Ένα νέο τρόπο υλοποίησης επενδύσεων στον τομέα των υποδομών πρότεινε από το βήμα του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών ο διευθύνων σύμβουλος της Ελλάκτωρ, Αναστάσιος Καλλιτσάντσης. Όπως είπε το μοντέλο των «Πρότυπων Προτάσεων», παρόμοιο με αυτό που χρησιμοποιείται στην Ιταλία, μπορεί να ξεκλειδώσει μεγάλα έργα υποδομών και μάλιστα με ιδιωτικά κεφάλαια, χωρίς να δεσμεύονται πόροι του Δημοσίου.
Όπως εξήγησε ο κ. Καλλιτσάντσης στην περίπτωση των Προτύπων Προτάσεων, αντί να ξεκινάει ένας διαγωνισμός με πρωτοβουλία και σχεδιασμό του κράτους, αυτός που διαμορφώνει μια πρόταση για ένα έργο είναι ο ιδιώτης.
Για παράδειγμα μπορεί μια εταιρεία να έχει καταλήξει σε ένα έργο ανταποδοτικό και χρηματοδοτίσημο από ιδιωτικά κεφάλαια. Θα μπορεί να υποβάλλει την πρόταση της στο υπουργείο Υποδομών, καταθέτοντας τουλάχιστον μια προμελέτη βιωσιμότητας και έναν οδικό χάρτη με όλα τα στάδια του έργου, καθώς και ένα σχέδιο χρηματοδότησης, το οποίο μπορεί να προβλέπει ακόμη και μηδενική συμμετοχή του Δημοσίου.
Στη συνέχεια, και εφόσον κριθεί ότι προτεινόμενο έργο εναρμονίζεται με το αναπτυξιακό πρόγραμμα της χώρας μπορεί το υπουργείο να ζητήσει περαιτέρω εξειδίκευση με επιπλέον προμελέτες καθώς και επιστολές δέσμευσης από τους χρηματοδότες του έργου. Από εκεί και πέρα ξεκινά μια διαγωνιστική διαδικασία για την υλοποίηση του έργου είτε ως ΣΔΙΤ, είτε ως παραχώρηση.
Αν στον διαγωνισμό μειοδοτήσει η συγκεκριμένη εταιρεία, τότε προχωρά το έργο. Αν μειοδοτήσει άλλη εταιρεία τότε αυτή αναλαμβάνει να αποζημιώσει την εταιρεία που πρότεινε το έργο για το κόστος των μελετών και της προπαρασκευής. Εναλλακτικά μπορεί αν δίνεται η στην εταιρεία που έκανε την πρόταση τη δυνατότητα να αναλάβει το έργο αν δώσει την ίδια προσφορά με αυτή που έκανε η μειοδότρια του διαγωνισμού (δικαίωμα προαίρεσης).
Τα πλεονεκτήματα των πρότυπων προτάσεων
Όπως εξήγησε ο κ. Καλλιτσάντσης με αυτόν τον τρόπο υλοποιούνται έργα υποδομών με ιδιωτικά κεφάλαια και εξασφαλισμένη χρηματοδότηση, χωρίς να δεσμεύονται πόροι του Δημοσίου.
Ακόμη εξοικονομείται χρόνος, καθώς όπως σημείωσε για ένα έργο στην Ελλάδα από τη στιγμή που ξεκινάει ο σχεδιασμός του μέχρι τη στιγμή που αρχίζουν οι εκσκαφές μεσολαβούν πάνω από 60 μήνες, όταν ο μέσος αντίστοιχος χρόνος για έργα μέσω Πρότυπων Προτάσεων στην Ιταλία περιορίζεται σε 12-18 μήνες.
Η πρόταση αυτή έρχεται σε μια στιγμή που οι πόροι για έργα υποδομών είναι εξαιρετικά περιορισμένοι. «Η σκληρή αλήθεια είναι πως ούτε το ελληνικό Δημόσιο έχει πλέον την οικονομική δυνατότητα να υλοποιήσει όσα είναι αναγκαία, ούτε οι κοινοτικοί πόροι διοχετεύονται κατά προτεραιότητα στη χώρα μας πια», τόνισε ο κ. Καλλιτσάντσης.
Σημείωσε, μάλιστα, ότι για το 2019 το ΠΔΕ για τον τομέα των υποδομών και των μεταφορών θα φθάσει τα 1,8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,6 δισ. προέρχονται από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της Ε.Ε., ενώ μόλις 204 εκατ. ευρώ θα προέλθουν από εθνικούς πόρους. «Κανονικά τα 1,8 δισ. ευρώ δεν φτάνουν ούτε για τη συντήρηση των υπάρχοντών έργων, όχι προφανώς για νέα έργα», υπογράμμισε.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Ελλάκτωρ, αναφέρθηκε και στον τρόπο με τον οποίο ιεραρχούνται και δημοπρατούνται τα έργα, μιλώντας για «έργα που κατακερματίζονται με μικρές συμβάσεις, όπου δίνονται εκπτώσεις 50% ή και παραπάνω, από επιχειρήσεις που δεν μπορούν να ανταποκριθούν ούτε τεχνικά ούτε οικονομικά, και όλα αυτά με τη δικαιολογία ότι το Δημόσιο υλοποιεί τα έργα φθηνά. Τα έργα όμως εγκαταλείπονται στη μέση, επειδή οι ανάδοχοι πτωχεύουν και καθυστερούν, γίνονται κακότεχνα και τελικά κοστίζουν περισσότερο στον έλληνα πολίτη», σημείωσε.
Κλείνοντας την ομιλία του, ο κ. Καλλιτσάντσης επεσήμανε πως αν οι κυβερνήσεις αφήσουν την αγορά να προτείνει, να σχεδιάσει, να χρηματοδοτήσει, να κατασκευάσει και να λειτουργήσει έργα υποδομών, τότε οι δυνατότητες είναι αναρίθμητες, καταλήγοντας πως «είναι καθαρά θέμα πολιτικής βούλησης και λογικής».