Με εκτιμήσεις για αργή εκκίνηση, αλλά με πραγματική αισιοδοξία για το γ΄ τρίμηνο του έτους, υποδέχονται οι τράπεζες το άνοιγμα του Τουρισμού στις 15 Μαΐου.
Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο insider.gr, η τουριστική σεζόν μπορεί μεν να ανοίξει «νωχελικά», ωστόσο το τρίμηνο Ιουλίου – Σεπτεμβρίου αναμένεται εξαιρετικό, υποστηριζόμενο από σειρά θετικών συνθηκών:
α) το τείχος ανοσίας κατά του Covid-19 που θα έχει χτιστεί, αφού εκτιμάται ότι το 50% των Ευρωπαίων πολιτών θα έχει κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου ή τουλάχιστον το 35% θα έχει εμβολιαστεί και με τις δύο δόσεις και το 50% με τη μία,
β) θα έχει ανοίξει η αγορά της Μ. Βρετανίας, η οποία δεν έχει εντάξει ακόμη στους «πράσινους» προορισμούς την Ελλάδα. Όπως σημειώνουν, η βρετανική αγορά δουλεύει και «στις ουρές», με κρατήσεις Μάιο, Ιούνιο και Οκτώβριο, καθώς οι Άγγλοι τουρίστες αναζητούν ευκαιρίες και εκπτώσεις,
γ) θα έχει ανοίξει η αγορά των ΗΠΑ, η οποία ήταν πέρυσι κλειστή. Ήδη, οι United και Delta Airlines έχουν προγραμματίσει απευθείας πτήσεις για Αθήνα από τις αρχές Ιουλίου,
δ) αναμένεται ο τουρισμός από Ρωσία, ο οποίος παραδοσιακά έρχεται στην Ελλάδα από τις 10 Ιουλίου και μετά, και κυρίως Αύγουστο και Σεπτέμβριο.
Όπως αναφέρουν τα τραπεζικά στελέχη στο insider.gr, η δομή των τουριστικών εσόδων στη χώρα μας ανά τρίμηνο διαμορφώνεται ως εξής: το α΄ τρίμηνο του έτους συγκεντρώνει μόλις το 5% - 7% των συνολικών εσόδων, το β΄ τρίμηνο (που περιλαμβάνει Μάιο, Ιούνιο) το 18% - 20% των εσόδων, το γ΄ τρίμηνο το 65% και το τελευταίο τρίμηνο του έτους το 10%. Επομένως, το κρίσιμο και καταλυτικό είναι το γ΄ τρίμηνο για το οποίο οι προσδοκίες είναι εξαιρετικές, ενώ το β΄ τρίμηνο είναι μεν σημαντικό, αλλά όχι κρίσιμο.
Οι τράπεζες αναμένουν ότι τα έσοδα της φετινής χρονιάς από το Τουρισμό θα κινηθούν στο 50% του 2019, από το 23% που συγκέντρωσε το 2020 σε σχέση με τα έσοδα του 2019, ενώ το 2022 οι εισπράξεις από τον Τουρισμό θα φτάσουν στο 80% αυτών του 2019.
Σημειώνεται ότι πέρυσι, η τουριστική σεζόν στην Ελλάδα άνοιξε την 1η Ιουλίου. Φέτος ανοίγει στις 15 Μαΐου και αναμένεται ότι θα παραταθεί μέχρι τον Οκτώβριο.
Το «νωχελικό» άνοιγμα του Τουρισμού που αναμένουν οι τράπεζες μεταφράζεται σε λειτουργία με capacity της αγοράς 30% τον Μάιο και 50% - 55% τον Ιούνιο. Τον Ιούλιο εκτιμάται ότι θα λειτουργεί το 80% των ξενοδοχείων της χώρας. Πέρυσι, Ιούλιο – Αύγουστο – Σεπτέμβριο δεν είχε ανοίξει ούτε το 50% των τουριστικών μονάδων.
Εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση και εισπράξεις το 2020 στην Ελλάδα και τους ανταγωνιστικούς προορισμούς της Μεσογείου
Ενδιαφέροντα στοιχεία για την πηγή τουριστικών εσόδων της χώρας, δημοσιεύονται στην Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ για το έτος 2020.
Οι κυριότερες χώρες προέλευσης ταξιδιωτών στην Ελλάδα είναι η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ και η Ρωσία, που αντιπροσωπεύουν το 36% των αφίξεων και το 51% των σχετικών εισπράξεων στην Ελλάδα την πρόσφατη περίοδο 2016-2019. Το 2020 τα εν λόγω μερίδια των συγκεκριμένων χωρών αυξήθηκαν σε 48% και 60% αντίστοιχα, υποδηλώνοντας ότι η χώρα διατήρησε τη θέση της στις προτιμήσεις των ταξιδιωτών. Παρατηρείται ότι η Γερμανία, ως χώρα προέλευσης ταξιδιωτών, αύξησε σημαντικά το μερίδιό της στις αφίξεις και ακόμη περισσότερο στη δαπάνη (εισπράξεις), ενώ το ίδιο παρατηρήθηκε σε μικρότερο βαθμό για το Ηνωμένο Βασίλειο και ορισμένες άλλες χώρες προέλευσης ταξιδιωτών.
Αυτό σημαίνει ότι εκείνοι οι οποίοι ταξίδεψαν στην Ελλάδα το 2020 πραγματοποίησαν αυξημένη δαπάνη ανά ταξίδι σε σχέση με το 2019. Συνολικά, η άνοδος της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι οφείλεται κυρίως στην αύξηση της μέσης διάρκειας παραμονής, που δικαιολογείται και από το γεγονός ότι μειώθηκε σημαντικά ο αριθμός ταξιδιωτών από κοντινές χώρες προέλευσης, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, οι οποίοι τα προηγούμενα έτη πραγματοποιούσαν πολλαπλά ταξίδια αυθημερόν. Επίσης, φαίνεται να έχει βελτιωθεί η δυνατότητα των κατοίκων των ευρωπαϊκών χωρών να πραγματοποιήσουν αυξημένη δαπάνη ανά ταξίδι. Σύμφωνα με τα στοιχεία του γ΄ τριμήνου του 2020, οι ταξιδιώτες δαπάνησαν κατά 23% περισσότερο σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019. Τέλος, όσον αφορά τις αφίξεις ειδικότερα, τα μερίδια της Γερμανίας, της Πολωνίας, της Κύπρου και της Ελβετίας επί του συνόλου κατέγραψαν τη μεγαλύτερη αύξηση σε σχέση με το 2019, ενώ τα μερίδια της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και του Βελγίου κατέγραψαν τη μεγαλύτερη μείωση.
Εξελίξεις ανά περιφέρεια
Οι επιδόσεις στις εισπράξεις και τις επισκέψεις διαφοροποιούνται αρκετά μεταξύ των περιφερειών της ελληνικής επικράτειας. Ο κύριος όγκος των επισκεπτών συγκεντρώνεται συνολικά στις τρεις περιφέρειες Νοτίου Αιγαίου, Κρήτης και Ιονίων Νήσων, που περιλαμβάνουν τα νησιά με τις καλύτερες τουριστικές υποδομές και τη μεγαλύτερη τουριστική ζήτηση. Παράλληλα, μαζί με τις περιφέρειες της Αττικής (Αθήνα) και της Κεντρικής Μακεδονίας (Θεσσαλονίκη-Χαλκιδική), αυτές οι πέντε περιφέρειες αντιπροσωπεύουν πάνω από το 80% των εισπράξεων. Το πρώτο εννεάμηνο του 2020, το μερίδιο των εν λόγω νησιωτικών περιφερειών στις εισπράξεις και τις επισκέψεις μειώθηκε κατά 12,2 και 12,3 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα και οι απώλειες αυτές είχαν τη μεγαλύτερη συμβολή (κατά 48 και 33 ποσοστιαίες μονάδες) στη μείωση των συνολικών εισπράξεων και επισκέψεων αντίστοιχα. Η πτώση αυτή δεν μπόρεσε να αντισταθμιστεί επαρκώς από τον εσωτερικό τουρισμό, οποίος κατέχει μικρή μερίδα. Μάλιστα, με βάση τα στοιχεία της Έρευνας Διακοπών της ΕΛΣΤΑΤ για το 2019, οι δαπάνες των ημεδαπών μειώθηκαν κατά 6,8% σε σχέση με το 2018. Από την άλλη πλευρά, η καθιέρωση της Αθήνας ως προορισμού διακοπών πόλης (city break) έδωσε ιδιαίτερη ώθηση στην περιφέρεια Αττικής, η οποία το πρώτο εννεάμηνο του 2020 αύξησε το μερίδιό της κατά 10,7 ποσ. μον. στις εισπράξεις και κατά 7,5 ποσ. μον. στις επισκέψεις. Αυτό το αποτέλεσμα διαμορφώθηκε από το α΄ τρίμηνο του έτους και την πολύ καλή επίδοση της Αθήνας, όπου η περιφέρεια Αττικής κατέγραψε αύξηση κατά 3,3 ποσ. μον. στο μερίδιό της επί των εισπράξεων. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι και οι υπόλοιπες επτά περιφέρειες αύξησαν το μερίδιό τους στις εισπράξεις και τις επισκέψεις κατά 2,8 και 2,7 ποσ. μον. αντίστοιχα.
Εξελίξεις στους ανταγωνιστικούς προορισμούς της Μεσογείου − Μερίδια αγοράς
Η αγορά της Μεσογείου αντιπροσωπεύει το 23% των αφίξεων του παγκόσμιου τουρισμού για το 2020, σημειώνοντας αύξηση του μεριδίου της στον αριθμό των αφίξεων κατά 2 ποσ. μον. σε σχέση με το 2019. Η δυναμική της περιοχής κατά το πρώτο δίμηνο του 2020, πριν από την εμφάνιση της πανδημίας, ήταν σταθερή, αφού οι αφίξεις κατέγραψαν αύξηση του μεριδίου τους στο σύνολο παγκοσμίως κατά 1,9 ποσ. μον. Οι θετικές προοπτικές και για την Ελλάδα, προ της πανδημίας, φαίνονται και από τις τάσεις στο πρώτο δίμηνο του 2020, κατά το οποίο η Ελλάδα κατέγραψε τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση στην περιοχή μετά την Τουρκία, η οποία ενδεχομένως ενισχύθηκε και από την πτώση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας. Μάλιστα, το πρώτο δίμηνο δεν ανήκει στους μήνες υψηλής τουριστικής κίνησης για την Ελλάδα, γεγονός που καταδεικνύει το αποτέλεσμα της προσπάθειας ανάπτυξης του τουρισμού πόλεων (city break).
Οι εξελίξεις κάτω από τις ιδιαίτερες συνθήκες της πανδημίας δείχνουν ότι στο σύνολο του 2020 η Ελλάδα έχασε μερίδιο στην αγορά της Μεσογείου, παρά την πολύ καλή εικόνα όσον αφορά τη διαχείριση του πρώτου κύματος της πανδημίας, η οποία προσέφερε στην Ελλάδα την ευκαιρία να προβληθεί ως υγειονομικά ασφαλής προορισμός για τους εν δυνάμει ταξιδιώτες. Η κατάταξη της χώρας με βάση το μερίδιο των αφίξεων στο σύνολο της αγοράς δεν μεταβλήθηκε, ενώ χειροτέρευσε με βάση το μερίδιο στις εισπράξεις.
Οι περισσότερες χώρες έχασαν μερίδιο αγοράς, με την Ιταλία να εμφανίζεται ως ο πλέον ωφελημένος προορισμός, παρά τη δραματική εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα αυτή. Από τη σύγκριση των στοιχείων για το α΄ και το γ΄ τρίμηνο του 2020 φαίνεται ότι η Ιταλία το γ΄ τρίμηνο έχει μεγαλύτερο μερίδιο στις αφίξεις και στις εισπράξεις της αγοράς της Μεσογείου από ό,τι το α΄ τρίμηνο. Αυτό σημαίνει ότι η καλύτερη επίδοσή της οφείλεται στη μεγαλύτερη τουριστική περίοδο σε σχέση με την Ελλάδα και σε εναλλακτικές μορφές τουρισμού πέρα από το προϊόν «ήλιος και θάλασσα».