Τις διαδικασίες ωρίμανσης ενός mega project, ύψους περίπου 1,3 δισ. ευρώ, προωθεί η διοίκηση του ΟΣΕ, σε συνεργασία με το αρμόδιο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών. Ο λόγος για το έργο της αναβάθμισης και συντήρησης του υφιστάμενου σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας, μέσω τριών ξεχωριστών συμβάσεων – εργολαβιών που σχεδιάζεται να δημοπρατηθούν ως ΣΔΙΤ. Το έργο αυτό χρηματοδοτείται μερικώς από το Ταμείο Ανάκαμψης, όπως και δύο ακόμα σημαντικά projects του ΟΣΕ, δηλαδή ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός του Οργανισμού (wifi, τηλεματική, smart ticketing κ.α.) αλλά και η επέκταση του προαστιακού στη Δυτική Αττική, που ανεβάζουν τον συνολικό προϋπολογισμό των παρεμβάσεων σε περίπου 1,5 δισ. ευρώ.
Ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του Οργανισμού, Σπ. Πατέρας, βρίσκεται σε συνεχή επαφή με το Υπουργείο Υποδομών, ώστε να προωθηθούν οι διεργασίες που θα οδηγήσουν στη δημοπράτηση του πρώτου εκ των τριών τμημάτων της συντήρησης του δικτύου, ειδικότερα του επιμέρους έργου «Δίκτυο Μακεδονίας - Θράκης (Στρυμώνας – Αλεξανδρούπολη και Πλατύ – Φλώρινα)» στη Βόρεια Ελλάδα.
Όπως αναφέρει, μιλώντας στο Insider, ο επικεφαλής του ΟΣΕ, στόχος του Οργανισμού είναι για το τμήμα αυτό να ετοιμαστούν τα τεύχη δημοπράτησης μέσα στους επόμενους 6-8 μήνες, ώστε εντός 2022 να προκηρυχθεί ο διαγωνισμός ΣΔΙΤ και να υπάρξει ανάδοχος έως το τέλος του 2023. Ο λόγος για τον οποίον ο ΟΣΕ έχει προκρίνει χρονικά το τμήμα αυτό για να ξεκινήσει τις διαδικασίες είναι ότι το δίκτυο εκεί, δεν έχει άλλες εργολαβίες σε εξέλιξη, γεγονός που καθιστά την ωρίμανσή του από πλευράς φυσικού αντικειμένου και χρονοδιαγραμμάτων σαφέστερη και ασφαλέστερη λόγω απουσίας κατασκευαστικών αλληλοεπικαλύψεων τόσο στη φάση της ανάταξης και της αναβάθμισης, όσο και σε αυτή της συντήρησης. Συνολικά το project θα χρηματοδοτηθεί από το RRF με ποσό 130 εκατ. ευρώ.
Η επένδυση, η οποία, όπως είναι γνωστό, είχε καταγραφεί στην προ μηνών έκθεση της Ε.Ε., χωρίζεται σε τρία επιμέρους έργα:
1) Κύριο δίκτυο (Κεντρική Ελλάδα Πειραιάς - Αθήνα - Θεσσαλονίκη – βόρεια σύνορα),
2) Δίκτυο Μακεδονίας - Θράκης (Βόρεια Ελλάδα),
3) Δίκτυο Αθήνα (Ελ. Βενιζέλος) - Κιάτο (Αττική και Πελοπόννησος) (με συντήρηση ως το Ρίο).
Αναφορικά με τα άλλα δύο τμήματα, τον κεντρικό άξονα και το τμήμα από την Αθήνα προς την Πελοπόννησο, θα ακολουθήσουν στη πορεία, παράλληλα με τις εξελίξεις στο βόρειο τμήμα και με σχετικά μικρή χρονική απόκλιση από αυτό, ειδικά το τμήμα της Πελοποννήσου. Άλλωστε, στο δίκτυο προς την Πελοπόννησο (έως το Κιάτο) οι εργολαβίες ανάταξης και αναβάθμισης είναι πιο περιορισμένες σε έκταση και δρομολογούνται ήδη, κατά συνέπεια το έργο θα επικεντρωθεί κυρίως στη συντήρηση. Όσον αφορά στον μεγάλο κεντρικό σιδηροδρομικό άξονα μέχρι τα σύνορα, δεδομένου ότι εκεί εξελίσσονται σημαντικές και μεγάλες εργολαβίες, θα καθοριστούν αναλόγως και της προόδου τους οι απαραίτητες χρονικά ενέργειες στο πλαίσιο του έργου ΣΔΙΤ, άρα και το σχετικό «timing» της δημοπράτησης.
Σύμφωνα με τον κ. Πατέρα, πρέπει να σημειωθεί ότι πρόκειται συνολικά για ένα έργο άκρως αναγκαίο αλλά παράλληλα πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα σε μέγεθος, κόστος, απαιτήσεις και περιπλοκότητα, ενώ θα έχει και τον ρόλο του «πιλοτικού» project για μελλοντικά έργα του Οργανισμού. Ως εκ τούτου, απαιτείται χρόνος ωρίμανσης, θα πρέπει να γίνει με σωστό τρόπο η καταγραφή των αναγκών, ως προς το τεχνικό αντικείμενο, τις ανάγκες αναβάθμισης, ανακαίνισης και συντήρησης του δικτύου, με τα στοιχεία αυτά να διαμορφώνονται προσεχώς και να καθορίζουν τις τελικές παραμέτρους και τον ακριβή προϋπολογισμό του έργου. Το project είναι όμως σημαντικό και για έναν ευρύτερο λόγο: η προώθηση και ολοκλήρωσή του συμπίπτει χρονικά με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του σιδηρόδρομου που σταδιακά αναλαμβάνει όλο και πιο ενισχυμένο ρόλο, με «πράσινο» προφίλ, στη μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών. Στόχος είναι η ολοκλήρωση του μετασχηματισμού των σιδηροδρομικών μεταφορών για να ενισχυθεί ο ρόλος της χώρας ως πύλη εμπορίου προς την Ευρώπη.
Όλος ο παραπάνω σχεδιασμός έχει ορίζοντα συμβασιοποίησης κατ’ ελάχιστον την διετία. Ωστόσο, παραμένει εξαιρετικά κρίσιμο το θέμα της συντήρησης του δικτύου έως εκείνη την χρονική συγκυρία. Στον ΟΣΕ εκτιμούν ότι οι απαιτήσεις, ως προς το χρηματοδοτικό, για τη συντήρηση του δικτύου ανέρχονται σε περίπου 45 εκατ. ευρώ ετησίως, άρα για την προσεχή διετία υπολογίζονται σε περίπου 90 εκατ. ευρώ. Η διοίκηση του ΟΣΕ προσπαθεί σε συνεργασία με το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση που χρειάζεται για τη συντήρηση μέχρι να ολοκληρωθεί η συμβασιοποίηση των έργων ΣΔΙΤ.
Όπως έχει αναδείξει εδώ και καιρό το insider, το κείμενο που ενέκρινε η Ε.Ε. προβλέπει «σφιχτά» χρονοδιαγράμματα για την υλοποίηση της επένδυσης στο τμήμα των έργων που χρηματοδοτεί το RRF και τα οποία προβλέπεται επί του παρόντος να έχουν ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
Παράλληλα με τη ΣΔΙΤ για την αναβάθμιση και συντήρηση του δικτύου, στο υπουργείο Υποδομών και στον ΟΣΕ προωθούν και μια ακόμα Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα η οποία, επίσης, θα χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης (με 25 εκατ. ευρώ περίπου, προ ΦΠΑ), που σχετίζεται με τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και την ψηφιοποίηση του ΟΣΕ αλλά και του Σιδηροδρόμου γενικότερα. Πρόκειται για συστήματα διαχείρισης εισιτηρίων και τηλεματικής με στόχο τουλάχιστον το 60% των επιβατών να χρησιμοποιεί ηλεκτρονικά εισιτήρια μέχρι το 2025, υποδομή για έξυπνους σταθμούς, υπηρεσίες πελατειακής εμπειρίας, διαδίκτυο υψηλών ταχυτήτων σε τρένα και σταθμούς και σύστημα τηλεματικής για την ενημέρωση των Σιδηροδρομικών Επιχειρήσεων και του επιβατικού κοινού. Ο κ. Πατέρας ανέφερε ότι και αυτό το project σταδιακά ωριμάζει με γρήγορους ρυθμούς και αναμένεται να προχωρήσει η δημοπράτησή του εντός του 2022.
Επιπρόσθετα, μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2022 αναμένεται να δημοπρατηθεί ένα ακόμα σημαντικό έργο που αντλεί πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης, όπως σημείωσε ο επικεφαλής του ΟΣΕ. Ο λόγος για την επέκταση του προαστιακού προς τα Δυτικά (Λιόσια-Μέγαρα). Σε σχέση με την αναβάθμιση του Προαστιακού σιδηρόδρομου στη Δυτική Αττική (85 εκατ. ευρώ), η επένδυση συνεπάγεται την κατασκευή ενός νέου δικτύου 36 χιλιομέτρων στα δυτικά της Αθήνας, από Άνω Λιόσια έως Μέγαρα. Η επέκταση του σιδηροδρόμου συμβάλλει στο οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, προωθώντας τη συνδεσιμότητα σε μια περιοχή όπου ο τομέας της εφοδιαστικής έχει σημαντικές δυνατότητες, βελτιώνοντας την ποιότητα των προαστιακών μετακινήσεων των κατοίκων και των εργαζομένων και δίνοντας πρόσθετες δυνατότητες ανάπτυξης στις επιχειρήσεις της περιοχής.
Συνολικά, τα παραπάνω έργα ανήκουν σε ένα σημαντικό πλέγμα δράσεων που ωριμάζουν με σκοπό να αλλάξει εντός της επόμενης τριετίας ο ρόλος και η θέση του σιδηροδρόμου στο μεταφορικό τοπίο της χώρας με βασικούς άξονες την ποιότητα την ταχύτητα και την συνέπεια των επιβατικών μεταφορών καθώς και την αύξηση της χωρητικότητας και της διασυνδεσιμότητας σε αυτό των εμπορευματικών ώστε να συμβάλλουν κατά προτεραιότητα στην ευρύτερη αναπτυξιακή δυναμική των μεταφορών.