Στην ανάπτυξη νέας πλατφόρμας η οποία θα αλλάξει τον τρόπο και τον τρόπο απόκρισης της Επιτροπής Ελέγχου και Εποπτείας Παιγνίων προχωρά ήδη το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής.
Πρόκειται για μία νέα εφαρμογή που ήδη αναπτύσσεται και η οποία έχει βασιστεί στην τεχνογνωσία άλλων Οργανισμών και επιτροπών με αυξημένο όγκο καταγγελιών ώστε να γίνεται με διαδικασίες «εξπρές» τόσο η αξιολόγηση των καταγγελιών που φτάνουν στην Επιτροπή όσο και η απάντηση προς τον καταγγέλλοντα.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση πεπραγμένων της ΕΕΕΠ για το 2021 η συγκέντρωση, αξιολόγηση, διερεύνηση και διευθέτηση των καταγγελιών/αναφορών, αποτελεί έναν ιδιαίτερα νευραλγικό τομέα για την άσκηση της εποπτείας της διοργάνωσης και διεξαγωγής των παιγνίων και τον εντοπισμό παραβατικής συμπεριφοράς ή περιπτώσεων που χρήζουν διορθωτικών παρεμβάσεων με στόχο τη συμμόρφωση.
Προς το παρόν η όλη διαδικασία γίνεται από το σημαντικά μειωμένο προσωπικό της ΕΕΕΠ με αποτέλεσμα να εντοπίζονται καθυστερήσεις. Στο πλαίσιο αυτό η Επιτροπή με απόφασή της προχωρά τόσο στην ανάπτυξη της νέας εφαρμογής ενώ παράλληλα θα προχωρήσει και στην στελέχωση της υπηρεσίας δημιουργώντας ειδικό τμήμα που υποδέχεται και θα αξιολογεί τις καταγγελίες που φτάνουν σε πραγματικό χρόνο.
Με τον τρόπο αυτό θα είναι άμεση η παρέμβαση όπου αυτή απαιτείται ώστε να σταματήσουν οι παραβατικές συμπεριφορές που μπορούν να δημιουργήσουν προβλήματα στην αγορά τυχερών παιγνίων.
Τι έδειξαν οι καταγγελίες του 2021
Το 2021, αξιολογήθηκαν συνολικά 623 καταγγελίες/αναφορές για διάφορα ζητήματα που σχετίζονται με τη διοργάνωση και διεξαγωγή των παιγνίων.
Το διαδίκτυο και πάλι συγκέντρωσε το μεγαλύτερο ποσοστό καταγγελιών-αναφορών επί του συνόλου, ήτοι 84%. Η αμέσως επόμενη κατηγορία αφορά ιστοτόπους μη αδειοδοτημένης παροχής τυχερών παιγνίων (Blacklist) με ποσοστό 11%. Ακολουθούν αναφορές-καταγγελίες σχετικές με τα πρακτορεία 3%, ενώ οι υποθέσεις με ασαφές-αόριστο περιεχόμενο καταλαμβάνουν ποσοστά της τάξης του 2%.
Tο 12,48% των καταγγελιών αφορούσε την πληρωμή κερδών. Οι υποθέσεις αυτές, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, σχετίζονται με την άρνηση ή την καθυστέρηση έγκρισης των αιτημάτων ανάληψης ποσών που έχουν πιστωθεί στον ηλεκτρονικό λογαριασμό παίκτη. Πολλές από αυτές τις περιπτώσεις συνδέονται με τις απαιτήσεις ταυτοποίησης των παικτών πριν την πληρωμή για λόγους καταπολέμησης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Στις περιπτώσεις αυτές, κατά κανόνα, η πληρωμή υλοποιείται μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας ταυτοποίησης και ο παίκτης δεν επανέρχεται.
Συναφής κατηγορία με την παραπάνω είναι και αυτή των αναφορών που σχετίζονται με την διαδικασία ταυτοποίησης με ποσοστό 6,08% η οποία διενεργείται τόσο στο στάδιο εγγραφής ενός παίκτη όσο και στο στάδιο της πληρωμής.
Ωστόσο, η κατηγορία που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό (21,06%) και, ταυτόχρονα, συνδέεται με την ταυτοποίηση και την πληρωμή κερδών, είναι η φραγή λογαριασμού του παίκτη, που έχει ως συνέπεια την παρεμπόδιση διενέργειας συναλλαγών με τον πάροχο έως τη διευθέτηση του ζητήματος. Η φραγή λογαριασμού επιβάλλεται στην περίπτωση που δεν έχουν ικανοποιηθεί οι όροι της πιστοποίησης και επαλήθευσης της ταυτότητας του παίκτη, ή εφόσον με βάση τα στοιχεία, την ανάλυση κινδύνου, την πολιτική και τα εργαλεία που εφαρμόζει, έχει σοβαρές ενδείξεις ή υποψίες ότι διενεργήθηκαν ή επιχειρείται να διενεργηθούν Ύποπτες ή Ασυνήθεις Συναλλαγές. Ωστόσο σε πλήθος άλλων περιπτώσεων ο Κάτοχος καθυστερεί των καταβολή των κερδών ή/και επιβάλλει φραγή στο λογαριασμό, παρά το γεγονός ότι ο παίκτης έχει ολοκληρώσει την διαδικασία ταυτοποίησης, επικαλούμενος παράβαση των όρων σύμβασης προσχώρησης του παίκτη στο παίγνιο.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι απαραίτητο να διασφαλίζεται ότι κανένα από τα δύο μέρη της σύμβασης προσχώρησης δεν ασκεί τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν με τρόπο καταχρηστικό.
Περαιτέρω, το 12,32% των υποθέσεων αφορά είτε στη διευθέτηση των κερδών μετά την ολοκλήρωση του παικτικού γεγονότος είτε στην εξαγορά (cash out) μιας αγοράς στοιχήματος, πριν την οριστική έκβαση του στοιχηματικού γεγονότος. Οι περιπτώσεις αυτές σχετίζονται με την μη απόδοση των κερδών στον παίκτη για διάφορους λόγους όπως την αμφιβολία του παρόχου για την ακεραιότητα διεξαγωγής ενός συγκεκριμένου γεγονότος (match fixing) που προσφέρθηκε για στοιχηματισμό, την ακύρωση ενός γεγονότος, την υπόνοια ότι ο παίκτης συμμετείχε στο παίγνιο για λογαριασμό τρίτου, τεχνικές αστοχίες των συστημάτων διεξαγωγής κ.ά..
Η συγκεκριμένη κατηγορία παρουσιάζει υψηλή συνάφεια με αυτήν της ακύρωσης συμμετοχών, στοιχημάτων και γεγονότων, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις συνδέεται και με τη φραγή του λογαριασμού του παίκτη, ειδικά όταν ο πάροχος πιθανολογεί, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτει, ότι ο παίκτης συμμετείχε στο παίγνιο για λογαριασμό τρίτου.
Σημαντικό ποσοστό (10,45%), επίσης, καταλαμβάνουν οι καταγγελίες που αφορούν μη αδειοδοτημένους παρόχους τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, οι οποίοι εγγράφονται κατόπιν ελέγχου στον κατάλογο (Blacklist), ανεξαρτήτως των επιβαλλομένων διοικητικών κυρώσεων.
Επισημαίνεται, ότι όλοι οι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο δεν επιτρέπεται να αδειοδοτηθούν ή με οποιονδήποτε τρόπο να συμμετέχουν σε αδειοδοτημένο φορέα παροχής υπηρεσιών παιγνίων στην Ελλάδα.
Από τις υπόλοιπες καταγγελίες/αναφορές ξεχωρίζει η θεματική της απόδοση του παιγνίου και στοιχήματος (8,11%), η οποία συσχετίζεται πολλές φορές με διευθέτηση των κερδών/εξαγοράς (cash out), ενώ στην κατηγορία «άλλη» (12,54%) συγκαταλέγονται συνήθως ζητήματα εκτός αρμοδιότητας της Ε.Ε.Ε.Π, διευκρινήσεις που σχετίζονται με προηγούμενες καταγγελίες, αιτήματα πληροφόρησης για συγκεκριμένα θέματα που σχετίζονται με την κανονιστική συμμόρφωση κ.α...