Η διαδικασία αύξησης του κατώτατου μισθού θα είναι μια μακρά και δύσκολη διαδικασία, αφού θα ξεκινήσει αυτή την εβδομάδα και ο νέος μισθός θα ανακοινωθεί στο τέλος Ιουνίου.
Τόσο τα στελέχη της κυβέρνησης όσο και οι εργοδότες, επιθυμούν μια «συνετή» αύξηση, που δεν θα θυμίζει το 11% του 2019. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα επικρατέστερα σενάρια κάνουν λόγο για μια αύξηση που για φέτος δεν θα ξεπεράσει το 4 - 5,6% και θα αναπροσαρμόσει τις βασικές απολαβές (από 26 ως 36 ευρώ το μήνα) για 800.000 εργαζόμενους. Στην περίπτωση αυτή ο κατώτατος μισθός θα διαμορφωθεί μεταξύ 676 και 686 ευρώ.
Ωστόσο η φετινή διαπραγμάτευση θα πρέπει να ξεπεράσει 4 «αγκάθια» που δυσκολεύουν την διαδικασία και «ψαλιδίζουν» τις ελπίδες για μεγαλύτερη αύξηση του κατώτατου μισθού:
1. Με μια σοβαρή δυσκολία αναμένεται να ξεκινήσει η διαδικασία αναπροσαρμογής, καθώς ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) που εμπλέκεται στις διαβουλεύσεις, παραμένει ακέφαλος. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού έχει λήξει και απαιτείται νομοθετική παρέμβαση για να παραταθεί για λίγους μήνες ακόμα.
2. Η ΓΣΕΕ από την πλευρά της αντιμετωπίζει τα δικά της εσωτερικά προβλήματα. Παραμένει εδώ και έναν χρόνο περίπου με διορισμένη διοίκηση (το συνέδριο θα πραγματοποιηθεί στις 25 Φεβρουαρίου) και δείχνει ανυποχώρητη απο τη θέση της για επιστροφή του κατώτατου μισθού στα προμνημονιακά επίπεδα των 751 ευρώ. Επίσης ζητάει την επαναφορά της διαδικασίας διαπραγμάτευσης και απόφασης στα χέρια των κοινωνικών εταίρων, μέσω της υπογραφής της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
3. Η κυβέρνηση προσπαθεί να κρατήσει χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών για την επικείμενη αύξηση, παρότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν τη βοηθά καθόλου. Η πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ για αυξήσεις 7,5% φέτος και 7,5% το 2021 άλλαξε τις ισορροπίες και ενώ το πιθανότερο σενάριο μέχρι τότε έκανε λόγο για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 703 ευρώ σε βάθος τριετίας, τώρα υπάρχουν... δεύτερες σκέψεις.
4. Ο ΣΕΒ που «φοβάται» μια πολιτικού χαρακτήρα πρωτοβουλία της κυβέρνησης στο ζήτημα του κατώτατου μισθού, κρατά «σκληρή» στάση και ζητά να επιδειχθεί σύνεση. Δεν διστάζει μάλιστα να επαναφέρει τη συζήτηση στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις. Όπως τονίζει, μια επανάληψη της μαξιμαλιστικής πολιτικής του 2019 θα έχει αρνητικές συνέπειες για την οικονομία. Στην επιχειρηματολογία του μάλιστα δεν διστάζει να υποστηρίξει πως ενώ ο μέσος μισθός των Ελλήνων αυξάνεται, ο ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας επιβραδύνεται.
Η διαδικασία
Υπενθυμίζεται πως στο τέλος του Φεβρουαρίου η 3μελής επιτροπή συντονισμού της διαβούλευσης –αποτελείται από τον πρόεδρο του ΟΜΕΔ, έναν εκπρόσωπο του υπουργείου Οικονομικών κι έναν του υπουργείου Εργασίας– πρέπει να αποστείλει πρόσκληση προς εξειδικευμένους φορείς (ΤτΕ, ΕΛΣΤΑΤ, ΟΑΕΔ, ινστιτούτα ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ καθώς και τα ΙΟΒΕ και ΚΕΠΕ) ώστε να συντάξουν έκθεση αξιολόγησης του ισχύοντος κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
Στην έκθεσή τους οι ειδικοί φορείς πρέπει, επίσης, να προβούν σε εκτιμήσεις για την προσαρμογή του μισθού «στις επίκαιρες οικονομικές συνθήκες».
Οι εκθέσεις πρέπει να υποβληθούν έως τις 31 Μαρτίου στην επιτροπή διαβούλευσης, η οποία με τη σειρά της θα αποστείλει τον φάκελο με αυτές στους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, ώστε κι αυτοί να υποβάλουν υπόμνημα με τις θέσεις τους για την αναπροσαρμογή του μισθού. Η επιτροπή, αφού συγκεντρώσει όλες τις εκθέσεις και τα υπομνήματα, θα πρέπει έως τις 15 Απριλίου να τα κοινοποιήσει σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους, προσκαλώντας τους παράλληλα σε προφορική διαβούλευση. Δεκαπέντε ημέρες μετά (στις 30 Απριλίου) το σύνολο των στοιχείων θα αποσταλεί στον Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, το οποίο θα πρέπει να συντάξει το τελικό πόρισμα διαβούλευσης, σε συνεργασία με μια 5μελή επιτροπή σοφών.
Εκεί, θα περιγράφονται τόσο οι δυνατότητες προσαρμογής του κατώτατου μισθού όσο και οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων, παράλληλα με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας αλλά και της εγχώριας αγοράς εργασίας. Μάλιστα, η γνώμη, που θα πρέπει να αποσταλεί έως τις 31 Μαΐου στους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας, μπορεί να αποκλίνει ή και να διαφοροποιείται από τις εκθέσεις των φορέων.
Οπως, βέβαια, διαφοροποιημένη μπορεί να είναι και η εισήγηση του υπουργού Εργασίας, που βάσει της διαδικασίας έχει τον τελικό λόγο. Eντός του τελευταίου 15νθημέρου του Ιουνίου ο υπουργός Εργασίας θα πρέπει να εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο το νέο κατώτατο μισθό.