Τη βεβαιότητα πως «η ελληνική οικονομία, μετά από μακρόχρονη περιπέτεια λόγω σφαλμάτων, ημών και άλλων, φαίνεται να βγαίνει στο ξέφωτο», εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, μετά την κατάθεση του νέου προϋπολογισμού στη Βουλή, θέτοντας ταυτόχρονα τους τρεις στόχους του.
Όπως είπε ο υπουργός, αυτοί είναι:
1. Η επίτευξη ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης 2% για το 2019 και 2,8% για το 2020. Η επίδοση της ελληνικής οικονομίας ως προς το ρυθμό μεγέθυνσης, κατά το β' εξάμηνο του τρέχοντος έτους θα είναι αρκετά υψηλότερη από αυτόν που υπήρξε κατά το πρώτο, όταν και διαμορφώθηκε στο 1,5%. Ενώ η επίδοση του 2020 θα είναι υψηλότερη από αυτή του 2019. Τουλάχιστον διπλάσια από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όπως συνηγορούν και οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Με όλα τα συστατικά της μεγέθυνσης, δηλαδή την κατανάλωση, τις εξαγωγές αλλά κυρίως τις επενδύσεις να εμφανίζουν θετικό, αρκετά σημαντικό πρόσημο.
2. Η ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος. Το σχέδιο «Ηρακλής» έχει ήδη αποσταλεί στις αρμόδιες υπηρεσίες για επίσημη γνωμοδότηση. Ενώ και οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έχουν μειώσει το κόστος δανεισμού, με αποτέλεσμα, η πρόσβαση των τραπεζών στις αγορές κεφαλαίου σταδιακά να αποκαθίσταται, καταθέσεις να επιστρέφουν στο τραπεζικό σύστημα και η πιστοληπτική ικανότητα εταιρειών και νοικοκυριών να βελτιώνεται.
3. Η ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Αυτή μπορεί να επιτευχθεί μέσω:
- Της εμπροσθοβαρούς αξιοποίησης των διαθέσιμων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, που επί μακρόν «λιμνάζουν».
- Της εκτέλεσης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, που συστηματικά, τα τελευταία χρόνια, υποεκτελείται.
- Της μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, που παραμένουν σταθερά υψηλές.
- Και της σταδιακής τόνωσης της πιστωτικής επέκτασης, μετά τη συρρίκνωση των προηγούμενων ετών.
Συμπερασματικά, είπε ο κ. Σταϊκούρας, πρόκειται για έναν προϋπολογισμό που αποδεικνύει ότι η ελληνική οικονομία προχωρά, με σταθερό και ιεραρχημένο βηματισμό, στο ανοδικό σπιράλ της κανονικοποίησης και της ισχυροποίησης.
Τέλος στο φαινόμενο των υπερπλεονασμάτων
Από την πλευρά του, ο αρμόδιος για το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους υφυπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, ανέφερε πως ο νέος προϋπολογισμός θέτει επιτέλους τέλος στο φαινόμενο των υπερπλεονασμάτων που λειτούργησαν καταστροφικά τα τελευταία χρόνια (σύμφωνα με τον υφυπουργό, την περίοδο 2016-2018 υπήρξε υπερπλεόνασμα ύψους 11,4 δισ. ευρώ).
Ο κ. Σκυλακάκης πρόσθεσε ότι ανοίγει ο δρόμος για μια πολιτική που δεν θα είναι διαρκούς λιτότητας, αλλά θα στηρίζεται κυρίως στην ανάπτυξη που θα προέλθει ως επί το πλείστον από τις επενδύσεις. Παράλληλα δε, θα αφήνει χώρο για δαπάνες σε όλους τους κοινωνικούς τομείς.