«Μέσα στο επόμενο 10ήμερο καταθέτει η Ελλάδα στις Βρυξέλλες το τελικό της σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης», τόνισε στον Αθήνα 9.84 ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θεόδωρος Σκυλακάκης, επιβεβαιώνοντας ότι η ελληνική πρόταση περιλαμβάνει τη δημιουργία συστήματος επιβράβευσης αρχικά σε κρίσιμες υπηρεσίες του δημοσίου που εμπλέκονται στην απορρόφηση κονδυλίων, με σταδιακή επέκτασή του σε όλο το Δημόσιο, εφόσον υπάρχει δημοσιονομικός χώρος.
Ο Σκυλακάκης διαβεβαίωσε ότι η χώρα θα αρχίσει να εργάζεται από την επομένη κιόλας της κατάθεσης του σχεδίου της για την απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, με στόχο έως το 2025 να έχουν απορροφήθηκε στο σύνολό τους.
Ειδικότερα, σε ερώτημα για το Σχέδιο της Ελλάδας για το Ταμείο Ανάκαμψης είπε πως «είναι συνεκτικό και στοχευμένο και αποτελεί το πρώτο βήμα στο μακρύ δρόμο που θα χρειαστεί να διανύσουμε. Η ουσία έγκειται στο τι θα κάνεις με αυτό και εμείς θα κάνουμε μεγάλες αλλαγές. Το Σχέδιο εμπεριέχει μεταρρυθμίσεις που θα επιταχύνουν τις διαδικασίες απορρόφησης των κονδυλίων.
Για παράδειγμα, σε αυτό υπάρχει η δημιουργία συστήματος ανταμοιβής, αρχικά σε κρίσιμες υπηρεσίες του δημόσιου τομέα που εμπλέκονται στην απορρόφηση κονδυλίων και σταδιακά- αναλόγως του υπάρχοντος δημοσιονομικού χώρου- θα επεκταθεί σε όλο το Δημόσιο».
«Η τελική πρόταση θα κατατεθεί μέσα στο επόμενο δεκαήμερο. Με την κατάθεσή της, την επόμενη ημέρα, μια ομάδα 47-48 ανθρώπων υπό τη προσωπική μου πολιτική ευθύνη και της κυβερνητικής επιτροπής που θα λειτουργεί γύρω από το θέμα, θα αρχίσει να εργάζεται πάνω στη διαδικασία απορρόφησης των κονδυλίων για το σύνολο του Σχεδίου. Δε θα περιμένουμε ούτε μία μέρα. Δε θα περιμένουμε την έγκριση. Έχουμε προγραμματίσει να απορροφήσουμε όλους τους πόρους μέχρι το 2025, ώστε το 2026 να έχουμε να διαχειριστούμε μόνο κάποιες καθυστερήσεις, εφόσον προκύψουν», πρόσθεσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών.
Για το αν θα συνεχιστούν τα καλά αποτελέσματα του τριμήνου στον τομέα των εσόδων και στη βάση ποιου σεναρίου θα γίνει αυτό, δεδομένου του σημερινού προφίλ της πανδημία ανέφερε: «Πήγαμε καλύτερα από το αναμενόμενο στα φορολογικά έσοδα, κυρίως επειδή η ύφεση της οικονομίας μας το 2020 ήταν μικρότερη από τις δικές μας προβλέψεις, αλλά και από εκείνες των διεθνών οργανισμών.
Άλλος ένας λόγος, έγκειται στο ότι παρουσιάζουν μια σχετική υστέρηση σε σχέση με τις απώλειες, όπως λόγου χάρη αυτές που συνδέονται με την απώλεια εισοδήματος λόγω πανδημίας και θα γίνουν ορατές μέσα στα επόμενα χρόνια. Δεν θα πρέπει ακόμη να παραβλέπεται και το ζήτημα της κουλτούρας πληρωμών, που δεδομένων των αναλογιών, έχει διατηρηθεί σε πολύ καλό επίπεδο. Η γενική κυβέρνηση, έχει υποστεί πλήγματα στον τομέα των ασφαλιστικών εισφορών, πού έχουν επηρεαστεί στο σύνολό τους από το lockdown. Όπως π.χ. αναστολές εργασίας, συνεργασίες κλπ».
Για την πορεία της ανεργίας της επομένη της πανδημίας είπε πως «η Ελλάδα κατόρθωσε να συγκρατήσει την ανεργία, κάτι που δεν πέτυχε, την ίδια περίοδο, η Ισπανία. Βάλαμε ένα στοίχημα και ελπίδα μας είναι πως η αναβαλλόμενη κατανάλωση, οι αποταμιεύσεις, όπως και το κύμα των επενδύσεων (ιδιωτικών αλλά και μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης) από κάποιο σημείο και έπειτα, θα οδηγήσουν σε δυναμική ανάκαμψη, ώστε να επανέλθει η ζήτηση στο σημείο όπου βρισκόταν το 2019. Βέβαια, δεν θα επανέλθει στον τουρισμό, όπου υπάρχει πλήγμα.
Λόγω αυτών προβλημάτων που θα είναι ορατά την επόμενη ημέρα, εκτός από τα προγράμματα ενίσχυσης των επιχειρήσεων για την επανεκκίνηση (όπως με επιδότηση παγίων δαπανών για τον τομέα της εστίασης και τη δυνατότητα προεξόφλησης του μη επιστρεπτέου κομματιού της επιστρεπτέας 1, 2 και 3), θα έχουμε και μεγάλα προγράμματα κατάρτισης, με στόχο την αποφόρτιση της αγοράς εργασίας».
Αναφερόμενος στη δέκατη μεταμνημονιακή αξιολόγηση και τις δημοσιονομικές εκκρεμότητες, όπως τρόπος φορολογίας και διαμόρφωση φορολογικών παραμέτρων είπε πως «η συζήτηση με τους θεσμούς είναι τεχνική κι ακολουθεί η πολιτική συζήτηση. Δε σχολιάζουμε στη διάρκεια της συζήτησης με τους θεσμούς. Η αξιολόγηση θα κλείσει όπως κι οι προηγούμενες, ωστόσο αλλά αυτή τη φορά είναι πιο σύνθετη, επειδή συνδέεται και με τη σταδιακή επάνοδο των ευρωπαϊκών στόχων, που δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί. Δεν ξέρουμε τί θα ισχύσει για το 2023, υπάρχει και συζήτηση για αναθεώρηση των ευρωπαϊκών κανονισμών που συνδέονται με τους δημοσιονομικούς στόχους. Αναμένουμε τί θα συμβεί».
Σε ερώτημα για τους δημοσιονομικούς στόχους ανέφερε πως «μαζί με τις αγορές, θα πρέπει να τηρούμε και τους στόχους που θα τεθούν. Συνεπώς, οι ευρωπαϊκοί στόχοι για το ύψος των πλεονασμάτων πρέπει να τίθενται με μέτρο, αλλά σε όποιο και αν τεθούν, θα πρέπει να επιτευχθούν».