Έχουν περάσει τρία χρόνια από τη ψήφισή του και, όπως φαίνεται, ο νόμος για τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου στο Δημόσιο μένει «στα χαρτιά». Και αυτό καθώς, όπως δείχνει έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σε πάνω από τους μισούς φορείς δεν έχει συσταθεί καν η επιτροπή ελέγχου, ενώ σε όσους υπάρχει υπολειτουργεί. Η έκθεση αποκαλύπτει ανυπαρξία των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, συγκέντρωση αναθέσεων σε εξωτερικούς συνεργάτες και έλλειψη διαδικασιών.
Η αρχική καταγραφή ως προς την εγκατάσταση και λειτουργία συστήματος εσωτερικού ελέγχου καθώς και τη σύσταση των σχετικών μονάδων καταδεικνύει ότι η «μεγάλη πλειοψηφία των φορέων είτε δεν είχε προβεί σε κάποια ενέργεια είτε βρισκόταν στα αρχικά στάδια σχεδιασμού», σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.
Περισσότεροι από τους μισούς φορείς (ποσοστό 56%) δεν έχουν τροποποιήσει τον οργανισμό τους προκειμένου να συστήσουν μονάδες εσωτερικού ελέγχου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 και 10 του ν. 4795/2021.

Από τους υπόλοιπους φορείς (ποσοστό 44% περίπου), οι περισσότεροι από τους μισούς (ποσοστό 53,68%) δεν έχουν προβλέψει καμία οργανική θέση για τη στελέχωση της μονάδας ενώ το 28,5% δεν έχει καλύψει τις θέσεις αυτές.
Τέλος, ποσοστό 62% περίπου των υπηρετούντων σε μονάδες υπαλλήλων δεν έχει λάβει μέχρι σήμερα την απαιτούμενη από το νόμο πιστοποίηση εσωτερικού ελεγκτή.
Μεγάλη υστέρηση παρατηρείται στα οργανωτικά ζητήματα των μονάδων καθώς αξιοσημείωτο ποσοστό των μονάδων εσωτερικού ελέγχου (30-40%) δεν έχει εκδώσει τους Κανονισμούς Λειτουργίας και τα Εγχειρίδια Ελέγχου.
Διαπιστώνεται επιπλέον ότι το μεγαλύτερο μέρος των ΜΕΕ δεν ασκεί κρίσιμες αρμοδιότητες όπως αυτές του ελέγχου της ορθής εκτέλεσης των Π/Υ και της αξιοπιστίας των οικονομικών αναφορών, καθώς και της διαβεβαίωσης για την επάρκεια των ΣΕΕ των φορέων τους.
Αναθέσεις
Από το Ελεγκτικό Συνέδριο, διαπιστώθηκε η συγκέντρωση αναθέσεων σε περιορισμένο αριθμό αναδόχων (εξωτερικών συνεργατών) για την υποστήριξη της λειτουργίας των μονάδων καθώς και τη συγκρότηση των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου.
Επιπλέον, μεγάλο ποσοστό των φορέων δεν εξέτασε για τους αναδόχους τους την πιθανή συνδρομή των λόγων αποκλεισμού ή την ύπαρξη συνθηκών σύγκρουσης συμφερόντων (ποσοστό περίπου 42% των φορέων δεν διενήργησε τον εν λόγω έλεγχο).
Τέλος, ειδικά στις περιπτώσεις φορέων των οποίων η χαρτογράφηση των διαδικασιών έγινε από εξωτερικούς συνεργάτες, παρουσιάζεται, ως στατιστικά σημαντικό φαινόμενο, μέρος των καταγεγραμμένων διαδικασιών να μην είναι σε ισχύ ή λειτουργικές.
«Η υποστελέχωση, σε συνδυασμό με την έλλειψη εξειδικευμένων γνώσεων στους ΦΔΤ που καταφεύγουν στην επιλογή των εξωτερικών συνεργατών είτε για τη συγκρότηση του ΣΕΕ είτε για αυτή καθαυτή τη λειτουργία της ΜΕΕ, ενέχει κινδύνους ως προς την ποιότητα τόσο των παραδοτέων όσο και των εκτελούμενων εργασιών», σημειώνει η έκθεση.
Παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση στην έκδοση των Υπουργικών Αποφάσεων καθορισμού ή εξειδίκευσης των κριτηρίων σύστασης ΜΕΕ στους εποπτευόμενους φορείς της ΓΚ. Ως αποτέλεσμα, οι φορείς αυτοί υπολείπονται σημαντικά σε σχέση με τους υπόλοιπους ΦΔΤ στη σύσταση, οργάνωση και λειτουργία των ΜΕΕ.
Παρατηρείται μεγάλη υστέρηση στη συγκρότηση των Επιτροπών Ελέγχου στους ΦΔΤ. Το γεγονός αυτό εν μέρει δικαιολογείται από τη μη παρέλευση του προβλεπόμενου δεκαοκταμήνου από την ημερομηνία σύστασης των ΜΕΕ ή ανάθεσης της λειτουργίας τους σε εξωτερικούς συνεργάτες. Πλην όμως, ειδικά στους φορείς που έχουν αναθέσει τη λειτουργία της ΜΕΕ σε εξωτερικούς συνεργάτες, και στους οποίους δεν υπηρετεί κανένας υπάλληλος με σχετική γνώση στα θέματα του εσωτερικού ελέγχου, μειώνεται περαιτέρω η δυνατότητα των φορέων αυτών να ελέγξουν την ποιότητα και αξιοπιστία των εργασιών καθώς και των παραδοτέων των αναδόχων.
Διαπιστώνεται ότι εκδίδονται εκθέσεις με Γνώμη επί του ΣΕΕ σε φορείς στους οποίους είτε δεν έχει εκκινήσει η διαδικασία καταγραφής του ΣΕΕ είτε αυτή βρίσκεται σε αρχικά στάδια. Το φαινόμενο αυτό εντοπίζεται κυρίως σε φορείς που υποστηρίζονταν ως προς την λειτουργία του εσωτερικού ελέγχου μόνο από εξωτερικούς αναδόχους.
Χωρίς διαδικασίες
Ακόμη, το μεγαλύτερο μέρος των φορέων δημοσίου τομέα δεν έχει προχωρήσει επαρκώς στην καταγραφή των διαδικασιών που επιφέρουν δημοσιονομικές συνέπειες. Το φαινόμενο αυτό είναι οριζόντιο, αφορά δηλαδή σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες ΦΔΤ, με εξαίρεση τις ανεξάρτητες αρχές, η κατάσταση των οποίων είναι συγκριτικά καλύτερη.
Η συντριπτική πλειοψηφία των φορέων βρίσκεται ακόμα σε «εμβρυικό» στάδιο αναφορικά με τον εντοπισμό των πιθανών δημοσιονομικών κινδύνων για κάθε διαδικασία που έχει συμπεριλάβει στη χαρτογράφηση. Εξαίρεση αποτελούν τα νοσοκομεία και οι ανεξάρτητες αρχές, ικανός αριθμός των οποίων έχει προχωρήσει τη σχετική διαδικασία.