«Καθώς οι επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία θα υποχωρούν, γίνεται σαφές ότι δεν αρκεί μια προσωρινή δημοσιονομική επέκταση, με τη χρήση αντικυκλικής επεκτατικής πολιτικής, για την αντιμετώπιση της ύφεσης και την ανάσχεση της ανεργίας», αναφέρει το ΚΕΠΕ στην τρίτη Ανάλυση Επικαιρότητας για το 2021 με τίτλο «Επιτυγχάνοντας την βέλτιστη αξιοποίηση των συγχρηματοδοτούμενων πόρων για τη νέα προγραμματική περίοδο 2021-2027».
Εξηγεί πως «η ελληνική οικονομία έχει ανάγκη από επενδύσεις (δημόσιες και ιδιωτικές) και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα οδηγήσουν σε αύξηση των μακροχρόνιων ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης». Επισημαίνει, επίσης, πως το οικονομικό περιβάλλον της ΕΕ προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία, μέσω των διαφόρων διαθέσιμων χρηματοδοτικών μηχανισμών, ώστε όλα τα κράτη μέλη να ενισχύσουν σημαντικά τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ τους, προβαίνοντας σε μια άριστη κατανομή των συγχρηματοδοτούμενων πόρων, αλλά και δίνοντας μεγάλη έμφαση στο τελικό αποτέλεσμα.
Για τη σημασία των επενδύσεων επισημαίνει πως «οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (32 δισ. ευρώ αντιστοιχούν στην Ελλάδα) σε συνδυασμό με τους πόρους της πολιτικής συνοχής για τη νέα προγραμματική περίοδο 2021-2027 (26,7 δισ. ευρώ αντιστοιχούν στην Ελλάδα), αποτελούν ένα καίριας σημασίας αναπτυξιακό εργαλείο τόσο για την ελληνική οικονομία όσο και για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες».
Σημειώνεται δε ότι τα έργα που είναι ενταγμένα στην προηγούμενη προγραμματική περίοδο (2014-2020) θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τις 31/12/2023, γεγονός που σημαίνει ότι για τα επόμενα δύο έτη η ελληνική κυβέρνηση λειτουργεί επάνω σε τρεις άξονες. Ο πρώτος αφορά την πλήρη απορρόφηση των πόρων του ΕΣΠΑ 2014-2020, ο δεύτερος την ταχεία εκτέλεση του ΕΣΠΑ 2021-2027 και ο τρίτος την αξιοποίηση των πόρων του προγράμματος NGEU.
«Είναι σαφής, πλέον, η ανάγκη εμβάθυνσης από το επίπεδο της μονοδιάστατης στατιστικής καταγραφής της απορροφητικότητας των ενωσιακών πόρων στο επίπεδο της πολυδιάστατης αποτύπωσης του αντικτύπου που έχουν οι συγχρηματοδοτούμενοι πόροι στην τόνωση της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και της επιχειρηματικότητας. Συνεπώς, ενώ μέχρι σήμερα παρακολουθείται μόνο ο βαθμός της απορροφητικότητας των συγχρηματοδοτούμενων πόρων, καθίσταται αναγκαία πλέον και η αξιολόγηση της παραγωγικότητας (μόχλευσης) των εν λόγω πόρων. Ένα ρηξικέλευθο εργαλείο προς την κατεύθυνση αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει η δημιουργία ενός σύνθετου δείκτη αξιολόγησης (scoreboard assessment base), ο οποίος θα παρατηρεί την αποτελεσματικότητα των συγχρηματοδοτούμενων πόρων» αναφέρεται.