Εν έτει 2020, ο πατέρας Επιφάνιος, αρχιμάγειρας του Αγίου Όρους, καλωσορίζει στο ταπεινό του κατάλυμα έναν Άγγλο με εξαιρετικούς γευστικούς κάλυκες και βαθιά γνώση για το κρασί. Χρόνια νωρίτερα, ο επισκέπτης είχε διαβάσει ένα βιβλίο για τη μοναστική πολιτεία, έπειτα από μια επίσκεψη στην Ελλάδα και είχε υποσχεθεί στον εαυτό του να δει με τα μάτια του το Άγιον Όρος, αλλά και να γευτεί την ιδιαίτερη γαστρονομία και τα κρασιά του «στον τόπο τους». Ο Άγγλος επισκέπτης είναι ο Rod Smith (Ροντ Σμιθ), ένας από τους ελάχιστους (μόλις 425) Masters of Wine παγκοσμίως, κάτοχος εν ολίγοις ενός από τους πιο επίζηλους τίτλους στον κόσμο γύρω από το κρασί. Χρόνια μετά, ο Σμιθ, πρόεδρος σήμερα του Institute of Masters of Wine, περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την επίσκεψη εκείνη στον Άθω ως εξωπραγματική και ως εμπειρία ζωής και τον Επιφάνιο, που έφυγε από τη ζωή λίγους μήνες αργότερα, ως εξαιρετικό μάγειρα και οικοδεσπότη. Η γνωριμία του με το ελληνικό κρασί είχε όμως αρχίσει πολύ νωρίτερα. Όταν του ζητάμε να περιγράψει μια εξαιρετική στιγμή στην Ελλάδα, συνοδεία κρασιού, ανατρέχει στο 2009, όταν γεύτηκε ένα ερυθρό από γαλλική ποικιλία παρέα με τον οινοποιό Βαγγέλη Γεροβασιλείου και την οικογένειά του -ήταν ένα Cabernet Sauvignon, αλλά από αμπέλι ριζωμένο σε ελληνικά χώματα.
«Έχω βρει μερικά εξαιρετικά κρασιά στη Νάουσα και την ηφαστειογενή Σαντορίνη, ενώ ενδιαφέροντα είναι και εκείνα του Κτήματος Άλφα. Το Ξινόμαυρο και το Ασύρτικο είναι ιδιαίτερες ποικιλίες, που δεν υπάρχουν αλλού στον κόσμο. Στη Γαλλία, όπου ζω από το 2007 στην Κυανή Ακτή, υπάρχουν πολύ καλά κρασιά. Το πρόβλημα είναι ότι ενώ μπορείς να βρεις εύκολα καλό γαλλικό κρασί, δεν βρίσκεις ενδιαφέροντες οίνους άλλης προέλευσης. Δεν είναι τυχαίο ότι στα γαλλικά η φράση για το ξένο κρασί είναι ίδια με εκείνη για το παράξενο κρασί» λέει. Στο ερώτημα ποια θεωρεί ότι είναι η αχίλλειος πτέρνα του ελληνικού κρασιού, απαντά λακωνικά: «ο τουρισμός και ο ανταγωνισμός για τις τιμές». Όταν του ζητάμε να εμβαθύνει, εξηγεί: «Οι Άγγλοι, οι Γερμανοί και γενικά όλες οι εθνικότητες που επισκέπτονται την Ελλάδα, συνήθως θα πιουν ένα φθηνό κρασί και θα νομίζουν μετά ότι όλα τα ελληνικά κρασιά είναι κακής ποιότητας. Αντίστοιχα, με τις εξαγωγές είναι εύκολο να κάνεις λεφτά, αλλά υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός στις τιμές, οπότε συχνά βγαίνουν προς τα έξω τα πιο φθηνά κρασιά. Το ίδιο συμβαίνει στην Ισπανία και την Ιταλία. Προσωπικά πιστεύω ότι πρέπει να είσαστε πολύ υπερήφανοι για τα ελληνικά κρασιά, για τις τοπικές ποικιλίες που μόνο η Ελλάδα έχει, γιατί ο κόσμος δεν χρειάζεται ένα ακόμα Cabernet Sauvingon».
Από εικονογράφος ...Master of Wine, με ώθηση και από τη θατσερική ύφεση
Ο γεννηθείς το 1968 Σμιθ ενδεχομένως θα εργαζόταν σήμερα ως εικονογράφος, αν μια προσωρινή δουλειά για τα Χριστούγεννα και η βαθιά ύφεση κατά την πρωθυπουργία της Μάργκαρετ Θάτσερ δεν τον έστρεφαν αλλού. Αφότου πήρε το πτυχίο του στην εικονογράφηση και τις γραφικές τέχνες στο Κολλέγιο Τεχνών του Dundee, έπιασε δουλειά μερικής απασχόλησης σε κατάστημα της αλυσίδας λιανεμπορίου Oddbins στο Λονδίνο, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να καθιερωθεί ως freelance εικονογράφος. Ο ιδιοκτήτης του καταστήματος ήταν όμως «τρελός με το κρασί με μεταδοτικό τρόπο», ενώ την ίδια στιγμή ο 19χρονος Ροντ Σμιθ, που είχε μόλις αποφοιτήσει, έβλεπε την καριέρα του ως εικονογράφου να πιέζεται ανάμεσα στις Συμπληγάδες της ύφεσης της θατσερικής περιόδου.
«Το πρώτο πράγμα που κόβουν οι καταναλωτές σε τέτοιες κρίσεις είναι τα έντυπα, οπότε οι πωλήσεις των περιοδικών μειώθηκαν κάθετα. Έτσι, για λόγους περιορισμού του κόστους, τα περιοδικά μετακινήθηκαν αρχικά από την ανάθεση εικονογραφήσεων στην ανάθεση φωτογραφιών που ήταν πιο φθηνές και μετά στις στοκ φωτογραφίες, που είναι ακόμα φθηνότερες. Οπότε άρχισα να δυσκολεύομαι να βρίσκω δουλειά ως freelance εικονογράφος ή έβρισκα χειρότερα πληρωμένες δουλειές. Άρχισα λοιπόν να σκέφτομαι μήπως ασχοληθώ με το κρασί για βιοπορισμό και με τις εικόνες ως χόμπι, όπως έγινε τελικά» διηγείται ο Σμιθ, που μετακόμισε στη Νότια Γαλλία το 2007, για να ηγηθεί της ομάδας κρασιού της «Vins Sans Frontières», του κορυφαίου προμηθευτή κρασιού για τη βιομηχανία σούπερ γιοτ. Στη συνέχεια ίδρυσε τη «Riviera Wine Academy», η ιδέα για την οποία γεννήθηκε όταν άρχισε να οργανώνει γευσιγνωσίες κρασιού, εκδηλώσεις και δείπνα για μερικούς από τους πιο διάσημους και απαιτητικούς πελάτες στον κόσμο.
Μια καλή ετικέτα μπορεί να σώσει ένα κακό κρασί - Και το αντίστροφο
Παρ' όλα αυτά, η τέχνη του εικονογράφου ενίοτε συνδυάζεται με το κρασί. «Έχω δημιουργήσει περίπου 10 ετικέτες κρασιών» λέει και προσθέτει ότι μια καλή ετικέτα μπορεί να σώσει ένα κακό κρασί και μια κακή ετικέτα μπορεί να «χαντακώσει» ένα καλό. Πώς του φαίνονται οι ετικέτες στα ελληνικά κρασιά; Η Ελλάδα, λέει, έχει περισσότερη παράδοση στο κρασί από οποιονδηποτε άλλο. Όμως μια «βαριά» ετικέτα με πολλές λέξεις στα ελληνικά στη μπροστινή πλευρά της φιάλης δεν δίνει πληροφορία στον ξένο οινόφιλο που δεν γνωρίζει τη γλώσσα. «Ίσως το καλύτερο να είναι μια αφαιρετική ετικέτα μπροστά και περισσότερη πληροφορία πίσω. Πάντως, υπάρχουν παραδοσιακά κρασιά με πολύ καλές ετικέτες στην Ελλάδα» εκτιμά ο Σμιθ, που χαρακτηρίζει ως το πιο συναρπαστικό πράγμα στη δουλειά του ως Master of Wine (MW) την ποικιλία. «Δεν μπορώ να κάνω συνέχεια το ίδιο πράγμα και η φύση της δουλειάς μου, τα ταξίδια, οι συναντήσεις με ανθρώπους, η εξερεύνηση κρασιών, δίνουν στη ζωή μου ποικιλία» λέει.
Χρόνια πριν, ο πρώτος Έλληνας MW, Κωνσταντίνος Λαζαράκης, είχε εξηγήσει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τι σημαίνει και στην Ελλάδα αυτός ο θεσμός παγκοσμίου κύρους, που αποτελεί την κορωνίδα των σπουδών πάνω στο κρασί: «O θεσμός του Master of Wine (MW) "στήνει" ανθρώπους με μεγάλο βάθος και εύρος γνώσης. Το να είσαι MW δεν σημαίνει ότι κάνεις μια συγκεκριμένη δουλειά. Δεν σημαίνει ότι γίνεσαι οινολόγος ή σομελιέ ή έμπορος κρασιού, αλλά ότι έχεις πάρα πολύ καλή κατανόηση των θεμάτων που σχετίζονται με το κρασί σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, από την αμπελουργία και τις καλλιεργητικές μεθόδους μέχρι την οινοποίηση, και από τη γευσιγνωσία μέχρι τα θέματα της οινοχοΐας, της διασφάλισης ποιότητας, του μάρκετινγκ, της επιχειρηματικότητας, ακόμη και της δοκιμιογραφίας. Πρέπει να είσαι ικανός να γράψεις εξαιρετικά δοκίμια» είχε πει.
Χιλιάδες ώρες εκπαίδευσης για έναν τίτλο, στον οποίο το ταλέντο μετράει, αλλά δεν είναι αρκετό
Τον τίτλο δίνει το Ινστιτούτο των Μaster of Wines, με έδρα το Λονδίνο, που από την ίδρυσή του, το 1955, έχει ως αποστολή να καλλιεργεί τη συνεργασία μεταξύ των μελών της παγκόσμιας οινικής κοινότητας και να προάγει τη μάθηση κυρίως μέσα από τα προγράμματα σπουδών του εκπαιδευτικού οργανισμού Wine & Spirits Educational Trust (WSET). Γιατί είναι σπουδαίος ο τίτλος του MW και πόσο απαραίτητο είναι το ταλέντο για να μπορέσεις να τον αποκτήσεις; ρωτήσαμε τον Ροντ Σμιθ. «Σημερα υπάρχουν μόλις 425 Masters of Wine παγκοσμίως, καθώς τέσσερις προστέθηκαν την περασμένη εβδομάδα. Ο τίτλος είναι σπουδαίος, γιατί ειναι o κολοφών για την εκπαίδευση των ανθρώπων που ασχολούνται με το κρασί, το υψηλότερο επαγγελματικό προσόν στο πεδίο. Χρειάζεται μεγάλη αφοσίωση για να γίνεις Master of Wine, απαιτούνται τρία χρόνια σπουδών το λιγότερο και πέντε χρόνια κατά μέσο όρο. Ναι, χρειάζεται ταλέντο, αλλά είναι και θέμα εξάσκησης και αφοσίωσης. Χρειάζονται χιλιάδες ώρες δουλειάς, για να μπορέσεις να πάρεις τον τίτλο» επισημαίνει.
Στο ερώτημα πώς αναμένεται να επηρεάσει τον κλάδο του κρασιού η κλιματική κρίση, απαντά: «Τα αμπέλια είναι πιο έξυπνα από ό,τι φανταζόμαστε και μπορούν να προσαρμόζονται, είναι περιέργως ανθεκτικά. Ναι, λόγω της κλιματικής αλλαγής υπάρχει πρώιμος τρύγος σε κάθε κλίμα που μπορείς να σκεφτείς. Αυτό σημαίνει πως και οι άνθρωποι θα πρέπει να προσαρμοστούν. Για να έχουμε πιο ανθεκτικό αμπέλι, χρειαζόμαστε πιο ανθεκτικούς ανθρώπους» καταλήγει ο Σμιθ, τον οποίο συναντήσαμε στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή τη συμμετοχή του επιτροπή αξιολόγησης του διαγωνισμού «Thessaloniki Wine & Spirits Trophy 2025», που διοργανώνει η Ένωση «Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος». Οι συμμετοχές στον διαγωνισμό έσπασαν φέτος ρεκόρ και έφτασαν τις 1.030 από Ελλάδα και Κύπρο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ