Το Κουρδικό δημοψήφισμα της 25ης Σεπτέμβρη δημιουργεί νέα στρατηγικά δεδομένα σε μία ευαίσθητη για την παγκόσμια ασφάλεια περιοχή. Επιπλέον θέτει διλήμματα σε συστημικούς και εξωσυστημικούς παίκτες οι οποίοι ερίζουν με αντικείμενο την ενίσχυση της επιρροής τους στην περιοχή. Η έκβαση του δημοψηφίσματος θα πρέπει να θεωρείται μάλλον δεδομένη ωστόσο δεν σηματοδοτεί αυτόματα τη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους.
Η ουσιαστική διπλωματική εμπλοκή του Ισραήλ έγινε όταν οι ΗΠΑ ζήτησαν από την Κουρδική ηγεσία να αναβάλλει το δημοψήφισμα, καθώς η έκβαση του – προφανώς η Ουάσινγκτον θεωρεί δεδομένη την επικράτηση του ναι στην ανεξαρτησία – θα δημιουργούσε νέες παραμέτρους στην εξίσωση περιφερειακής ασφάλειας και στην προσπάθεια αντιμετώπισης του ΙΚ.
Με τη σειρά του το Ιράν ζήτησε από τις αρχές στο Κιρκούκ να αποτρέψουν τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος [1], αφού η Τεχεράνη έχει πάρει σαφή θέση κατά της δημιουργίας Κουρδικού κράτους το οποίο θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στη διεύρυνση του φιλο-ιρανικού σιιτικού τόξου.
Παρά τις αντιρρήσεις της Ουάσινγκτον για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, οι ΗΠΑ (όπως και το Ισραήλ) μακροστρατηγικά επιθυμούν τη δημιουργία ενός κράτους που δεν θα εξυπηρετεί τα ιρανικά συμφέροντα. Θα είναι μία αναγνώριση της τεράστιας συνεισφοράς των Κούρδων στον αγώνα κατά των τζιχαντιστών. Η τήρηση της δέσμευσης τους πρέπει μάλλον να θεωρείται δεδομένη, ωστόσο εκτιμούν ότι ο παράγοντας χρόνος δεν ευνοεί αυτή τη στιγμή. Ιδιαίτερα κρίσιμα ζητήματα είναι πρώτον αυτό που αφορά τον έλεγχο του Sinjai (κυρίαρχο στοιχείο εκεί Κούρδοι που πρόσκειται στο PKK) και του Κιρκούκ και δεύτερον αν θα διαφυλαχτεί η ενότητα του Κουρδικού στοιχείου. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντική η εμπλοκή των ΗΠΑ οι οποίες στο παρελθόν (1998) είχαν πετύχει τον τερματισμό του εμφυλίου μεταξύ των Κούρδων.
Η Τουρκία αγωνίζεται να αποτρέψει τη δημιουργία Κουρδικού κράτους. Μία τέτοια εξέλιξη μάλιστα έχει τη δυναμική να ανατρέψει οριστικά την πολιτική και ιδεολογική παντοδυναμία του Τ. Ερντογάν και να τον φέρει αντιμέτωπο με τη μεγαλύτερη εθνική ήττα της χώρας στη σύγχρονη ιστορία της.
Κατά της δημιουργίας Κουρδικού κράτους είναι και το Ιράκ, η ηγεσία του οποίου ιστορικά αντιμετωπίζει τους Κούρδους (περίπου το 20% του πληθυσμού της χώρας) ως ένα ξένο σώμα. Στο παρελθόν χρησιμοποίησε κάθε μέσο προκειμένου να τους περιθωριοποιήσει ή να τους εξανδραποδίσει όπως έγινε με τη μαζική χρήση χημικών κατά αμάχων στα τέλη της δεκαετίας του ‘80.
Σημαντικός παράγοντας στις μελλοντικές εξελίξεις θα αποτελέσει το Ισραήλ. Στις αρχές Αυγούστου ο Μ. Νετανιάχου μιλώντας σε αντιπροσωπεία 33 Ρεπουμπλικανών Γερουσιαστών δήλωσε ότι οι Κούρδοι θα πρέπει να αποκτήσουν το δικό τους κράτος. “Είναι ένας γενναίος λαός που μοιράζεται τις αξίες μας» είπε, μία δήλωση που συνέπεσε με την προτροπή Τίλερσον προς τους Κούρδους να αναβάλλουν το δημοψήφισμα, μία προτροπή που παραπέμπει σε αλλαγή τακτικής και όχι στρατηγικής.
Η δήλωση Νετανιάχου ουσιαστικά αποτελούσε μήνυμα προς την Ουάσινγκτον και τον Ν. Τραμπ. Επί της ουσίας Ισραήλ και ΗΠΑ δεν φαίνεται να έχουν οντολογικές διαφορές στο ζήτημα, αλλά διαφορές μόνο όσον αφορά τη χρονική στιγμή για το μεγάλο βήμα μπρος για τους Κούρδους. Η δήλωση ήρθε λίγες μόνο μέρες μετά την επίσκεψη ομάδας Κούρδων από το Ιράκ οι οποίοι ζήτησαν από τον κ. Νετανιάχου να στηρίξει την ανεξαρτησία τους και να επηρεάσει θετικά την Ουάσινγκτον που ζητούσε την αναβολή του δημοψηφίσματος. Η πληροφορία αυτή ανακοινώθηκε από ηγετικό στέλεχος του Zionist Union, την Ksenia Svetlova και μπορεί να εκληφθεί ως ένα μήνυμα του Τέλ Αβίβ σε όσους επιθυμούν την αναβολή του κουρδικού δημοψηφίσματος.
Ωστόσο μία αναβολή θα ενίσχυε τη στρατηγική του Ιράν, θα ενδυνάμωνε πολιτικά τον Τ. Ερντογάν και θα έθετε υπό οντολογική αμφισβήτηση τη δέσμευση των ΗΠΑ να στηρίξουν τον πλέον πιστό σύμμαχο τους στην περιοχή. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι Κούρδοι δεν διάκεινται φιλικά προς το Ιράν είναι κατανοητό γιατί το Τελ Αβίβ επιθυμεί να ενισχύσει τους Κούρδους και να δημιουργήσει ένα ανάχωμα στην αυξανόμενη, σύμφωνα με εκτιμήσεις ισραηλινών, ιρανική επιρροή στην περιοχή. Μάλιστα οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Κούρδων έχουν ενισχυθεί σημαντικά μέσα από τη δημιουργία ειδικής ομάδας εργασίας στην Knesset η οποία οικοδομεί σταθερά τις διμερείς σχέσεις.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι Τουρκία, Ιράν, Συρία και Ιράκ δεν στηρίζουν τη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους οι Κούρδοι αναζητούν άμεση στήριξη από το Ισραήλ και μεσοπρόθεσμα ουσιαστική στήριξη από τις ΗΠΑ. Η κουρδική ηγεσία είναι ανοιχτή σε κάθε συνεργασία με το Τελ Αβίβ το οποίο αξιολογεί ως έναν ιδιαίτερα σημαντικό σύμμαχο. Η δημιουργία κουρδικού κράτους ικανοποιεί έναν άξονα στρατηγικών συμφερόντων και των δύο πλευρών, αφού οι επιδιώξεις τους λειτουργούν συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά. Ισραηλινοί αξιωματούχοι μάλιστα κάνουν ταύτιση της περίπτωσης των Κούρδων με αυτή της δημιουργίας του κράτους του Ισραήλ, θέτοντας με αυτόν τον τρόπο την ηθική διάσταση ανάγκης στήριξης των Κούρδων.
Το Ισραήλ επιθυμεί να εκμεταλλευτεί τη δημιουργία ενός Κουρδικού κράτους προκειμένου να δημιουργήσει στην ευρύτερη περιοχή ένα ισχυρό ανάχωμα της ιρανικής επιρροής. Μάλιστα δεν είναι λίγες οι φωνές που προτείνουν πλήρη στήριξη του Κουρδικού κράτους από το Ισραήλ, επιλογή που θα ενισχύσει την ασφάλειά του και την αναμενόμενη προσπάθεια αποσταθεροποίησής του από Ιράν και Τουρκία (και όχι μόνο). Με τη δημιουργία Κουρδικού κράτους το Ιράν ανακόπτεται εδαφικά στην προσπάθειά του να δημιουργήσει μία σιιτική ζώνη ελέγχου που εκτείνεται στο τρίγωνο Περσικός Κόλπος – Μεσόγειος – Ερυθρά Θάλασσα. Ως αποτέλεσμα, η δημιουργία ενός Κουρδικού κράτους που θα βρίσκεται υπό την επιρροή του Τελ Αβίβ θα δημιουργήσει πρώτον κενό στο ζωτικό χώρο που χρειάζεται η Τεχεράνη και δεύτερον προβλήματα εφοδιασμού και χρηματοδότησης φιλο-ιρανικών ομάδων από το Ιράν.
Η σύμπραξη Κούρδων και Ισραήλ μοιάζει με μία αυτοεκπληρούμενη ιστορική προφητεία, αφοί και οι Κούρδοι αντιμετωπίζονται με εχθρότητα από πολλούς στον Αραβικό Κόσμο. Σε μία εντυπωσιακή ιστορικά καταγραφή σε άρθρο τη δεκαετία του ‘60 [2] ο Υπουργός Άμυνας του Ιράκ κατηγόρησε τους Κούρδους ότι ήθελαν να δημιουργήσουν στην περιοχή ένα «δεύτερο Ισραήλ». Αυτό λόγω της επιθυμίας τους να δημιουργήσουν ανεξάρτητο κράτος. Συνέχισε, υποστηρίζοντας ότι «Δύση και Ανατολή στηρίζουν τους επαναστάτες (Κούρδους) που θέλουν να δημιουργήσουν ένα νέο ισραηλινό κράτος στο βορρά όπως είχε συμβεί και το 1948 με τη δημιουργία του Ισραήλ. Η ιστορία επαναλαμβάνεται». Τα παραπάνω ενέχουν ιστορικο-στρατηγική αξία και ενδεχομένως οδηγούν σε ένα ιστορικό αναπόφευκτο, τη στήριξη των Κούρδων από το Ισραήλ.
[1] Στο Κιρκούκ κυρίαρχο στοιχείο είναι οι Peshmerga, πρωτεργάτες της εκπαραθύρωσης του ΙΚ από την περιοχή. Θεωρείται η πολιτισμική πρωτεύουσα του μελλοντικού κουρδικού κράτους, ωστόσο Τουρκμένοι και λοιποί Άραβες δεν είναι διατεθειμένοι να παραδώσουν τον έλεγχό του.
[2] Ofra Bengio, Middle East Quarterly, 1966