Το δικό της αγώνα να ξεπεράσει τις «φουρτούνες» και να επιστρέψει σε ήρεμα νερά δίνει η εγχώρια ιχθυοκαλλιέργεια, ένας από τους πιο δυναμικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας που μπορεί όχι μόνο να πρωταγωνιστήσει στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, αλλά και να αποτελέσει ένα πραγματικό success story της Ελλάδας.
Πρόκειται για έναν κλάδο με ισχυρές προοπτικές και έντονο το στοιχείο της εξωστρέφειας ικανό να καταστήσει την Ελλάδα ηγέτιδα στον χάρτη της ευρωπαϊκής ιχθυοκαλλιέργειας. Στα δύσκολα όμως δοκιμάζουν τις αντοχές τους ακόμη και οι πιο ισχυροί. Η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους σε συνδυασμό με την κατακόρυφη αύξηση του μεταφορικού κόστους και τις ξέφρενες αυξήσεις των πρώτων ρίχνουν βαριά τη σκιά τους στις επιχειρήσεις του κλάδου, ωθώντας στα ύψη τα λειτουργικά τους κόστη. Την ίδια ώρα, ο πόλεμος στην Ουκρανία που διανύει ήδη τον δεύτερο μήνα επιτείνει την αβεβαιότητα, συντηρώντας ένα θολό τοπίο για την επόμενη ημέρα τη στιγμή που ο κλάδος ετοιμαζόταν να «σηκώσει κεφάλι» από την υγειονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία.
Οι φορείς του κλάδου διατυπώνουν έντονους προβληματισμούς για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους μπροστά σε αυτή τη διεθνή «θύελλα» αναταραχών που έχει προκληθεί και ζητούν στήριξη από το κράτος.
Οι τρεις άξονες χρηματοδότησης της ιχθυοκαλλιέργειας
Όπως σημείωσε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, την περασμένη Παρασκευή από το βήμα του συνεδρίου ιχθυοκαλλιέργειας ο κλάδος χρειάζεται βιώσιμα επενδυτικά σχέδια τα οποία θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Χρηματοδότηση, η οποία μπορεί να διασφαλιστεί μέσα από:
Το Ταμείο Ανάκαμψης: Στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να ξεκινήσει τους επόμενους μήνες η υλοποίηση δράσης του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για επενδύσεις στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας.
Τις Τράπεζες: «Ως Κυβέρνηση έχουμε στηρίξει έμπρακτα τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, μέσα από τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, την αύξηση των καταθέσεων και τη μείωση του κόστους δανεισμού τους. Τώρα οφείλουν να προχωρήσουν σε ακόμη πιο γενναία πιστωτική επέκταση», εξήγησε ο κ. Σταϊκούρας.
Το ΕΣΠΑ: «Περί τα 455 εκατ. ευρώ μπορούν να διατεθούν μέσω του νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΕΤΘΑΥ), το οποίο στηρίζει ιδιαίτερα τους νέους αλιείς και προωθεί τη βιώσιμη υδατοκαλλιέργεια», πρόσθεσε.
Στον νέο Αναπτυξιακό η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια
Όπως ανακοίνωσε η κυβέρνηση ήδη από τα τέλη του 2021, η ιχθυοκαλλιέργεια συμπεριλαμβάνεται στον νέο Αναπτυξιακό νόμο, μέσω του ειδικού καθεστώτος «Αγροδιατροφή – πρωτογενής παραγωγή και μεταποίηση γεωργικών προϊόντων – αλιεία», στο πλαίσιο του οποίου ενισχύονται επιχειρηματικές δραστηριότητες της πρωτογενούς γεωργικής παραγωγής, της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων και της αλιείας.
Υπενθυμίζεται εδώ ότι ο νέος Αναπτυξιακός νόμος προβλέπει τη δημιουργία 13 ειδικών καθεστώτων ενισχύσεων, τα οποία προβλέπουν συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις υπαγωγής επενδυτικών σχεδίων αλλά και τις μορφές των κινήτρων που θα χορηγούνται.
Όπως αποκάλυψε ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας στο ίδιο συνέδριο, αμέσως μετά το Πάσχα, στις αρχές Μαΐου, θα βγουν τα πρώτα καθεστώτα του νέου Αναπτυξιακού Νόμου προκειμένου να «τρέξουν» οι διαδικασίες για την υλοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων. «Το πρώτο καθεστώς που θα βγει μετά το Πάσχα θα αφορά στον τουρισμό, ενώ αμέσως μετά προς τον Ιούνιο θα ακολουθήσει το καθεστώς για τις ιχθυοκαλλιέργειες», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Πρόσφορο έδαφος για επενδύσεις το ελληνικό ψάρι
Συνεχίζοντας ο κ. Γεωργιάδης έκανε λόγο για έναν παραδοσιακά σημαντικό κλάδο για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, λόγω των επενδύσεων αλλά και των εξαγωγών που πραγματοποιεί. «Ο κλάδος πέρασε τη φάση της αναδιάρθρωσής του και τώρα έχοντας πλήρως εξυγιανθεί και έχοντας διασφαλίσει σημαντικά κεφάλαια από το εξωτερικό, προχωρά με ένταση στις επενδύσεις», πρόσθεσε ο υπουργός, για να επισημάνει μάλιστα πως πλέον «ό,τι συμβάλλει στην επισιτιστική επάρκεια αποτελεί νούμερο ένα επενδυτικό προορισμό. Και αυτό είναι ένα γεγονός που αναδεικνύει η συνεχιζόμενη κρίση στην Ουκρανία».
Πράγματι οι πληροφορίες θέλουν να υπάρχει ενδιαφέρον μεγάλων επενδυτών για την εγχώρια ιχθυοκαλλιέργεια, με τους ξένους να αναζητούν σημαντικές ευκαιρίες στα ελληνικά ψάρια, διαβλέποντας τις προοπτικές που παρουσιάζει ο κλάδος. Σύμφωνα μάλιστα με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γιώργο Γεωργαντά, ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας θεωρείται «πρεσβευτής» της Ελλάδας στο εξωτερικό.
Η εγχώρια ιχθυοκαλλιέργεια σε αριθμούς
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ο κλάδος έχει ετήσιο τζίρο της τάξης των 700 εκατ. ευρώ, αποτελείται κυρίως από μικρές επιχειρήσεις, ενώ απασχολεί άμεσα και έμμεσα περίπου 12.000 εργαζόμενους. Παραδοσιακά, διαθέτει έντονο το στοιχείο της εξωστρέφειας, καθώς σχεδόν το 80% της παραγωγής διατίθεται σε αγορές εκτός Ελλάδας, με το υπόλοιπο 20% να διατίθεται στην εγχώρια αγορά. Συγκεκριμένα, το 2020 το 21% των πωλήσεων διατέθηκε στην Ελλάδα (25.160 τόνοι) και το υπόλοιπο 79% (91.840 τόνοι) σε όλες τις υπόλοιπες αγορές (73% στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 6% σε λοιπές χώρες). Συνολικά, τα προϊόντα της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας διατίθενται σε 40 χώρες παγκοσμίως. Κυριότερες αγορές για το ελληνικό ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας είναι η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία.
Η θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια μεσογειακών ιχθύων αποτελεί εδώ και 40 χρόνια την πιο σημαντική δραστηριότητα υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα. Το 2020 αντιπροσώπευσε το 83,8% του όγκου και το 97% της αξίας της συνολικής παραγωγής υδατοκαλλιέργειας της χώρας. Τα κύρια είδη που εκτρέφονται είναι η τσιπούρα και το λαβράκι αποτελώντας περίπου το 96% των πωλήσεων, ενώ σε πολύ μικρότερες ποσότητες, περίπου 4%, εκτρέφονται όλα τα υπόλοιπα μεσογειακά είδη, όπως το λυθρίνι, ο κρανιός, η συναγρίδα κ.α. Το 2020 η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού ανήλθε σε 117.000 τόνους, αξίας 546,2 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας πτώση 3% ως προς τον όγκο αλλά παραμένοντας σταθερή ως προς την αξία πωλήσεων σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Την ίδια χρονιά δραστηριοποιήθηκαν 67 επιχειρήσεις με 280 πλωτές μονάδες σε όλη την Ελλάδα. Στην πλειοψηφία τους πρόκειται για οικογενειακές, μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ υπάρχουν και μεγαλύτεροι όμιλοι με καθετοποιημένες εταιρείες, που εκτός από την εκτροφή ψαριών, παράγουν γόνο, τροφές και πάγιο εξοπλισμό. Σημειώνεται πως το 80% των επιχειρήσεων του κλάδου είναι μικρές εταιρείες με ετήσια δυναμικότητα μικρότερη των 1.000 τόνων.