Στο ανοιχτό ρήγμα της νομισματικής κρίσης του 2018 ακροβατεί η τουρκική οικονομία, με τον αστάθμητο παράγοντα της πανδημίας να φέρει ένα καίριο πλήγμα, αποκαλύπτοντας παράλληλα τις χρόνιες οικονομικές παθογένειες της χώρας, που κρύβονταν πολύ εύγλωττα πίσω από τον μανδύα του μεγαλοϊδεατισμού του Τούρκου προέδρου.
Τα συμπλέγματα της αχαρτογράφητης και γεμάτης αναζοπυρώσεις πολιτικής τακτικής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «γονατίζουν» την τουρκική οικονομία, με το νόμισμα της να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο που θα επιφέρει το ολοκληρωτικό γκρέμισμα για το οικοδόμημα της χώρας. Το φαινόμενο των συχνά επαναλαμβανόμενων νομισματικών κρίσεων στην Τουρκία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πρόσδεση του νομίσματός της στο ισχυρό δολάριο και στα προβλήματα που απορρέουν από αυτό για τις emerging markets. Η τουρκική λίρα έχει καταγράψει απώλειες 23,82% από την αρχή του έτους, και 5,65% μόνο τον Αύγουστο φτάνοντας στο επίπεδο των 7,371 ανά δολάριο. Οι έντονοι κλυδωνισμοί που δέχεται το τουρκικό νόμισμα έρχονται στο πλαίσιο του μεγάλου βραχυπρόθεσμου εξωτερικού χρέους της χώρας, των αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων και της ταχείας επιδείνωσης του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών τους τελευταίους μήνες.
Συνολικά το βραχυπρόθεσμο εξωτερικό χρέος της Τουρκίας, ανέρχεται σε 170 δισ. δολάρια, ήτοι το 22% του ΑΕΠ. Παράλληλα τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας, αν εξαιρεθεί ο χρυσός και οι απαιτήσεις για διακράτηση αποθεμάτων από τις τράπεζες, βρίσκονται στο ναδίρ καθώς ανέρχονται σε περίπου 13 δισ. δολάρια, μετά και την μικρή «δόση οξυγόνου» που έλαβε από το Κατάρ το Μάιο, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας μέσω currency swap (εργαλείο για τις κεντρικές τράπεζες - ο δανεισμός και η αποπληρωμή του ποσού γίνεται στην ίδια συναλλαγματική ισοτιμία). Μεγάλες προσπάθειες για να στηρίξουν την τουρκική λίρα καταβάλουν και οι τουρκικές κρατικές τράπεζες όπως αναφέρει σε report της η Moody's τονίζοντας ωστόσο πως με αυτό τον τρόπο έχουν συσσωρεύσει μια ασυνήθιστα υψηλή έκθεση σε θέσεις short στο συνάλλαγμα. Έτσι η Τουρκία βρίσκεται εκτεθειμένη σε δυσκολότερες συνθήκες εξωτερικής χρηματοδότησης, με το «φάντασμα» του ΔΝΤ να στοιχειώνει την Άγκυρα.
Στο «μάτι του κυκλώνα» οι τουρκικές τράπεζες
Σε αντίθεση με το 2018 οι τουρκικές τράπεζες δείχνουν περισσότερο εκτεθειμένες στις ισχυρές πιέσεις που δέχεται η λίρα. Η αναντιστοιχία συναλλάγματος στις κρατικές τράπεζες δεν αντισταθμίζεται πλήρως, έχοντας πλέον μια μεγάλη αρνητική καθαρή θέση σε ξένο νόμισμα που φτάνει τα 10,1 δισ. δολάρια ή περίπου το 3% του συνόλου των assets τους. Άμεση συνέπεια είναι πως οι ισχυρότερες πιέσεις στη λίρα θα διαβρώσουν ακόμα περισσότερο το κεφάλαιο των τραπεζών. Εκτός αυτού το τουρκικό τραπεζικό σύστημα έχει να αντιμετωπίσει και το βραχνά του εξωτερικού χρέους (σε ευρώ) με τα ρευστά διαθέσιμα σε ξένο νόμισμα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για την αποπληρωμή αυτών των χρεών να είναι ελάχιστα. Το βραχυπρόθεσμο εξωτερικό χρέος των τραπεζών, δηλαδή αυτό που λήγει εντός του επόμενου έτους ανέρχεται σε 76,4 δισ. δολάρια ή 10% του ΑΕΠ. Έτσι συμφωνα με την Capital Economics υπάρχει ορατό το ενδεχόμενο μιας κρίσης τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, όταν πρόκειται να αποπληρωθεί χρέος ύψους 4,5 δισ. δολαρίων. Για να αποφευχθεί ωστόσο μια τραπεζική κατάρρευση όπως εκτιμά η Capital Economics θα πρέπει οι τουρκικές τράπεζες να έχουν άμεση πρόσβαση σε ξένο νόμισμα μέσω της spot αγοράς. Παρ' όλα αυτά η επιλογή αυτή εγκυμονεί δύο κινδύνους. Πρώτον, θα ασκήσει περαιτέρω πίεση στη λίρα και δεύτερον οι τράπεζες θα πρέπει να πουλήσουν δικά τους assets, κάτι που θα συρρίκνωνε περισσότερο τους ισολογισμούς τους, αυστηροποιώντας τα credit conditions. Παράλληλα το μοντέλο οικονομικής επέκτασης που υιοθετήθηκε μέσω της αύξησης των πιστώσεων, σε συνδυασμό με το πλήγμα επέφερε ο κορονοϊός στην αγορά εργασίας (αύξηση της ανεργίας, συρρίκνωση των εισοδημάτων και μέσω της υποτίμησης της λίρας) θα αυξήσουν περαιτέρω τον όγκο των NPLs για τις τουρκικές τράπεζες, καθώς σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της S&P Global Ratings τα NPLs αναμένεται να φτάσουν το 11% με 12% του συνολικού όγκου δανείων έως το 2021, ενώ τα NPEs, τα οποία περιλαμβάνουν NPLs και αναδιαρθρωμένα δάνεια, θα ξεπεράσουν το 20% των δανείων. Το ασφυκτικό πλαίσιο που δημιουργείται γύρω από το τουρκικό τραπεζικό σύστημα, έχει φέρει τους οίκους αξιολόγησης ένα βήμα πριν από μια νέα υποβάθμιση των Ziraat Bank, VakıfBank και Halkbank.
Έρχεται ενίσχυση των capital controls και συμπίεση των εισαγωγών
Ωστόσο η επιδείνωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας γεννά πρόσθετες αλυσιδωτές αντιδράσεις για την τουρκική οικονομία. Ο πληθωρισμός τον Ιούλιο μπορεί να «έπεσε» στο 11,76% από 12,62% τον Ιούνιο διότι οι νομισματικές αρχές προσπάθησαν σε ένα βαθμό να επιβραδύνουν τον ρυθμό αύξησης των πιστώσεων, παραμένει ωστόσο σε υψηλά επίπεδα. Παράλληλα η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας κάνει απέλπιδες προσπάθειες για να συγκρατήσει τη βουτιά του τουρκικού νομίσματος χωρίς να έχει προβεί για την ώρα σε αυξήσεις στα επιτόκια. Αναλυτές εκφράζουν την ανησυχία πως η Κεντρική Τράπεζα δεν θα μπορέσει να αντέξει την πίεση του Τούρκου προέδρου ώστε να προωθήσει την δική της ατζέντα νομισματικής πολιτική που θα συνοδεύεται από αυξήσεις στα επιτόκια. Η εκτίμηση αυτή ισχυροποιείται και από την εικόνα που προβάλουν οι υπεύθυνοι χάραξης της πολιτικής, που αναμένεται να ακολουθήσουν τον δρόμο της αύξησης των δασμών σε εισαγωγές και της περαιτέρω ενίσχυσης των capital controls. Ενδεικτικό είναι πως ο Τούρκος υπουργός Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαγιάκ κατέστησε επισήμως σαφές πως η συμπίεση των εισαγωγών θα είναι το βασικό στοιχείο της οικονομικής ατζέντας της κυβέρνησης σε συνδυασμό με τα άλλα δύο μέτρα.
Ασθμαίνουν οι εξαγωγές λόγω πανδημίας
Ύψιστης σημασίας για την τουρκική οικονομία θεωρείται το σκέλος των εξαγωγών. Η στρατηγική θέση της Τουρκίας και το τεράστιο εύρος των εξαγωγών της επιτρέπουν να έχει πρόσβαση σε ολόκληρη την αγορά της Ευρώπης και της Ασίας. Το 2019 η αξία των εξαγωγών έφτασε τα 235 δισ. δολάρια έναντι εισαγωγών αξίας 223 δισ. δολαρίων οδηγώντας σε εμπορικό ισοζύγιο 12,8 δισ. δολαρίων. Ωστόσο λόγω της παγκόσμιας ύφεσης που προκάλεσε ο κορονοϊός, η Τουρκία καλείται να «επιβιώσει» σε ένα εύθραυστο οικονομικό περιβάλλον καθώς οι βασικές ευρωπαϊκές εξαγωγικές της αγορές βυθίζονται στο φάσμα της ύφεσης. Επιπλέον, η αχαρτογράφητη εξωτερική πολιτική και τα ανοιχτά μέτωπα του Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή, στα νότια σύνορα της χώρας στη Συρία και στο Ιράκ έχουν διαταράξει σημαντικά τις εμπορικές ροές. Υπό αυτό το πρίσμα η Τουρκία θα πρέπει να επεκτείνει το εύρος των Free Trade Agreements (ελεύθερες εμπορικές συμφωνίες) και να αναζητήσει νέους εμπορικούς εταίρους που θα αποτελέσουν το «κλειδί» για την διασφάλιση της απαιτούμενης σταθερότητας στο κομμάτι των εξαγωγών.
Από την αντίπερα όχθη, στο σκέλος των εισαγωγών κυριαρχούν τα χημικά προϊόντα, και τα καύσιμα με την αξία τους το 2019 να ανέρχεται σε 61 δισ. δολάρια. Η Τουρκία δείχνει να προσπαθεί να ενισχύσει τη θέση της στην ενεργειακή σκακιέρα ώστε να εξισορροπήσει την εξάρτησή της από τα εισαγόμενα καύσιμα. Ωστόσο όπως τονίζει η Fitch Solutions σε έκθεσή της η σταδιακή αύξηση των τιμών του πετρελαίου θα αυξήσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της χώρας, το οποίο θα επιδεινωθεί περαιτέρω από την αδυναμία της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου. Συνεχίζοντας η Fitch Solutions εκτιμά πως η ενεργειακή κάλυψη της Τουρκίας από τη Ρωσία θα ενισχυεθί τα επόμενα χρόνια, εν μέσω αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ, ενώ ανάλογη πορεία θα έχουν και οι σχέσεις Κίνας - Τουρκίας καθώς ο «κόκκινος δράκος» επενδύει ολοένα και περισσότερο στην Άγκυρα ως μέρος του ευρύτερου σχεδίου «Belt and Road».
Ύφεση και «καμπανάκι» υποβάθμισης από την Moody's
Σαν να μην «πέρασε» ποτέ από την Τουρκία η πανδημία, εξακολουθεί να αντιδρά και να εμμένει στη θέση του ο Ερντογάν για ανάπτυξη εντός το 2020. Οι εκτιμήσεις ωστόσο των οίκων αξιολόγησης και των διεθνών οργανισμών κάνουν λόγο για ύφεση από 3,3% (Standard & Poor's) μέχρι και 8,3% (Capital Economics) για το 2020, ενώ για το β' τρίμηνο του έτους κυμάνθηκε πέριξ του 20% σύμφωνα με αναλυτές. H Moody's εκτιμά πως η ύφεση θα φτάσει το 5% το 2020 και η Scope Ratings το 4,2%.
Παράλληλα, η Citi σε πρόσφατο report της τόνισε πως παραμένει bearish για την πιστοληπτική ικανότητας της Τουρκίας καθώς τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη ενδέχεται να συνεχίσουν να επιδεινώνονται. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα εκτιμά πως η Moody's θα μπορούσε να υποβαθμίσει στις 4 Δεκεμβρίου την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας από το B1 με αρνητικό outlook που βρίσκεται, στο B2. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διενήργησε η Citi το 57% των ερωτηθέντων εκτιμά πως η Τουρκία δεν θα αποφύγει την υποβάθμιση από τον αμερικανικό οίκο.
Η προσφυγή στο ΔΝΤ θα ανοίξει τον «Ασκό του Αιόλου»
Η άμμος στην κλεψύδρα της τουρκικής οικονομίας έχει αρχίσει να αδειάζει επικίνδυνα και η ψευδής αίσθηση σταθερότητας που δημιουργεί ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν οδηγούν τη χώρα στο απόλυτο κενό. Μια χώρα που έχει δομηθεί εξ' ολοκλήρου στο πολιτικό κεφάλαιο του Ερντογάν δείχνει σημάδια κατάρρευσης, με το ΔΝΤ να καιροφυλακτεί, και να αποτελεί ίσως τη μόνη διέξοδο για την Τουρκία. Ωστόσο μια προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έστω και σε επίπεδο απλών διαπραγματεύσεων θα ανοίξει τον «Ασκό του Αιόλου» για την χώρα καθώς το πολιτικό μήνυμα τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά θα επιφέρει ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων που θα αντανακλά στο πρόσωπο του Τούρκου ηγέτη. Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, με δεδομένο το ύψους του εξωτερικού χρέους της χώρας το ΔΝΤ θα έπρεπε να προσφέρει στην Τουρκία ένα «πακέτο διάσωσης» που θα ξεπερνούσε τα 57 δισ. δολάρια και θα συνδυάζονταν από μια σειρά αυστηρών μεταρρυθμίσεων. Παρ΄ όλα αυτά δεν θα πρέπει να καλλιεργείται το κλίμα πως το ΔΝΤ θα σπεύσει να τραβήξει την Τουρκία από το χείλος του γκρεμού, καθώς η πολιτική αλαζονεία και το προφίλ του Τούρκου προέδρου δημιουργούν ισχυρές επιφυλάξεις και έντονο προβληματισμό στα κλιμάκια του Ταμείου γύρω από μια πιθανή σύναψη συμφωνίας δανεισμού.
Φωτογραφία: Getty Images/Ideal Images insider.gr