Διαδικτυακή συζήτηση με θέμα «Αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας & Ανάπτυξης της ΕΕ - Αναζητώντας τη χρυσή τομή» συνδιοργάνωσαν σήμερα το Γραφείο του Ιδρύματος Χανς Ζάιντελ (Hanns Seidel Foundation) στην Ελλάδα και το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Στην εισήγησή του στην συζήτηση ο Γκίκας Α. Χαρδούβελης, πρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας, καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς δήλωσε αισιόδοξος ότι η παρούσα κρίση δεν θα πάει χαμένη, θα οδηγήσει σε μία καλύτερα λειτουργούσα Ευρωπαϊκή Ένωση και ΟΝΕ, ενώ θεωρεί ότι θα βρεθεί η χρυσή τομή για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας & Ανάπτυξης της ΕΕ.
Ο κ. Χαρδούβελης τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) είναι ένα υποκατάστατο δημοσιονομικής Ένωσης που δεν υπάρχει στην ΟΝΕ και δημιουργήθηκε για να καλύψει αυτό το κενό. Το ευρωπαϊκό εγχείρημα διαρκώς βελτιώνεται και το ίδιο συμβαίνει και με το ΣΣΑ. Τα άλματα όμως σημειώνονται μόνο μετά από κρίσεις. Η ελληνική κρίση οδήγησε στην Τραπεζική Ένωση και στον Μηχανισμό Σταθερότητας, ενώ τώρα έχουμε την κρίση της πανδημίας η οποία δημιουργεί νέα δεδομένα στο δημοσιονομικό πεδίο. Υπήρξε μια τεράστια δημοσιονομική επέκταση. Κατά την διάρκεια της ελληνικής κρίσης είχε ξεκινήσει και μια συζήτηση για την μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους, θέμα το οποίο τώρα επανέρχεται όπως και το θέμα της κεντρικής διαχείρισης των δημοσιονομικών.
Η ιστορία μας δείχνει ότι πρέπει να κάνουμε τη συζήτηση περί αλλαγής του Συμφώνου Σταθερότητας, να κάνουμε έξυπνες κινήσεις, έτσι ώστε οι χώρες να ακολουθούν μεν τους κανόνες, αλλά ταυτόχρονα να διαθέτουν και μια ευελιξία. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρεις σχολές σκέψεις. Κάποιες χώρες θεωρούν ότι το πλαίσιο του 2019, χρειάζεται μερική, μικρή αναθεώρηση. Μια δεύτερη ομάδα χωρών θεωρεί ότι χρειάζεται μια πλήρης αναθεώρηση των κανόνων, διότι δεν λειτουργούν και χρειαζόμαστε μια δημοσιονομική πολιτική, η οποία θα είναι αποτελεσματική και μια τρίτη υποστηρίζει ότι χρειάζεται προσαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων εντός του τρέχοντος πλαισίου.
Η Ευρώπη λειτουργεί βάσει της συναίνεσης, οπότε κάπου στο μέσον νομίζω ότι θα βρούμε τη χρυσή τομή. Ήδη οι υπουργοί 10 χωρών οι οποίες ανήκουν στην πρώτη ομάδα που δεν θέλει πολλές αλλαγές, δημοσίευσαν μια επιστολή, όπου στην ουσία λένε το εξής: ας επιστρέψουμε σε αυτό που είχαμε πριν την πανδημία. Ας ασχοληθούμε με τη μεταρρύθμιση στο μέλλον. Εγώ δεν συμφωνώ με αυτή τη θέση, διότι η κρίση είναι μια συγκυρία την οποία θα πρέπει να αξιοποιούμε.
Νομίζω, θα έλεγα ότι είμαι αισιόδοξος ότι η κρίση αυτή δεν θα πάει χαμένη. Θα οδηγήσει σε μία καλύτερα λειτουργούσα Ευρωπαϊκή Ένωση και ΟΝΕ. Οι Ευρωπαίοι τα καταφέρνουν στο τέλος. Ο χρόνος όμως που πρέπει να προχωρήσουμε στην αναθεώρηση είναι τώρα και δεν συμφωνώ με τους υπουργούς Οικονομικών που θέλουν να μεταθέσουν με τη συζήτηση αυτή στο μέλλον. Γνωρίζουμε τα προβλήματα, πολλά τα συζητούμε επί χρόνια, ας ολοκληρώσουμε τώρα τη συζήτηση αυτή.
Το δικό μου μότο είναι να δούμε το Σύμφωνο Σταθερότητας, όχι σαν ένα δίλημμα μεταξύ κανόνων έναντι διακριτικής ευχέρειας, αλλά περισσότερο να δούμε τους κανόνες σε συνδυασμό με την διακριτική ευχέρεια εντός ενός ορθού πλαισίου διακυβέρνησης. Δεν υπάρχει κατ ανάγκη κάποια αντίφαση μεταξύ των δύο. Νομίζω ότι αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να προχωρήσουμε και θα πρέπει επίσης να έχουμε κατά νου τα μεγάλα θέματα της επόμενης δεκαετίας, την κλιματική αλλαγή, τις επενδύσεις, η γήρανση του πληθυσμού».
Αντιθέτως, ο Μάρκους Φέρμπερ, πρόεδρος του -προσκείμενου στο Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα της Βαυαρίας (CSU)- Ιδρύματος Χανς Ζάιντελ, στο βιντεοσκοπημένο χαιρετισμό του εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την προοπτική χαλάρωσης του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
«Η χρηματοπιστωτική και η κρίση δημοσίου χρέους της περασμένης δεκαετίας κατέδειξε ότι οι μη βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές θα μπορούσαν εύκολα να οδηγήσουν σε σοβαρά προβλήματα ολόκληρη την Οικονομική και Νομισματική Ένωση, το δε «μεταρρυθμισμένο ΣΣΑ δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες» και «απέτυχε να αποτρέψει την δημιουργία υψηλών επιπέδων χρέους σε πολλά κράτη μέλη. Τα προγράμματα τόνωσης για την καταπολέμηση της κρίσης του κορονοϊού προκάλεσαν την εκτίναξη του δημοσίου χρέους σε ολόκληρη την Ευρώπη. Για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην ΕΕ και συνεπώς για την σταθερότητα του κοινού νομίσματος, το υψηλό δημόσιο χρέος αποτελεί (όμως) πρόβλημα», τόνισε ο Μάρκους Φέρμπερ.
«Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) παραμένει υπό την συνεχή πίεση της χαλάρωσης των κριτηρίων για το χρέος και το δημοσιονομικό έλλειμμα. Αυτό θα σήμαινε την απομάκρυνση από την βασική του αποστολή της διασφάλισης υγιών δημόσιων οικονομικών και, συνεπώς, τη διατήρηση της σταθερής βάσης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Οι συζητήσεις για τη μεταρρύθμιση του ΣΣΑ τείνουν να αποδυναμώσουν τις δοκιμασμένες αρχές», πρόσθεσε.
Ο Φέρμπερ, ο οποίος είναι και ο ευρωβουλευτής του CSU, θεωρεί δε ότι «οι προτάσεις για χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) είναι παιχνίδι με τη φωτιά, επειδή το σημερινό υψηλό επίπεδο χρέους είναι βιώσιμο μόνο για όσο διάστημα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διατηρεί τα επιτόκια χαμηλά και η ίδια ενεργεί ως αγοραστής κρατικών ομολόγων στις δευτερογενείς αγορές. Εάν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εγκαταλείψει την εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική της, κάτι που θα ήταν επείγον ενόψει της αυξανόμενης πληθωριστικής πίεσης, το κόστος αναχρηματοδότησης πολλών κρατών μελών θα αυξηθεί επίσης αισθητά. Το πού μπορεί να οδηγήσει αυτό, το είδαμε πριν από μερικά χρόνια. Αυτή η εμπειρία δεν πρέπει να επαναληφθεί σε καμία περίπτωση, γι' αυτό πρέπει τώρα να αντιστρέψουμε την τάση του δημόσιου χρέους και να ανοίξουμε τον δρόμο για την ενδυνάμωση της οικονομικής ευημερίας χωρίς να αυξήσουμε το βάρος για τις μελλοντικές γενιές. Παρά τις φιλοδοξίες για εκσυγχρονισμό του ΣΣΑ, η αρχική ιδέα θα πρέπει να παραμείνει ο πυρήνας της μεταρρύθμισης: να διασφαλιστεί η αξία της σταθερότητας για τους πολίτες και την οικονομία».
Στην συζήτηση, την οποία συντόνισε η οικονομολόγος, εκδότρια και αρχισυντάκτρια της αθηΝΕΑΣ Μαριάννα Σκυλακάκη, συμμετείχαν ο Ζολτ Ντάρβας (Zsolt Darvas), κύριος ερευνητής του Ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών, ο Μιχάλης Αργυρού, πρόεδρος Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιώς, ο Τόμας Γκστέντνερ (Thomas Gstaedtner), πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Τραπεζών με έδρα την Φρανκφούρτη και ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ , καθηγητής Οικονομικών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ