Σημαντικές προκλήσεις για τον κλάδο των σούπερ μάρκετ γεννά η τρέχουσα συγκυρία στη σκιά των πληθωριστικών πιέσεων, ωστόσο την ίδια ώρα ανοίγουν παράθυρα για σημαντικές ευκαιρίες που μπορεί να δείξουν τον δρόμο για το μέλλον του λιανεμπορίου τροφίμων.
Όπως προκύπτει από τη νέα έρευνα των EuroCommerce και McKinsey που παρουσιάστηκε πρόσφατα στις Βρυξέλλες και αφορά στον ευρωπαϊκό κλάδο των σούπερ μάρκετ, για την αντιμετώπιση της τρέχουσας πληθωριστικής κρίσης μπορούν να αντληθούν σημαντικά διδάγματα από το παρελθόν και δη από την παγκόσμια κρίση του 2008.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι επιχειρήσεις του κλάδου που έλαβαν αποφασιστική δράση κατά τη διάρκεια της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης τελικά κατόρθωσαν να τη διαχειριστούν καλύτερα αλλά και να εξέλθουν αυτής αρκετά ισχυρότερες σε σχέση με εκείνες που δεν κινήθηκαν τόσο αποφασιστικά μέσα σε ένα τόσο δύσκολο οικονομικό περιβάλλον. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις που κατόρθωσαν να ξεπεράσουν πιο εύκολα τον σκόπελο της διεθνούς κρίσης, ήταν εκείνες που αποφάσισαν να μειώσουν δραστικά τα κόστη τους, αλλά και να προχωρήσουν σε δυναμικές επενδύσεις που τελικώς τις οδήγησαν στην ανάπτυξη.
Με σημαντική λοιπόν παρακαταθήκη τα όσα έγιναν στο πρόσφατο οικονομικό παρελθόν, τα σούπερ μάρκετ μπορούν μέσα από ορισμένες στρατηγικές κινήσεις ανάπτυξης να βγουν ισχυρότερα από την τρέχουσα περίοδο αβεβαιότητας.
Έξυπνες στρατηγικές
Σύμφωνα με τους καλά γνωρίζοντες τα μυστικά της αγοράς του λιανεμπορίου τροφίμων, η περαιτέρω ενίσχυση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας μπορεί να αποδειχθεί μια έξυπνη στρατηγική όσο διαρκεί η περίοδος αβεβαιότητας. Όπως άλλωστε προκύπτει από την έρευνα των EuroCommerce και McKinsey, το 84% των συμμετεχόντων - ήτοι περισσότεροι από οκτώ στους δέκα ερωτηθέντες - θεωρούν ότι η ποιότητα των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας είναι ίδια ή ακόμη και ανώτερη έναντι των επώνυμων προϊόντων. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι όσο πιο ευρύ και πιο ελκυστικό είναι το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, τόσο πιο θετικοί εμφανίζονται προς αυτό οι καταναλωτές. Για αυτό το λόγο, τα σούπερ μάρκετ πρέπει να υιοθετήσουν μια νέα προσέγγιση, η οποία θα ανταποκρίνεται πλήρως στις ανάγκες των καταναλωτών για αξία, υγεία και βιωσιμότητα. Μια νέα προσέγγιση που όμως δεν θα πρέπει να στερείται τίποτα σε όρους καινοτομίας.
Η δημιουργία χώρου για επενδύσεις κρίνεται απαραίτητη για τον κλάδο του λιανεμπορίου τροφίμων, ακόμη και την ώρα που δίνει μάχη για να περιορίσει την πίεση στα κόστη και κατ’ επέκταση στα περιθώρια κέρδους. Μια μάχη δύσκολη που απαιτεί διαρκή παρακολούθηση της διαμόρφωσης του κόστους σε όλα τα επίπεδα, όπως στις πρώτες ύλες και την ενέργεια, αλλά και πώς το κόστος αυτό αντανακλάται στην τελική τιμή των προϊόντων για τους καταναλωτές. Σε αυτό το περιβάλλον, οι επενδύσεις σε θέματα υποδομών μπορεί να αποδειχθούν ευεργετικές.
Επενδύοντας στο μέλλον μέσα από τρία βήματα
Ακόμη κι αν οι παραπάνω στρατηγικές μπορούν να αποδειχθούν επικερδείς, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως καλύπτουν ανάγκες βραχυπρόθεσμης φύσης. Η επόμενη μέρα όμως των σούπερ μάρκετ θα πρέπει να βασίζεται στη μελλοντική τους ανάπτυξη ώστε οι προκλήσεις του αύριο να μπορούν να αντιμετωπιστούν πιο εύκολα. Αυτό, σύμφωνα πάντα με τους συντάκτες της έρευνας, μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τρία βήματα: την ανάλυση, τη βιωσιμότητα και το ηλεκτρονικό εμπόριο.
- Αναλύοντας τα δεδομένα της αγοράς που έχουν πλέον στη διάθεσή τους, τα σούπερ μάρκετ μπορούν να μελετήσουν πολλά case studies και να αναπροσαρμόσουν, αν χρειαστεί, τις υπηρεσίες που παρέχουν στο καταναλωτικό κοινό σε ημερήσια βάση.
- Η στροφή στη βιωσιμότητα και δη η μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των σούπερ μάρκετ αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα του κλάδου, όπως και των άλλων κλάδων. Για τη στροφή στις βιώσιμες πρακτικές απαιτείται συνεργασία όλων των μερών που συνθέτουν την αλυσίδα αξίας.
- Η επένδυση στο online κανάλι του λιανικού εμπορίου δεν μπορεί παρά να μην αποτελεί το ραντεβού με το μέλλον. Ακόμη κι αν οι ηλεκτρονικές αγορές το 2022 δεν παρουσίασαν τη δυναμική που είχαν παρουσιάσει τα δύο προηγούμενα χρόνια στη σκιά της πανδημίας του κορονοϊού, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι έως το 2030, η αξία του online καναλιού θα έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί σε σχέση με σήμερα.