Για τις προκλήσεις της ψηφιακής εποχής, αλλά και τις ευκαιρίες που έχουν πλέον οι τράπεζες στη «μάχη» με τα κόκκινα δάνεια, μίλησε στο insider.gr ο Γιώργος Παπαδημητρίου, Εταίρος της ΕΥ, επικεφαλής Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών για την Κεντρική, Ανατολική και ΝΑ Ευρώπη και Κεντρική Ασία.
Μείζον ζητούμενο για τις ελληνικές τράπεζες είναι να βελτιώσουν την κερδοφορία τους, περνώντας από τις «εύκολες» στις συνεργατικές λύσεις, οι οποίες θα επιφέρουν αισθητή μείωση των λειτουργικών τους εξόδων, επισημαίνει ο ίδιος. Επιπλέον, σε συνδυασμό με την επιτακτική ανάγκη του ψηφιακού μετασχηματισμού στο νέο περιβάλλον του open banking και της PSD2, καλούνται να προσφέρουν στους πελάτες τους νέα προϊόντα και υπηρεσίες, αλλάζοντας ριζικά την εμπειρία πελάτη (customer experience).
Κ. Παπαδημητρίου, ας ξεκινήσουμε από το φλέγον ζήτημα των κόκκινων δανείων που κυριαρχεί στην οικονομική επικαιρότητα της χώρας μας. Πώς κρίνετε τις λύσεις που εξετάζονται για την ταχύτερη εξυγίανση των κλάδων (σχέδιο ΤΧΣ & ΤτΕ); Θεωρείτε ότι έχουν πιθανότητες να εγκριθούν από την DG Comp και κατά πόσο θα διευκόλυνε τη διαδικασία η υποβολή μιας ενιαίας λύσης από τις ελληνικές αρχές;
Όλοι αναγνωρίζουν ότι η επίλυση του ζητήματος των κόκκινων δανείων αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία των ελληνικών τραπεζών και τη δυναμικότερη επανεκκίνηση της οικονομίας. Είναι, επίσης, σαφές, ότι από μόνα τους τα εργαλεία που έχουν μέχρι σήμερα στη διάθεσή τους οι τράπεζες, δεν επαρκούν για την επιθετική μείωση των υπολοίπων των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Με αυτό το δεδομένο, θεωρώ ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, συμπεριλαμβανομένης της DG Comp, θα αντιμετωπίσουν το θέμα με μια θετική διάθεση, λαμβάνοντας, μάλιστα, υπόψη το προηγούμενο της Ιταλίας.
Και οι δύο προτάσεις που έχουν υποβληθεί από την ΤτΕ και το ΤΧΣ έχουν θετικά στοιχεία. Θεωρώ, επίσης, ότι δεν είναι μεταξύ τους αμοιβαία αποκλειόμενες. Είναι δύο εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά για διαφορετικά τμήματα και πληθυσμούς δανείων. Με δεδομένο ότι η μία εκ των λύσεων (ΤΧΣ) είναι πιο κοντά μεθοδολογικά σε αντίστοιχες που έχουν εφαρμοσθεί στο πρόσφατο παρελθόν στην Ευρώπη, η εκτίμησή μου είναι ότι είναι πιο εύκολο να εγκριθεί ταχύτερα, ώστε να είναι διαθέσιμη σχετικά άμεσα στις ελληνικές τράπεζες. Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικό είναι να κινηθούν γρήγορα οι σχετικές διαδικασίες και να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Μια ακόμη «ανοιχτή πληγή» για το τραπεζικό μας σύστημα είναι η συρρικνούμενη κερδοφορία. Πώς πιστεύετε ότι μπορούν οι τράπεζες να βελτιστοποιήσουν το λειτουργικό τους μοντέλο, ώστε να στηρίξουν τη λειτουργική τους κερδοφορία;
Tα τελευταία χρόνια, οι τράπεζες είναι αλήθεια ότι έχουν κάνει σημαντικές προσπάθειες στην περιοχή του κόστους, οι οποίες, σε μεγάλο βαθμό, συνδέθηκαν με τη μείωση προσωπικού και τη συρρίκνωση των φυσικών δικτύων. Αν και ακόμα υπάρχουν δυνατότητες, αλλά και ανάγκες, για περαιτέρω μειώσεις, σταδιακά η έμφαση θα πρέπει να μεταφερθεί και στην περιοχή των εσόδων.
Όσον αφορά στο κόστος, περιοχές που ίσως δεν έχουν αξιοποιηθεί ακόμα πλήρως είναι θεωρώ η εκχώρηση μη βασικών λειτουργιών σε τρίτους που θα μπορούσαν να τις εκτελέσουν με χαμηλότερο κόστος και, σε κάποιες περιπτώσεις, με καλύτερη ποιότητα. Παράλληλα, η στενότερη συνεργασία μεταξύ των ανταγωνιζόμενων ιδρυμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να μοιραστούν συγκεκριμένες υπηρεσίες που δε συνδέονται με κάποιου είδους ανταγωνιστικό για αυτές πλεονέκτημα, θα μπορούσε να συνεισφέρει στη μείωση του κόστους. Ένα τέτοιο παράδειγμα θα μπορούσε να είναι η δημιουργία μιας κοινής για το σύστημα μονάδας εκπαίδευσης, που θα παρείχε υπηρεσίες εκπαίδευσης προς όλες τις τράπεζες, ή ένα κοινό και πιο οικονομικό σε συντήρηση δίκτυο ΑΤΜs σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας.
Με βάση αυτά που βλέπουμε και στις διεθνείς αγορές, υπάρχουν δυνατότητες αύξησης των εσόδων, στον βαθμό που οι τράπεζες εστιάζουν σε νέες υπηρεσίες και πακέτα προϊόντων, με στόχο τη βελτίωση, παράλληλα, της εμπειρίας των πελατών τους. Αυτό προϋποθέτει προφανώς την περαιτέρω επένδυση των τραπεζών στον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός μπορεί να αποφέρει καρπούς ως μια πιο εποικοδομητική προσέγγιση, εάν ναι, πόσο άμεσα μπορεί να συμβεί αυτό; Θεωρείτε επαρκείς τις επενδύσεις που δρομολογούν οι ελληνικές τράπεζες προς αυτήν την κατεύθυνση;
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποτελεί μονόδρομο επιβίωσης για τις τράπεζες στην Ελλάδα, όπως και σε όλον τον κόσμο, όχι απλά για λόγους κόστους, αλλά για να μπορέσουν οι τράπεζες να ανταποκριθούν στις μεταβαλλόμενες ανάγκες και προσδοκίες των πελατών. Ο καταναλωτής σήμερα επιλέγει την τράπεζά του με βάση κυρίως την ποιότητα της εμπειρίας που του παρέχει.
Οι ελληνικές τράπεζες επενδύουν πλέον σημαντικούς πόρους προς αυτήν την κατεύθυνση, βελτιώνοντας της ψηφιακές πλατφόρμες τους, αναπτύσσοντας e-branches, αλλά και εστιάζουν στη δημιουργία σχετικών οργανωτικών δομών που θα συντονίσουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Είναι, όμως, γεγονός ότι η κρίση και η ανάγκη συγκράτησης του κόστους, επηρέασε σημαντικά τις δυνατότητες τέτοιου τύπου επενδύσεων.
Το 2019 είναι η χρονιά του open banking για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενόψει και της – υποχρεωτικής – εφαρμογής της οδηγίας PSD2 από τον επόμενο Σεπτέμβριο. Εκτιμάτε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι έτοιμο για την απελευθέρωση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών; Πού επικεντρώνονται οι προσπάθειες των τραπεζών και ποιες διεργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη;
Η εφαρμογή του PSD2 (Revised Payment Service Directive) θα φέρει, πράγματι, μια επανάσταση στον τραπεζικό τομέα διεθνώς, καθώς, ουσιαστικά, επιτρέπει στους πελάτες – ιδιώτες και επιχειρήσεις – να χρησιμοποιήσουν τρίτους παρόχους για να διαχειριστούν αυτό που μέχρι σήμερα ονομάζουμε τραπεζικές συναλλαγές. Θα μπορεί, δηλαδή, ο καταναλωτής να κάνει πληρωμές ή μεταφορές χρημάτων μέσω, ενός πιστοποιημένου σχετικά μη τραπεζικού παρόχου. Η αλλαγή αυτή θα αυξήσει σημαντικά τον ανταγωνισμό προς τις τράπεζες, παρέχοντας, μάλιστα, στους νέους παίκτες σημαντική πληροφόρηση για τα οικονομικά στοιχεία και χαρακτηριστικά των πελατών. Οι ελληνικές τράπεζες προετοιμάζονται για αυτή τη νέα πραγματικότητα και εμείς ως ΕΥ έχουμε θέσει στη διάθεσή τους εδώ και καιρό ομάδες εξειδικευμένων συμβούλων που υποστηρίζουν αυτήν την προσπάθεια.
Πώς πιστεύετε ότι θα αλλάξει -ή πρέπει να αλλάξει- το επιχειρησιακό μοντέλο του κλάδου; Θα δούμε τις Fintech να γίνονται τράπεζες ή τις τράπεζες Fintech, θα δούμε συνεργασίες ή συγκρούσεις;
Η διείσδυση των νέων τεχνολογιών στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες προχωρά με εξαιρετικά γοργούς ρυθμούς. Οι έρευνες της ΕΥ παγκοσμίως δείχνουν ότι σε 20 σημαντικές αγορές, περισσότεροι από ένας στους τρεις ψηφιακά ενεργούς καταναλωτές κατά μέσο όρο χρησιμοποιούν ήδη το Fintech, με χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, και η Βραζιλία να ξεπερνούν το 46%. Πιο διαδεδομένη είναι η χρήση σε υπηρεσίες, όπως η μεταφορά χρημάτων, οι πληρωμές και η ασφάλιση. Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς πώς ακριβώς θα εξελιχθεί η αγορά.
Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι θα αυξηθεί το μερίδιο των Fintech, όπως και ότι θα υπάρξουν διάφορες μορφές συνεργασιών. Δε νομίζω ότι οι Fintech θα μετατραπούν σε τράπεζες, με την έννοια που το καταλαβαίνουμε σήμερα. Αντίθετα, οι τράπεζες θα πρέπει να αποκτήσουν ένα έντονο στοιχείο Fintech, για να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των πελατών τους.