Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενέκρινε τη δυνητική πώληση συστημάτων ναρκοθέτησης Volcano έναντι τιμήματος που εκτιμάται πως θα φθάσει τα 180 εκατομμύρια δολάρια, ανακοίνωσε το αμερικανικό Πεντάγωνο χθες Τετάρτη.
Οι κύριοι ανάδοχοι της δυνητικής σύμβασης είναι οι εταιρείες Northrop Grumman και Oshkosh Corporation.
Η αμερικανική νομοθεσία απαιτεί να ενημερώνεται το αμερικανικό Κογκρέσο προτού να προχωρήσουν πωλήσεις όπλων αξίας από ένα δοσμένο ποσό και πάνω. Γενικά, οι ανακοινώσεις αυτού του είδους δεν γίνονται παρά αφού το Κογκρέσο δώσει άτυπα ή επίσημα την έγκρισή του να προχωρήσουν.
Η πιθανή πώληση του συστήματος ναρκοθέτησης αυτού, που επιτρέπει τη δημιουργία ναρκοπεδίων, κατά προσωπικού και αντιαρματικών, είτε με χερσαία μέσα ή από αέρος, καταγράφεται εν μέσω της αύξησης των εντάσεων ανάμεσα στην Ταϊβάν και στην Κίνα, ιδίως λόγω των σχεδόν καθημερινών παραβιάσεων της ζώνης αναγνώρισης αεροπορικής άμυνας που η Ταϊπέι καταγγέλλει πως κάνουν κινεζικά αεροσκάφη.
Το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν από την πλευρά του ανέφερε πως η πώληση θα γίνει σε περίπου έναν μήνα και το σύστημα αυτό θα ενισχύσει τη δυνατότητα του στρατού της νήσου να διεξάγει «ασύμμετρο πόλεμο».
Στην ανακοίνωσή του, το υπουργείο προσθέτει πως «οι συχνές στρατιωτικές δραστηριότητες του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας» κοντά στην Ταϊβάν «εγείρουν πολύ σοβαρές απειλές για εμάς» και ότι οι πωλήσεις όπλων από τις ΗΠΑ στη νήσο αποτελούν «ακρογωνιαίο λίθο» της «σταθερότητας και της ειρήνης στην περιφέρεια».
Παρότι επισήμως δεν αναγνωρίζει την Ταϊβάν, τηρεί την πολιτική της «ενιαίας Κίνας», η Ουάσιγκτον είναι ο κυριότερος υποστηρικτής της σε διεθνές επίπεδο και ο βασικός προμηθευτής της με όπλα.
Το νησί 23 εκατομμυρίων κατοίκων ζει υπό τη μόνιμη απειλή εισβολής του κινεζικού στρατού. Από το τέλος του εμφυλίου πολέμου (1949), η κυβέρνηση της Κίνας χαρακτηρίζει την Ταϊβάν, όπου κατέφυγαν οι ηττηθείσες δυνάμεις του Κουομιντάνγκ, αποσκιρτήσασα επαρχία της, προορισμένη να επανενωθεί μια μέρα με την ηπειρωτική χώρα — διά της βίας αν χρειαστεί.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ