Τα τελευταία χρόνια, εκεί που πάμε να σηκώσουμε για τα καλά «κεφάλι» στο πεδίο της οικονομίας, κάτι μας χτυπά, ξανά και ξανά. Πρώτα ο κορονοϊός, μετά η ενεργειακή (και πληθωριστική) κρίση και τώρα, το νέο αυτό μέτωπο. Παράλληλα – προφανώς - με το προσφυγικό, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και με τα ελληνικά γεωπολιτικά μέτωπα που δεν έχουν κλείσει.
Όσο για τη νέα παγκόσμια χρηματοπιστωτική τρικυμία, μένει να φανεί πώς θα εξελιχθεί και πόσο μεγάλη έκταση θα λάβει, αλλά και τι μέτωπα θα ανοίξει ή θα ενεργοποιήσει. Προς το παρόν, σίγουρα μας ανακαλεί στη μνήμη τα γεγονότα που σημάδεψαν το 2010 την πορεία της Ελλάδας.
Βεβαίως, πλέον τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι θωρακισμένο και η οικονομία είναι πολύ περισσότερο ανθεκτική. Δεν είμαστε στο επίκεντρο της νέας αυτής αναταραχής, αυτό είναι ξεκάθαρο. Ωστόσο, είναι επίσης σαφές πως όταν πιάσει καταιγίδα, όλοι γίνονται μούσκεμα.
Η νέα κρίση επιβεβαιώνει λοιπόν γιατί τα θεμέλια πρέπει να είναι και να παραμείνουν γερά. Πρέπει να αντέχουν. Το μήνυμα και αυτής της νέας περιπέτειας είναι ότι δεν πρέπει να γίνουμε ξανά ευάλωτοι, αλλά και ότι πρέπει να κλείσουμε – γρήγορα και πλήρως – τα μέτωπα που παραμένουν ανοικτά από το παρελθόν.
Έχουν γίνει πολλά τα τελευταία χρόνια και αυτό φαίνεται στους δείκτες της οικονομίας. Παρά τα μέτρα στήριξης, το 2022 έκλεισε με πρωτογενές έλλειμμα στο φάσμα του 1% του ΑΕΠ (αντί για 1,6% που είχε υπολογισθεί), τα κρατικά ταμεία συνεχίζουν και φέτος να συλλέγουν πιο πολλά φορολογικά έσοδα από όσα περίμεναν, ενώ το ΑΕΠ υπολογίζεται πλέον πως θα αυξηθεί με ρυθμό 2,3% αντί για 1,8%. Το οικονομικό κλίμα επίσης αντέχει, το ίδιο και ο τζίρος των επιχειρήσεων, η άνοδος των επενδύσεων παραμένει διψήφια και, βεβαίως, τα κόκκινα δάνεια έχουν απομειωθεί δραστικά με τη βοήθεια του «Ηρακλή».
Να μη γελιόμαστε όμως, υπάρχουν πολλά ακόμη που πρέπει να βελτιωθούν και σε πολλά διαφορετικά πεδία της οικονομίας: από τη διψήφια ανεργία, έως το πολύ μεγάλο εξωτερικό έλλειμμα της χώρας, τους υψηλούς δείκτες φτώχειας και τις παραφωνίες στην κατάταξη της χώρας σε πολλά πεδία ανταγωνιστικότητας κυρίως με έμφαση στη λειτουργία του κράτους και στην ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν. Και βεβαίως, όλα αυτά υπό τη δαμόκλειο σπάθη του υψηλότατου χρέους που θα περιορίζει την άσκηση οικονομικής, κοινωνικής και επενδυτικής πολιτικής για πάρα πολλά χρόνια.
Είναι λοιπόν σαφές, πως οι προκλήσεις είναι και πολλές και μεγάλες και απαιτούν - καθώς η χώρα εισέρχεται στην τελική ευθεία προς τις εκλογές - να γίνουν οι σωστές κινήσεις από όλους όσους έχουν την ευθύνη. Με ωριμότητα και με μόνη προτεραιότητα το κοινό καλό. Για να διασφαλίσουμε πως δεν θα επιστρέψουμε σε εποχές που δεν θέλουμε καν να θυμόμαστε, αλλά και για να πάμε μπροστά σε όρους οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας.