Στην τακτική των υψηλών εκπτώσεων έχουν επανέλθει εδώ και αρκετό καιρό οι κατασκευαστικοί Όμιλοι της χώρας, λόγω της έλλειψης νέων δημοπρατήσεων.
Ειδικότερα η ανομβρία που επικρατεί στον τομέα των δημοσίων έργων έχει οδηγήσει τις κατασκευαστικές να δίνουν υψηλά ποσοστά εκπτώσεων όταν ένας διαγωνισμό βγει στον «αέρα».
Ενδεικτική είναι η περίπτωση της σιδηροδρομικής σήραγγας Σεπολίων όπου μειοδότης αναδείχτηκε η Intrakat με έκπτωση 45,7%. Η ίδια εικόνα επικρατεί και στα άλλα μεγάλα έργα που έχουν δημοπρατηθεί μεχρι σήμερα με πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα την ανάπλαση στο Φαληρικό Όρμο που προκήρυξε η Περιφέρεια Αττικής και μειοδότησε ο Άκτωρας με έκπτωση 53,54%.
Αλλά και στους τρεις διαγωνισμούς που αφορούν τμήματα του οδικού άξονα Πάτρας-Πύργου και μειοδότησε ο Όμιλος Καλογρίτσα ("Τοξότης" -Ομάδα Κατασκευών), οι εκπτώσεις κινήθηκαν μεταξύ 53% και 57%.
Υπενθυμίζεται ότι σε πρόσφατη ημερίδα που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Ανώτατης Τάξης (ΣΤΕΑΤ), με τον χαρακτηριστικό τίτλο “το Φθηνό είναι και ακριβό”, παρουσιάαστηκε μία μελέτη που απέδειξε ότι πλήθος έργων άνω των 10 εκ., ευρώ καταλήγουν στο δημόσιο υπερκοστολογημένα μέσω συμπληρωματικών συμβάσεων, εργολαβιών σκούπα και αυξημένου χρηματοοικονομικού κόστους.
Η μελέτη βασίστηκε σε δείγμα 706 έργων που δημοπρατήθηκαν την τελευταία 15ετία και αποδεικνύει ότι ένα στα τρία έργα ανατέθηκε με έκπτωση από 40% έως 60%.
Μάλιστα αναφέρθηκε το παράδειγμα ομάδας τεσσάρων οδικών έργων προϋπολογισμού δημοπράτησης 526 εκατ. ευρώ τα οποία ανατέθηκαν με κόστος 384,2 εκατ. ευρώ. Ωστόσο μέσω δύο εργολαβιών – «σκούπα», το τελικό κόστος για το δημόσιο εκτοξεύθηκε στα 555,7 εκατ. ευρώ.
Αν προστεθεί και το επιπλέον χρηματοδοτικό κόστος για το δημόσιο τότε η συνολική δαπάνη αγγίζει τα 593 εκατομμύρια, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί το έργο.
Το ξεχείλωμα του κόστος συνοδεύεται απαραιτήτως και με ξεχείλωμα του χρονοδιαγράμματος. Σε άλλη περίπτωση σιδηροδρομικού έργου ύψους 250 εκατ. ευρώ, το αρχικό συμβατικό κόστος ήταν 110 εκατ. ευρώ με έκπτωση 56%. Το έργο χωρίς να έχει ολοκληρωθεί έχει κοστίσει μέχρι σήμερα 348 εκατ. Ευρώ και από 44 μήνες που ήταν ο εκτιμώμενος χρόνος υλοποίησης έχει φτάσει τους 171 μήνες.
Έτσι παρά το γεγονός έχει ψηφιστεί το σχετικό θεσμικό πλαίσιο ήδη από το 2016 (Ν.4412/16), σχεδόν 12 μήνες μετά εξακολουθούν να αγνοούνται οι σχετικές διατάξεις, οι οποίες και θα ορίσουν το πότε και με ποια κριτήρια ακριβώς μια προσφορά θα θεωρείται ασυνήθιστα χαμηλή, ώστε να αποκλείεται από τη συνέχεια του διαγωνισμού.
To πρόβλημα των υψηλών εκπτώσεων έγινε πολύ μεγαλύτερο μέσα στο 2017, μία χρονιά ιδιαίτερα κακή για τον κατασκευαστικό κλάδο, λόγω της ολοκλήρωσης των πέντε μεγάλων οδικών αξόνων και της απουσίας νέων δημοπρατήσεων.
Παράγοντες δε της κατασκευαστικής αγοράς, είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξοι ακόμη και για το 2018, καθώς όπως υποστηρίζουν παρά τις εξαγγελίες των αρμόδιωνβ υπουργείων για την κατασκευή των μεγάλωβν έργων νέας γενιάς, ύψους 3 δισ. ευρώ, θα ξεκινήσουν το 2019, γεγονός που μεταφράζεται σε διετή επενδυτική άπνοια, σε νέα στρατιά ανέργων και νέα λουκέτα στον κλάδο.