Σύσκεψη της Ομάδας Διαχείρισης Κρίσης για την επάρκεια του ηλεκτρικού συστήματος, υπό το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, πρόκειται να πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα το μεσημέρι. Στη σύσκεψη θα τεθούν επί τάπητος όλες οι παράμετροι που αφορούν τη λειτουργία του συστήματος, ώστε να συνεκτιμηθεί το επίπεδο της ασφάλειας τροφοδοσίας για τους επόμενους χειμερινούς μήνες.
Στην Ομάδα συμμετέχουν οι επικεφαλής της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), οι διαχειριστές των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ), ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς αερίου (ΔΕΣΦΑ), καθώς και οι ηλεκτροπαραγωγοί.
Με τη στροφή των καταναλωτών στη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας για θέρμανση, τα κύματα ψύχους οδηγούν σε κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια, «δοκιμάζοντας» έτσι τις αντοχές του συστήματος. Ως αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια, μέσα στο τρίμηνο από τον Δεκέμβριο έως τον Φεβρουάριο καταγράφεται η μεγαλύτερη ετήσια «επίδοση» για τις ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που διακινούνται μέσω του δικτύου μεταφοράς.
Ανάγκη ετοιμότητας όλων των μονάδων
Ειδικά φέτος, η κατάσταση περιπλέκεται από την ενεργειακή κρίση, καθώς οι υψηλές διεθνείς τιμές φυσικού αερίου αποτελούν ένα ακόμη παράγοντα που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στην εκτίμηση της ασφάλειας τροφοδοσίας με καύσιμο, το οποίο έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στο εγχώριο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής.
Την ίδια στιγμή, οι αναταράξεις που έχει προκαλέσει η ενεργειακή κρίση στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού, καθιστά πιο επισφαλείς τις προβλέψεις για τα επίπεδα στα οποία θα κινηθούν οι εισαγωγές. Κι αυτό γιατί είναι πιο δύσκολο να εκτιμηθεί πώς θα διαμορφωθούν οι τιμές στην ελληνική αγορά ρεύματος, σε σύγκριση με αυτές των γειτονικών κρατών – ειδικά μάλιστα στο σενάριο που στις βορειότερες χώρες επικρατήσουν αρκετά χαμηλές θερμοκρασίες.
Έτσι, στο πλαίσιο της ενημέρωσης για την επάρκεια του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής τη χειμερινή περίοδο, την οποία στέλνει κάθε Οκτώβριο ο ΑΔΜΗΕ στη ΡΑΕ, ο Διαχειριστής επισημαίνει ότι σε συνθήκες υψηλής ζήτησης, θα πρέπει να είναι διαθέσιμες όλες οι θερμοηλεκτρικές μονάδες λιγνίτη και φυσικού αερίου. Για την απρόσκοπτη λειτουργία τους, όπως είναι φυσικό, θα πρέπει να διασφαλισθεί και η επάρκεια καυσίμου για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σύμφωνα με τον ΑΔΜΗΕ, σε συνθήκες ισχυρού ψύχους τους μήνες Δεκέμβριος 2021-Φεβρουάριος 2022, θα απαιτηθεί μέγιστη ισχύς 8,8-9,5 GW και μέγιστη ημερήσια ενέργεια 180-190 GWh προκειμένου να καλυφθεί η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια στη χώρα.
Θετικό «crash test» ο καύσωνας του περασμένου καλοκαιριού
Πηγές πάντως από τους αρμόδιους φορείς εκφράζουν συγκρατημένη αισιοδοξία ότι, ακόμη και στο πιο δυσοίωνο σενάριο, το σύστημα θα αντεπεξέλθει σε υψηλές καταναλώσεις που θα αγγίζουν τα παραπάνω νούμερα.
Όπως επισημαίνουν, στην εκτίμηση αυτή συνηγορεί κατ΄ αρχάς η αξιόπιστη λειτουργία των θερμοηλεκτρικών σταθμών, όπως αποδείχθηκε στο άτυπο «crash test» του παρατεταμένου καύσωνα το περασμένο καλοκαίρι – όπου λειτούργησαν χωρίς κανένα πρόβλημα, ή με ελάχιστες ολιγόωρες βλάβες. Κάτι που καθιστά βάσιμο το να συμμετάσχουν όλοι στην ηλεκτροπαραγωγή απρόσκοπτα και τον χειμώνα, αν και όποτε χρειαστεί.
Θετικό «σήμα» υπάρχει επίσης και αναφορικά με την επάρκεια τροφοδοσίας των μονάδων φυσικού αερίου με καύσιμο. Ο λόγος είναι πως στις δημοπρασίες του ΔΕΣΦΑ για τη δέσμευση χρονοπαραθύρων (slot) στο τέρμιναλ στη Ρεβυθούσα για το 2022, μέσω του οποίου γίνονται οι εισαγωγές φορτίων LNG, κατακυρώθηκαν σε εταιρείες 34 slot, τα οποία αντιστοιχούν σε εισαγωγές LNG ύψους 27 TWh. Έτσι, η έκταση συμμετοχής στις δημοπρασίες δημιουργεί θετικές προοπτικές για την ασφάλεια εφοδιασμού.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με πληροφορίες, η ΔΕΗ αναπτύσσει εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα αποθέματα λιγνίτη που αναπτύσσει στις αυλές των επτά λιγνιτικών μονάδων (Αγ. Δημήτριος 1-2-3-4-5, Μελίτη, Μεγαλόπολη 4) που είναι «ετοιμοπόλεμες».
Μάλιστα, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η δημιουργία αποθεμάτων για τον χειμώνα είναι ο λόγος που η εταιρεία κράτησε το προηγούμενο δίμηνο σε χαμηλά επίπεδα τη λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή, παρόλο που το κόστος λειτουργίας τους είναι πλέον αισθητά μικρότερο από το ύψος στο οποίο διαμορφώνονται οι χονδρεμπορικές τιμές.