Στις 6 Μαρτίου 2021, η Αμερικάνικη Γερουσία ψήφισε με οριακή πλειοψηφία, το πακέτο ανάκαμψης της οικονομίας που πρότεινε προεκλογικά ο νυν Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, το οποίο θα έχει συνολικό ύψος 1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια. Το πακέτο ανάκαμψης δεν αφορά μόνο άμεσες ανάγκες σε ρευστότητα, όπως είναι η ενίσχυση του ταμείου ανεργίας και εφάπαξ βοήθεια σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Περιλαμβάνει και ένα ιδιαίτερο πλέγμα νομοθετικών αλλαγών που την καθιστούν τη πιο μεγάλη οικονομική και θεσμική βοήθεια στις ΗΠΑ μετά το περίφημο New Deal του Ρούσβελτ (1933-1938).
Τα άμεσα μέτρα
Το πιο επείγον μέτρο είναι η θέσπιση μιας εφάπαξ πληρωμής 1.400 δολαρίων ανά δικαιούχο, η οποία αφορά κυρίως όσους δεν έχουν εργασία και όσους έχουν χαμηλά εισοδήματα, με ανώτατο όριο τα 75.000 δολάρια εισόδημα το χρόνο. Η συγκεκριμένη εφάπαξ πληρωμή είναι η τρίτη κατά σειρά, μετά από τα 1.200 δολάρια που είχαν δοθεί την περασμένη άνοιξη και τα 600 δολάρια που δόθηκαν τον Δεκέμβριο του 2020, όμως αυτή τη φορά οι προϋποθέσεις για να την πάρει κανείς αφορούν πολύ περισσότερους ανθρώπους.
Το δεύτερο άμεσο μέτρο, το οποίο αναμένεται να επικυρωθεί αυτή την εβδομάδα, είναι η επέκταση των επιδομάτων ανεργίας για τους μακροχρόνια ανέργους μέχρι τον Σεπτέμβριο. 14 Μαρτίου είναι η τελευταία ημέρα που αποδίδονται επιδόματα ανεργίας και με το νέο πακέτο ανάκαμψης αναμένεται να επεκταθεί η διόλου αμελητέα παροχή -αφορά 300 δολάρια την εβδομάδα σε επιταγή- χάρη στην οποία επιβιώνουν 4.000.000 Αμερικάνοι οι οποίοι είναι μακροχρόνια άνεργοι.
Το τρίτο μέτρο είναι η ενίσχυση των επιδομάτων για τα ανήλικα παιδιά, τα οποία ανάλογα την ηλικία και την οικονομική κατάσταση της οικογένειας, θα κυμαίνονται από 250-300 δολάρια το μήνα. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται μια αντίστροφη φοροελάφρυνση για τους χαμηλόμισθους. Η θετική διαφοροποίηση από την παραδοσιακή επιδοματική ενίσχυση στην οικογένεια, είναι ότι πλέον πολλοί περισσότεροι γονείς θα έχουν τη δυνατότητα να είναι δικαιούχοι, καθώς το συγκεκριμένο επίδομα θα συνδέεται άμεσα με τη φορολογική κατάσταση του κάθε πολίτη.
Ειδικά μέτρα για την αντιμετώπιση του κορονοϊού
Πέρα από την οικονομική στήριξη των ασθενέστερων, το πακέτο ανάκαμψης του Μπάιντεν ασχολείται και με την αντιμετώπιση της πανδημίας. Συγκεκριμένα, 50 δισ. δολάρια αναμένεται να δοθούν για να δημιουργηθούν κέντρα διάγνωσης της νόσου, αλλά και άλλα 20 δισ. δολάρια για την ανάπτυξη καμπάνιας για τον εμβολιασμό στην οποία θα συμπεριλαμβάνεται η δημιουργία εμβολιαστικών κέντρων με τις απαραίτητες προσλήψεις σε προσωπικό.
Στα πλαίσια της αντιμετώπισης της νόσου και της σταδιακής επαναφοράς στην κανονικότητα, μέρος του πακέτου θα κατευθυνθεί για το άνοιγμα της εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα θα διατεθούν 170 δισ. δολάρια σε σχολεία και πανεπιστήμια με τα οποία σκοπός είναι να δημιουργηθούν μικρότερα τμήματα, να υπάρχει καλύτερος εξαερισμός και να αγοραστούν ατομικά μέσα προστασίας ενάντια στον κορονοϊό.
Στο πλαίσιο των παραπάνω ενισχύσεων αναμένεται να δοθούν οικονομικές ενισχύσεις σε εργοδότες ώστε να προσφέρουν άδεια ασθενείας μετ 'αποδοχών σε υπαλλήλους που εκτίθενται στον ιό λόγω επαγγέλματος και πρέπει να βρίσκονται συχνά σε καραντίνα. ή για τους εργαζόμενους που φροντίζουν άρρωστους με κορονοϊό σε σπίτια. Τα παραπάνω έρχονται να συμπληρωθούν και από οικονομικά κίνητρα προς τις ασφαλιστικές εταιρείες, ώστε να μπορούν οι πολίτες να αγοράζουν ευκολότερα ιδιωτική ασφάλιση υγείας.
Στοχευμένα μέτρα για τις επιχειρήσεις
Ο βασικός σκοπός είναι να μπει η αμερικάνικη οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης. Τα μέτρα που αναφέρθηκαν ως τώρα και περιλαμβάνονται στο πακέτο Μπάιντεν, αφορούν κυρίως την έμμεση δυνατότητα πολλών εργαζόμενων, γονέων ή μη, να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας. Επίσης στο πακέτο υπάρχει πρόβλεψη για κάθε κλάδο που έχει πληγεί από την πανδημία: Συγκεκριμένα:
• 25 δισ. δολάρια για την ενίσχυση της εστίασης.
• 15 δισ. δολάρια για τις αεροπορικές εταιρείες και άλλα 8 δισεκατομμύρια δολάρια για τα αεροδρόμια.
• 30 δισ. δολάρια για τις μεταφορικές εταιρείες.
• 1,5 δισ. δολάρια για τις συγκοινωνίες (κυρίως τρένα)
• 3 δισ. δολάρια για την αεροδιαστημική βιομηχανία
Από την κεντρική στις ομοσπονδιακές κυβερνήσεις
Το πακέτο ανάκαμψης αναμένεται να εξειδικευτεί σε κάθε Πολιτεία ξεχωριστά, καθώς περιλαμβάνει 350 δισεκατομμύρια δολάρια για άμεση ενίσχυση των ομοσπονδιακών κυβερνήσεων, καθώς η ύφεση που έχει προκληθεί λόγω της πανδημίας έχει χτυπήσει διαφορετικά κάθε Πολιτεία. Έτσι, αναμένεται κάθε Πολιτεία να λάβει ως βασική ενίσχυση 500 εκατομμύρια δολάρια και στη συνέχεια, ανάλογα με τον αριθμό των ανέργων ανά Πολιτεία, να υπάρξει επιπλέον οικονομική ενίσχυση.
Οι αλλαγές στην εργατική νομοθεσία
Εκτός από το αμιγώς οικονομικό σκέλος, στο πακέτο ανάκαμψης περιλαμβάνονται μια σειρά από αλλαγές στην εργατική νομοθεσία οι οποίες συζητιούνται σήμερα, 10 Μαρτίου 2021. Το πρώτο που έρχεται είναι ένα νομοσχέδιο που αλλάζει τον νόμο περί προστασίας του δικαιώματος οργάνωσης των εργαζόμενων σε σωματεία, για να παρέχει κυβερνητικές εγγυήσεις στους εργαζόμενους που επιθυμούν να σχηματίσουν σωματείο απέναντι στην εκδικητική απόλυση ή στις καταχρήσεις των διευθυντικών δικαιωμάτων. Στο ίδιο πλαίσιο προσφέρεται η δυνατότητα σωματειακής οργάνωσης και σε εταιρείες της λεγόμενης gig economy (όπως είναι οι Uber, Wolt κλπ.) που βασίζονται στο μοντέλο των ανεξάρτητων συνεργατών.
Η τελευταία αλλαγή αφορά στην υποχρεωτική συνεισφορά από τον μισθό του εργαζόμενου έναντι του σωματείου του, κάτι που υπάρχει σε πολλές χώρες με σοσιαλδημοκρατική παράδοση, όπως η Δανία και η Φινλανδία, αλλά δεν ισχύει στις ΗΠΑ. Εφόσον επικυρωθεί αυτός ο νόμος, για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα συνδικάτα στις ΗΠΑ θα αποκτήσουν οικονομική ανεξαρτησία βασιζόμενα στις υποχρεωτικές εισφορές των μελών τους. Από την άλλη πολλοί επισημαίνουν ότι το δικαίωμα που υπήρχε ως τώρα, δηλαδή να μην καταβάλει εισφορά ένας εργαζόμενος αν δεν είναι στο σωματείο του, δεν πρέπει να καταστρατηγηθεί.
Υπάρχει κίνδυνος ύφεσης;
Το μεγάλο πακέτο ανάκαμψης όπως είδαμε ψηφίστηκε οριακά από τη Γερουσία, ενώ αναμένεται και το αποτέλεσμα της Βουλής των Αντιπροσώπων. Οι αντιδράσεις σε αυτό κυρίως εστιάζουν στα εξής σημεία: Πρώτον, ότι το συνολικό πακέτο θα επιφέρει σημαντική αύξηση του πληθωρισμού και θα πυροδοτήσει μεγάλη αστάθεια, καθώς η ταυτόχρονη αύξηση του πληθωρισμού αλλά και της προσφοράς χρήματος θα μικρύνουν τη φορολογική βάση, ενώ η κυβέρνηση (λογικά) θα περιμένει αυξημένα έσοδα. Με απλά λόγια, η αύξηση του χρήματος που θα πέσει στην αγορά, με το ενδεχόμενο να ανέβουν οι τιμές, στην πραγματικότητα (λένε οι επικριτές) θα αυξήσει το πραγματικό έλλειμμα των ΗΠΑ , το οποίο υπολογιζόταν το 2020 σε 3,1 τρισ. δολάρια, γιατί, εφόσον δεν θα αυξηθούν τα έσοδα από φόρους, ούτε θα αυξηθεί η ζήτηση για πραγματικό χρήμα, η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να μπει στη διαδικασία να τυπώνει χρήματα και να αυξάνει το έλλειμμά της μπαίνοντας σε έναν φάυλο κύκλο.
Το δεύτερο επιχείρημα των επικριτών του πακέτου ανάκαμψης είναι ότι οι διευκολύνσεις για σωματειακή οργάνωση θα αποτρέψουν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις από το να κάνουν προσλήψεις και τρίτον η αναγκαία συμμόρφωση με τις νομικές και άλλες αλλαγές θα επιφέρει ένα δυσανάλογο κόστος στις επιχειρήσεις και το αποτέλεσμα θα είναι βλαπτικό για τους εργαζόμενους.
Το βασικότερο επιχείρημα περί ύφεσης έχει ενδιαφέρον. Το πακέτο ανάκαμψης μπορεί να είναι τεράστιο όσον αφορά τα νούμερα (1,9 τρισ. δολάρια) αλλά επιμερίζεται σε πολλούς τομείς, από τη διακυβέρνηση ως τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Άρα, παρόλο που με μια πρώτη ματιά φαίνεται ότι θα πέσουν χρήματα στην οικονομία και θα υπάρξει πρακτική αύξηση του πληθωρισμού, στην πράξη τα χρήματα που θα μπουν στην κυκλοφορία είναι ένα μόνο μέρος από το σύνολο των 1,9 τρισ. δολαρίων. Τα υπόλοιπα εξυπηρετούν άλλες ανάγκες (διοίκηση, αντιμετώπιση του κορονοϊού κλπ.) τα οποία αν έχουν οποιαδήποτε επιρροή στο ΑΕΠ, αυτό θα φανεί μακροπρόθεσμα.
Όσον αφορά τα επιδόματα, πάγια θέση των Ρεπουμπλικάνων είναι ότι η επιδοματική πολιτική είναι βλαπτική για την ανάπτυξη και το ΑΕΠ, γιατί οι καταναλωτές τα βλέπουν ως "εύκολα χρήματα" ή δωρεάν και κάνουν κατάχρηση, καταναλώνοντας αντί να επενδύουν. Στην πράξη, τα επιδόματα λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούν οι φορολογικές μειώσεις, δηλαδή αφήνουν περισσότερα χρήματα στην τσέπη του καταναλωτή. Το ερώτημα που τίθεται είναι, τι γίνονται τα χρήματα αυτά. Οι Δημοκρατικοί υποστηρίζουν ότι η επιδοματική πολιτική θα πέσει στην αγορά, τονώνοντας την οικονομία καθώς όσοι τα έχουν άμεσα ανάγκη θα φερθούν ορθολογιστικά: θα καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες για να μπορέσουν να επανενταχθούν στην εργασία ή να ξαναμπούν σε μια ροή κανονικότητας. Το αποτέλεσμα θα είναι μια αύξηση του ΑΕΠ, καθώς θα έχει αυξηθεί συνολικά το παραγόμενο προϊόν από ανθρώπους που θα βοηθηθούν ώστε να ξαναμπουν στην παραγωγή.
Ένα παράδειγμα για να αναιρεθεί η εκτίμηση για το ενδεχόμενο ύφεσης είναι η σύγκριση της επιδοματικής πολιτικής του Μπάιντεν, με την φορολογική πολιτική του Τραμπ. Το 2017, ο Τραμπ ανακοίνωσε μόνιμες φοροελαφρύνσεις στις μεγάλες επιχειρήσεις που έφτασαν σε ύψος τα 1,5 τρισ. δολάρια, περίπου όσα και το πακέτο ανάκαμψης του Μπάιντεν. Συγκρίνοντας την ελάχιστη επίδραση που είχαν οι φοροελαφρύνσεις αυτές στο αμερικάνικο ΑΕΠ και το γεγονός ότι το μόνο που πυροδότησαν ήταν τα κέρδη ορισμένων ομίλων και μια πρόσκαιρη ανάκαμψη του χρηματιστηρίου, καταλαβαίνουμε ότι στον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα δεν μπορεί η επιδοματική πολιτική του Μπάιντεν να αλλάξει δραματικά την κατάσταση. Το επίδικο είναι στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα, να μπει παραπάνω κόσμος στην παραγωγή με όλα τα οφέλη που έχει αυτό για την οικονομία. Αν κάτι πρέπει να περιμένουμε από το πακέτο Μπάιντεν είναι να επιβεβαιωθεί η πρόβλεψη του ΟΟΣΑ για το άμεσο επόμενο διάστημα που προβλέπει τον ρυθμό ανάπτυξης για τις ΗΠΑ μετά την ψήφιση του πακέτου να φτάνει το 6,5%. Κάτι τέτοιο, θα αποδείξει ότι ο συνδυασμός μέτρων κρατικών εγγυήσεων και προστασίας του πληθυσμού μπορούν σε κρισιακές συνθήκες να λειτουργήσουν καλύτερα για την οικονομία από την προστασία του βραχυπρόθεσμου επιχειρηματικού κέρδους με τη μείωση των φόρων.
Φωτογραφίες: Getty / Ideal images.