Με τον πιο επίσημο τρόπο, δηλαδή από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, επιβεβαιώθηκε η πρόθεση της κυβέρνησης να αναθερμάνει το εγχώριο πρόγραμμα ερευνών για κοιτάσματα φυσικού αερίου. Κατά το χθεσινό του διάγγελμα, ο κ. Μητσοτάκης ενέταξε τις εγχώριες έρευνες στο πλαίσιο των σχεδίων για ενίσχυση της ενεργειακής αυτάρκειας της χώρας, μαζί με πρωτοβουλίες όπως η επιτάχυνση των επενδύσεων στις ΑΠΕ, οι νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις, αλλά και τα προγράμματα αντικατάστασης ηλεκτρικών συσκευών και εξοικονόμησης ενέργειας.
Έτσι, στις παραπάνω κινήσεις προστίθεται η «αξιοποίηση των εθνικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου με οικονομικό ενδιαφέρον», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά. Μάλιστα, σημείωσε πως στον συγκεκριμένο τομέα θα υπάρξουν σύντομα ανακοινώσεις.
Η συγκεκριμένη αναφορά έρχεται να επισφραγίσει την κυβερνητική βούληση για επίσπευση των σχετικών ερευνών – πρώτο ορόσημο της οποίας ήταν η σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου που, όπως είχε αποκαλύψει το Insider.gr, είχε γίνει στις αρχές Μαρτίου, με αντικείμενο την αξιολόγηση του εγχώριου προγράμματος ερευνών υδρογονανθράκων, υπό το φως του καινούριου «τοπίου» που δημιουργεί η ουκρανική κρίση για την τροφοδοσία της Ευρώπης με φυσικό αέριο.
«Οδικός χάρτης» από την ΕΔΕΥ
Εκτός από τον πρωθυπουργό, στη σύσκεψη είχαν λάβει μέρος η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθώς και οι επικεφαλής της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρίας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ). Σκοπός ήταν να επανεκτιμηθεί η πορεία εξέλιξης των ερευνών στη χώρα μας, στο πλαίσιο της επαναχάραξης συνολικά της ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής (αλλά και της ελληνικής ειδικότερα) μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με κυρίαρχη προτεραιότητα την απεξάρτηση από τις εισαγωγές αερίου από τη Μόσχα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη σύσκεψη αποφασίστηκε η κατάρτιση από την ΕΔΕΥ ενός «οδικού χάρτη» σχετικά με τις παρεμβάσεις που χρειάζονται για την αναθέρμανση του προγράμματος. Βασικό στοιχείο του «οδικού χάρτη» είναι η επίσπευση των αδειοδοτικών διαδικασιών που απαιτούνται για όλα τα προκαταρκτικά στάδια μελέτης ενός υποψήφιου κοιτάσματος – από την πρόσκτηση των σεισμικών δεδομένων, μέχρι και τη διενέργεια των ερευνητικών γεωτρήσεων. Μέσα από αυτές τις παρεμβάσεις, στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα πιο «φιλικό» περιβάλλον, το οποίο θα επιτρέψει την υλοποίηση των επενδύσεων που θα δώσουν τελεσίδικη απάντηση στο κατά πόσο υπάρχει αξιοποιήσιμος ορυκτός πλούτος στο ελληνικό υπέδαφος.
Δυνητικός κύκλος εργασιών 250 δισ. ευρώ
Όπως φαίνεται και από τη δήλωση του πρωθυπουργού, έμφαση δίνεται σε υποψήφια κοιτάσματα φυσικού αερίου. Επίσης, το υφιστάμενο επενδυτικό ενδιαφέρον αφορά αποκλειστικά θαλάσσιες περιοχές – ξεκινώντας από το «Μπλοκ 10» (Κυπαρισσιακός Κόλπος) και το μπλοκ Ιόνιο που έχουν παραχωρηθεί στα ΕΛΠΕ και στα οποία πρόσφατα ολοκληρώθηκαν οι σεισμικές έρευνες. Επίσης, «στο κάδρο» μπαίνουν τα δύο θαλάσσια «οικόπεδα» ανοικτά της Κρήτης, τα οποία διαχειρίζεται η κοινοπραξία των Total, ExxonMobil και ΕΛΠΕ. Με δεδομένο ότι ακόμη δεν έχουν πραγματοποιηθεί σεισμικές έρευνες στα συγκεκριμένα μπλοκ, λόγω και των προσφυγών στο ΣτΕ περιβαλλοντικών οργανώσεων, η κοινοπραξία θα πρέπει να μέχρι τον προσεχή Οκτώβριο να ζητήσει παράταση της πρώτης φάσης των ερευνών στην περίπτωση που ενδιαφέρεται να διατηρήσει τις δύο παραχωρήσεις.
Με την απλοποίηση της αδειοδότησης, μέσα από τον «οδικό χάρτη» της ΕΔΕΥ, στην παρούσα συγκυρία στόχος είναι να δοθεί ένα θετικό «σήμα» προς τη δρομολόγηση των σεισμικών ερευνών στην Κρήτη. Επίσης, οι παρεμβάσεις αυτές θα επιτρέψουν να «τρέξουν» πιο γρήγορα τα επόμενα βήματα στα δύο μπλοκ τον ΕΛΠΕ σε Ιόνιο και Κυπαρισσιακό Κόλπο, στην περίπτωση που από την επεξεργασία των σεισμικών δεδομένων προκύψουν ελπιδοφόροι «στόχοι» για κοιτάσματα αερίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την ΕΔΕΥ, από προηγούμενες μελέτες και εκτιμήσεις Ελλήνων και διεθνών αναλυτών έχει προκύψει ότι η δυνητική αξία των αποθεμάτων φυσικού αερίου της Ελλάδας θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 250 δισ. ευρώ, στηρίζοντας τη διαδικασία αντικατάστασης του άνθρακα από φυσικό αέριο στην ευρύτερη περιοχή και επιταχύνοντας τη μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό σύστημα χαμηλών ρύπων.