Με μεγάλο αγκάθι, για να κλείσει η διαπραγμάτευση, να έχει αναδεχθεί τελικά το θέμα της διαχείρισης των κόκκινων δανείων αλλά και σε βαρύ κλίμα εξαιτίας των διαρροών στα Wikileaks, που είδαν το φως της δημοσιότητας, ξεκινούν στις 16:00 το απόγευμα της Δευτέρας οι συναντήσεις θεσμών και ελληνικής κυβέρνησης.
Στο θέμα των κόκκινων δανείων τα οποία έχουν εξελίχθη σε δυσεπίλυτο γρίφο και για τις δυο πλευρές, οι δανειστές πιέζουν για την πλήρη απελευθέρωση της πώλησης τους κάτι που άλλωστε υπό προϋποθέσεις είχε αποφασιστεί από τον περασμένο Δεκέμβριο, ενώ η κυβέρνηση αλλά και οι τράπεζες αντιστέκονται η κάθε μια για τους δικούς της λογούς. Μάλιστα καλά πληροφορημένες πηγές λένε ότι «χωρίς συμφωνία και για τα δάνεια αξιολόγηση σε κλείνει».
Για την κυβέρνηση το θέμα των κόκκινων δανείων και μάλιστα αυτών που είναι συνδεδεμένα με την πρώτη κατοικία αποτελούν το τελευταίο επικοινωνιακό χαρτί που μπορούν να παίξουν στο εσωτερικό της χώρας καθώς οι αλλαγές που αναμένονται σε φορολογικό και ασφαλιστικό μόνο διαχειρίσιμες δεν είναι. Για τις τράπεζες η πλήρης απελευθέρωση δεδομένης της κατάστασης στην αγορά σημαίνει πώληση σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, εάν τα προς πώληση πακέτα των δανείων δεν έχουν στη σύνθεση τους και ενήμερα δάνεια.
Ο χρόνος που χάθηκε αποδεδείχθηκε τελικά ότι λειτούργησε σε βάρος τόσο της κυβέρνησης όσο και των τραπεζών με τα χρέη των νοικοκυριών να έχουν ήδη ξεπεράσει τα 117 δισεκατομμύρια ευρώ, από 100 δισ. ευρώ που ήταν το 2014, ενώ ο αριθμός των δανειοληπτών που τελικά κατέφυγαν σε ρυθμίσεις, που πραγματικά δικαιούνται, είναι μικρότερος του αναμενόμενου.
Την ίδια ώρα ακόμα και οι προσφυγές στο νόμο Κατσέλη τείνουν να μην είναι πλέον διαχειρίσιμες καθώς ήδη υπάρχουν σε αναμονή, που φτάνει έως και τα 16 χρόνια (δικάσιμος το 2032) συνολικά 200.000 αιτήσεις αντιπροσωπεύοντας δάνεια 25 δισεκατομμυρίων ευρώ από τα συνολικά 50 δισεκατομμύρια ευρώ που αφορούν τα δάνεια των νοικοκυριών. Μάλιστα από τις 20.000 περίπου αιτήσεις ένταξης στο νόμο Κατσέλη που έχουν τελεσιδικίσει ένα ποσοστό 35% έχει απορριφτεί από τα δικαστήρια.
Σε αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον η ελληνική πλευρά στις συναντήσεις που μόλις ξεκινούν θα πρέπει να πείσει για το δίκαιο της θέσης της και συγκεκριμένα γιατί θα πρέπει να δοθεί τριετής παράτασης της προστασίας από πώληση σε funds. Θα επιδιώξει συμφωνία προτάσσοντας μάλιστα τις αλλαγές σε ασφαλιστικό και φορολογικό ώστε να καταφέρει να μειώσει τις αποστάσεις με τους δανειστές στα δάνεια και να κερδίσει χρόνο.
Η πρόταση της επικεντρώνεται στη σταδιακή απελευθέρωση των δανείων σε βάθος τριετίας, με τα στεγαστικά δάνεια να απελευθερώνονται τελευταία. Μάλιστα η σταδιακή απελευθέρωση θα αφορά καταρχάς στα επιχειρηματικά δάνεια άνω των 500 χιλ. ευρώ.
Κυβερνητικοί παράγοντες επιμένουν πως είναι αδύνατο να γίνει αντικείμενο συζήτησης η πλήρης απελευθέρωση πώλησης δανείων που είναι συνδεδεμένα με πρώτη κατοικία και είναι αξίας κάτω των 200 χιλ. ευρώ. Από την δική τους πλευρά οι δανειστές σύμφωνα με πληροφορίες επιμένουν στην απελευθέρωση με μόνη εξαίρεση ευπαθείς ομάδες, με συγκεκριμένα οικονομικά χαρακτηριστικά.
Το βέβαιο είναι ότι η σύμφωνα χωρίς τα κόκκινα δάνεια δεν πρόκειται να κλείσει καθώς αποτελούν μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια του τραπεζικού συστήματος. Οι χαμηλές τιμές άλλωστε που προσφέρονται από τα Funds για την αγορά των κόκκινων δανείων κάνει ακόμα ποιο δύσκολη την κατάσταση και για αυτό το λόγο έχει ανοίξει η συζήτηση για τη δημιουργία πακέτων που να περιλαμβάνουν και ενήμερα δάνεια κάτι που άλλωστε επιτρέπει και ο νόμος που ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο. Όμως όπως λένε τραπεζικές πηγές και αυτή η διαδικασία η οποία θα μπορούσε να μειώσει τις απώλειες των τραπεζών από την πώληση των κόκκινων δανείων χρειάζεται χρόνο για να υλοποιηθεί σωστά και γι' αυτό η σταδιακή απελευθέρωση θα ήταν ίσως η πιο ενδεδειγμένη λύση.
Άλλωστε από την δική τους πλευρά οι τράπεζες δεν έχουν κρύψει ότι θεωρούν την πώληση μέρους των δανείων ως μια ενδεδειγμένη λύση η οποία θα απελευθερώσει πόρους που θα εισρεύσουν μέσω νέων δανείων στην ελληνική οικονομία. Στοίχημα για όλους πάντως παραμένει εάν τελικά οι πρακτικές αυτές μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και σε κούρεμα κάποιων δανείων προς όφελος των δανειοληπτών ή αν τελικά στην περίπτωση της πώλησης οι ελληνικές τράπεζες «ξεφορτωθούν» τα κόκκινα δάνεια και κάποια funds απλώς… κερδοσκοπήσουν.