Ως ένα «ασφαλές λιμάνι» χαρακτηρίζει τη μετοχή της Εθνικής Τράπεζας η Jefferies, στη βάση της ισχυρής ρευστότητας που διαθέτει η τράπεζα και του υψηλού ποσοστού σταθερών καταθέσεων λιανικής, διαμορφώνοντας έτσι ένα ισχυρό αμυντικό πλαίσιο.
Όπως σημειώνει ο αμερικανικός οίκος, η Εθνική διαθέτει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες δανείων προς καταθέσεις στον κλάδο (64%), υψηλό ποσοστό σταθερών καταθέσεων λιανικής (η ενότητα των καταθέσεων λιανικής αποτελεί το 75% περίπου των συνολικών καταθέσεων) και σημαντικά ρευστοποιήσιμα assets.
Από την άλλη, ενώ ελλοχεύουν κίνδυνοι ως προς τα beta των καταθέσεων και τις πολιτικές πιέσεις στην τιμολόγηση των δανείων, η Jefferies ενσωματώνει ήδη ένα εύρος συντηρητικών εκτιμήσεων, συμπεριλαμβανομένου ενός beta καταθέσεων στο 40% (έναντι 27% περίπου με βάση το guidance της τράπεζας), των συνεχών πιέσεων στα spreads των δανείων και του πλαφόν στο όφελος από το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ στο 2,5%. Ακόμη και έτσι, οι εκτιμήσεις της για τα καθαρά έσοδα από τόκους είναι τουλάχιστον 10% υψηλότερες από το consensus για το 2023 - 2024.
Επιπλέον, ενώ οι αναλυτές αναμένουν μια αύξηση του σχηματισμού NPLs για εφέτος, το guidance της διοίκησης σχετικά με τις προβλέψεις (επιβάρυνση για ζημίες δανείων 80 μονάδες βάσης για το 2023) εξακολουθεί να φαίνεται συντηρητικό. Οι ίδιοι αναμένουν περιθώρια αποκλίσης σε αυτό το σκέλος μεταξύ των ελληνικών τραπεζών υπό το φως των διαφορετικών θέσεων εκκίνησης, με το χαμηλότερο δείκτη NPL της Εθνικής (5,2%) και τον υψηλότερο δείκτη κάλυψης (87%) να τη φέρνει σε μια καλή θέση, κατά την άποψη των αναλυτών. Επιπλέον, οι εκτιμήσεις τους για τις προβλέψεις είναι περίπου 30% χαμηλότερες από το consensus για εφέτος (και περίπου 40% χαμηλότερες για το 2025). Μάλιστα, τονίζουν πως το consensus αποτυγχάνει να διαφοροποιήσει επαρκώς τις εκτιμήσεις του για το μέγεθος των προβλέψεων στις ελληνικές τράπεζες, παρά τα πολύ διαφορετικά προφίλ NPL - κάλυψης. Ενδεικτικό, είναι πως η Jefferies βρίσκεται κατά 30% περίπου χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις του consensus για την Εθνική Τράπεζα, αλλά κατά 30% υψηλότερα για την Alpha Bank.
Η Jefferies στέκεται και στην αισιόδοξη νότα του νέου business plan που παρουσίασε η διοίκηση της τράπεζας. Ενώ βλέπει κάποιο κίνδυνο για τους φιλόδοξους μεσοπρόθεσμους στόχους αύξησης των δανείων της (7% CAGR 2022 - 25), το consensus των εκτιμήσεων δεν εμφανίζει υψηλές απαιτήσεις συνολικά σε σύγκριση με τους στόχους του 2023 (το consensus βρίσκεται 4% περίπου χαμηλότερα από τον «βασικό» στόχο της τράπεζας για τα κέρδη ανά μετοχή για το 2023 έναντι της θέσης της Jefferies για 6% υψηλότερα). Η υψηλότερη κερδοφορία υποστηρίζει επίσης την ισχυρότερη παραγωγή κεφαλαίου, με τον επενδυτικό οίκο να βλέπει έναν «ανοδικό κίνδυνο» ως προς τις προσδοκίες διανομής μερίσματος τα επόμενα χρόνια. Όπως σημειώνει, ενώ η διοίκηση της τράπεζας πρόσφερε μια συντηρητική θέση ως προς το ποσοστό διανομής επί των κερδών (payout ratio) της τάξεως του 20% - 30%, ωστόσο άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο της επαναγοράς μετοχών. Οι αναλυτές προχωρούν και ένα βήμα παρακάτω επισημαίνοντας ότι το ποσοστό διανομής επί των κερδών θα αυξηθεί στο 50% από το 2024, με την τράπεζα μάλιστα να εξακολουθεί να βρίσκεται με 1,5 δισ. ευρώ σε συνολικό πλεονάζον κεφάλαιο, στα τέλη του 2025.
Υπό αυτό το πρίσμα, η Εθνική φαίνεται καλά τοποθετημένη ώστε να επωφεληθεί από την αύξηση των επιτοκίων, ενώ το υψηλό επίπεδο κάλυψης υποστηρίζει την ταχύτερη ομαλοποίηση των προβλέψεων στο μέλλον (η Jefferies αναμένει περίπου 30% χαμηλότερες προβλέψεις από το consensus για εφέτος). Ο οίκος επαναλαμβάνει τη σύσταση «buy» για τη μετοχή της τράπεζας με τιμή στόχο τα 6,50 ευρώ και περιθώρια ανόδου της τάξεως του 38%. Όπως σημειώνει, η μετοχή διαπραγματεύεται με καθαρή εσωτερική αξία (Ρ/TNAV) στο 0,6x για φέτος έναντι - για προβλεπόμενο δείκτη αποδοτικότητας ROTE στο 8,7% για το 2025.
Μάλιστα, στο «bullish» σενάριο (με ορίζοντα το 2025), η Jefferies βλέπει περιθώρια ανόδου της τάξεως του 59% με τιμή στόχο στα 7,50 ευρώ, υπό την προϋπόθεση μιας ισχυρότερη οικονομικής ανάκαμψης, με υψηλότερο όφελος από τα επιτόκια (επιπλέον 50 μονάδες βάσης στα επιτόκια) και ένα πιο ευνοϊκό κύκλο προβλέψεων. Από την άλλη, το «bear» σενάριο προϋποθέτει μια αντίστροφή κίνηση στα επιτόκια (περίπου 100 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο) και ενσωματώνει ένα πιο δυσμενές σενάριο εκτιμήσεων, που θα οδηγήσει τη μετοχή κατά 13% χαμηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα, στα 4,10 ευρώ.