Σήμερα, που η ελληνική ναυπηγική βιομηχανία εμφανίζει σημάδια αναγέννησης, με τα ναυπηγεία της Σύρου να κάνουν την έναρξη της νέας εποχής, ίσως είναι μία χρυσή ευκαιρία ο ακτοπλοϊκός στόλος, που αντιμετωπίζει την πρόκληση για μείωση των αέριων ρύπων και άρα του περιβαλλοντικού του αποτυπώματος, αλλά και της αναγκαίας ανανέωσης αρκετών μονάδων του, να αξιοποιήσει τις ναυπηγοεπισκευαστικές μονάδες που υπάρχουν.
Αυτό επισημαίνει το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς, με αφορμή και την πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ για την ακτοπλοΐα.
Το ΕΒΕΠ κάνει λόγο για ευκαιρία όχι μόνο για μετασκευές, αλλά και για ναυπηγήσεις νέων πλοίων που θα χαρακτηρίζονται από σειρά σχεδιαστικών και περιβαλλοντικών καινοτομιών.
Το Ε.Β.Ε.Π., πρόσφατα, με επιστολή του στα συναρμόδια υπουργεία, υποστήριξε τη θέση, ότι τα ελληνικά ναυπηγεία μπορούν να ναυπηγήσουν κάθε τύπο πλοίου δεδομένου ότι στις ελληνικές ναυπηγικές μονάδες υπάρχει ζέουσα τεχνογνωσία η οποία πρέπει να αξιοποιηθεί.
«Η Ελλάδα, ως πολυνησιωτική χώρα, είναι αναγκασμένη να ακολουθήσει τον μονόδρομο της αναβάθμισης παλαιότερων πλοίων, αλλά και την αντικατάσταση πολλών παλαιών πλοίων που υπηρετούν το εθνικό δίκτυο θαλασσίων μεταφορών», τονίζει το ΕΒΕΠ.
Σε δήλωσή του, ο πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., κ. Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνει:
«Το Ε.Β.Ε.Π. υποστηρίζει, και θα συνεχίσει να στηρίζει, τις ναυπηγοεπισκευαστικές και μεταφορικές δραστηριότητες που ενυπάρχουν στην επιβατηγό ναυτιλία, στοχεύοντας στην προοπτική ανάπτυξης και ανανέωσης του ακτοπλοϊκού μας στόλου. Η συνεισφορά της ακτοπλοΐας στην ελληνική οικονομία με 13,6 δισ. ευρώ ή 7,4% του ΑΕΠ και με 8,5% συμμετοχή στην απασχόληση, εάν στηριχθεί όπως σε άλλες χώρες της ΕΕ με κοινοτικά κονδύλια, έχει μεγάλες δυνατότητες μεγέθυνσης.»