Τα φόντα για να κάνει την έκπληξη, ήδη από τη φετινή χρονιά, προσφέροντας ακόμη πιο «γαλαντόμες» χρηματικές διανομές, φαίνεται πως έχει η Τράπεζα Κύπρου. Υπό τη βάση ενός άκρως υγιούς ισολογισμού, ισχυρών κεφαλαικών πλεονασμάτων και της πλήρους απαλλαγής από ζητήματα του παρελθόντος, που σε ένα βαθμό κρατούν πιο πίσω τις τέσσερις εγχώριες συστημικές, η Κύπρου αναμένεται να «ψηλώσει» το payout προς το άνω άκρο του εύρους στο οποίο καθοδηγεί (50% - 70%).
Μέσω της διανομής του 70% των κερδών, η Κύπρου αλλάζει παράλληλα «πίστα» μπαίνοντας στο «κλαμπ» των παραδοσιακών ευρωπαϊκών δυνάμεων στο πεδίο της ανταμοιβής των μετόχων (Intesa Sanpaolo, BNP Paribas, UniCredit κτλ). Η τράπεζα έχει καθορίσει τη διανομή ποσού ύψους 211,411 εκατ. ευρώ (0,48 ευρώ ανά μετοχή) ως μέρισμα, ενώ από τον Φεβρουάριο τη φετινής χρονιάς «τρέχει» πρόγραμμα επαναγοράς ίδιων, που μπορεί να φτάσει μέχρι τα 30 εκατ. ευρώ. Μέχρι τις 31 Μαρτίου, η τράπεζα είχε «κάψει» περίπου 8,505 εκατ. ευρώ, αγοράζοντας κοντά στο 1,5 εκατ. μετοχές, οι οποίες εν συνεχεία θα ακυρωθούν, ενισχύοντας έτι περαιτέρω την αξία προς τους μετόχους.
Η έκπληξη ωστόσο, μπορεί προέλθει από την εισαγωγή ενός νέου πλαισίου, όπως είναι αυτό, των ενδιάμεσων χρηματικών διανομών. Πέραν δηλαδή από τη διανομή μερίσματος 0,48 ευρώ ανά μετοχή (από κέρδη χρήσης 2024) να προχωρήσει και στη διανομή ενός τμήματος από τα δρομολογούμενα κέρδη του 2025, πιθανώς το ήμισυ αυτού. Το 2026 αντίστοιχα θα διανείμει το υπόλοιπο της χρήσης του 2025 και ένα τμήμα του 2026. Διευκολυντικά στην καθιέρωση της παραπάνω πολιτικής αναμένεται να λειτουργήσει η άρση της απαίτησης έγκρισης διανομής μερίσματος από τον επόπτη - ρυθμιστική αρχή (από 1η Ιανουαρίου 2025).
Ισχυρά κεφάλαια που κάνουν τη διαφορά...
Στις 31 Δεκεμβρίου 2024, ο δείκτης CET1 της τράπεζας ανήλθε στο 19,2% από 17,4% στα τέλη της χρήσης του 2023 έχοντας, μάλιστα, προϋπολογίσει την επίπτωση από τη διανομή μερίσματος που αντιστοιχεί στο 50% των καθαρών κερδών του 2024. Την ίδια στιγμή, η Κύπρου διαθέτει κεφαλαιακό πλεόνασμα κοντά στα 450 εκατ. ευρώ για CET1 15%, (κοντά στο 17,65% της τρέχουσας κεφαλαιοποίησης) που μπορεί να στραφεί αργότερα προς την επιβράβευση των μετόχων. Μάλιστα, αν ανοίξει το όριο ως προς τον δείκτη CET1 στο 11,3% με βάση το μέγιστο διανεμητέο ποσό (MDA) προκύπτουν περί τις 781 μονάδες βάσης πρόσθετων κεφαλαίων, ήτοι κοντά 781 εκατ. ευρώ. Αναλυτές αναμένουν διατήρηση του δείκτη CET1 στα υφιστάμενα επίπεδα τα επόμενα χρόνια, παρά το υψηλό payout (να πάει στο 70%) και το 4% CAGR σε επίπεδο πιστωτική επέκτασης. Η Κύπρου διαθέτει επίσης ισχυρή πλεονάζουσα ρευστότητα ύψους 8,1 δισ. ευρώ με δείκτη LCR (δείκτης κάλυψης ρευστότητας) στο 309%.
Χωρίς τα «βαρίδια» DTC - NPEs
Οι πιο απροβλημάτιστες κινήσεις της κυπριακής τράπεζας στο πεδίο της επιβράβευσης των μετοχών, έρχονται και ως απόρροια των περιορισμένων σε όγκο αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων και μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που διαθέτει. Το απόθεμα αναβαλλόμενου φόρου (Deferred Tax Assets - DTA) διαμορφώνεται στα 151,6 εκατ. ευρώ, αποτελώντας κάτι λιγότερο από το 7,3% των κεφαλαίων CET1 να διαμορφώθηκαν στα 2,075 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, ο δείκτης NPE της τράπεζας διαμορφώθηκε στο 1,9% στα τέλη του 2024 (201 εκατ. ευρώ) σε pro forma βάση, με δείκτη κάλυψης στο 111%. Τα 74 εκατ. ευρώ εκ του συνόλου των 201 αφορούν re - performing loans, τη στιγμή που οι εισροές παραμένουν χαμηλές πέριξ των 7 - 8 εκατ. ευρώ.
Βιώσιμο ROTE... Δυναμώνει η πιστωτική επέκταση
Στο επίκεντρο τίθενται και οι αντοχές των καθαρών εσόδων από τόκους (NII) και του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου (NIM), η ανατιμολόγηση των δανειακών χαρτοφυλακίων, η εξέλιξη της πιστωτικής επέκτασης, το μέγεθος των προθεσμιακών στο συνολικό μείγμα καταθέσεων και το beta καταθέσεων. Η διοίκηση της τράπεζας καθοδηγεί για «mid- teens» ROTE (στο 21,4% το 2024) από το 2025 και έπειτα, παρά τις πιέσεις που προκύπτουν σε επίπεδο κερδοφορίας από τη μείωση των επιτοκίων, με υψηλή οργανική παραγωγή κεφαλαίου 300 μονάδων βάσης περίπου για φέτος (στις 400 μονάδες βάσης διαμορφώθηκε το 2024).
Αναμένοντας μέσo Euribor εξαμήνου για το 2025 στο 2,3% και στο 2,2% το 2026, η Κύπρου αναμένει καθαρά έσοδα από τόκους χαμηλότερα των 700 εκατ. ευρώ για φέτος, με σταθεροποίηση στα 650 εκατ. το 2026, έναντι 822 εκατ. ευρώ το 2024. Σημαντική είναι η συμβολή της πιο αργής ανατιμολόγησης των καταθέσεων, και της σταθεροποίησης του κόστους αυτών, με ενίσχυση του χαρτοφυλάκιο ομολόγων (στο 18% του συνόλου του ενεργητικού το 2025 και του hedging κατά 1 δισ. ευρώ περίπου έως τα τέλη του τρέχοντος έτους. Η τράπεζα δούλεψε με χαμηλότερο, σε τριμηνιαία βάση, καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) στο 3,34% στο τέταρτο τρίμηνο του 2024, έναντι 3,52% στο τρίτο.
Ως αντίβαρο λειτουργεί και η πιστωτική επέκταση που παραμένει σε μια δυναμική τροχιά, με ένα ακόμη τρίμηνο νέων εκταμιεύσεων ύψους 727 εκατ. ευρώ (δυναμική σε κοινοπρακτικά σχήματα χορηγήσεων ξένων εταιρειών - projects), κλείνοντας έτσι το περασμένο έτος, με πιστωτική επέκταση 2,4 δισ. ευρώ.
Παραμένουν σε υψηλά οι προθεσμιακές
Ως προς την καταθετική της βάση, η Τράπεζα Κύπρου διαθέτει υψηλό μείγμα προθεσμιακών. Συγκεκριμένα, στα τέλη του 2024 παρέμειναν στο 33% του συνολικού μείγματος (6,7 δισ. έναντι συνόλου 20,5 δισ. ευρώ) αλλά αρκετά χαμηλότερα από αυτό που ανέμενε αρχικώς η διοίκηση (πέριξ του 45%). Το κόστος των προθεσμιακών παρέμεινε επίσης υψηλό στο τέταρτο τρίμηνο, ήτοι στις 102 μονάδες βάσης (από 108 στο τρίτο τρίμηνο), με το συνολικό κόστος των καταθέσεων να διαμορφώνεται στις 34 μονάδες βάσης.