ζώνης του Ευρώ (24,6%), ενώ παρέμεινε ψηλότερο από τα προ – κρίσης επίπεδα (23,3% το 2008). Παράλληλα, άλλες χώρες της περιφέρειας είχαν χαμηλότερο μερίδιο του μη μισθολογικού κόστους στο σύνολο του κόστους εργασίας στην επιχειρηματική οικονομία (Πορτογαλία: 20,7%, Ιρλανδία: 7,9%) από ότι η Ελλάδα.
Και να μην ξεχνάμε πως στην Ελλάδα, παρά τις αυξήσεις στον κατώτατο και τις μόνιμες ελαφρύνσεις στις οποίες έχει προχωρήσει η κυβέρνηση, τα εισοδήματα των εργαζομένων παραμένουν χαμηλά συγκριτικά με το μέσο όρο της ΕΕ. Είναι απολύτως κατανοητό πως τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι στενά και πιθανόν θα στενέψουν και άλλο. Είναι επίσης απολύτως κατανοητό ότι δεν μπορούν να γίνουν στραβοτιμονιές. Ανάμεσα ωστόσο στα μέτρα θα καταστεί εφικτό να προχωρήσουν, είναι σκόπιμο να δοθεί προτεραιότητα σε μια παρέμβαση στις ασφαλιστικές εισφορές γιατί είναι μία κίνηση που και πρέπει να γίνει και μπορεί να ωφελήσει πολλαπλά και την οικονομία και την κοινωνία.