Όσοι άκουσαν με προσοχή την τοποθέτηση της κας Λαγκάρντ κατά την πρόσφατη επίσκεψή της στην Κύπρο και προσπάθησαν να κάνουν έναν απολογισμό του τι ακριβώς μήνυμα έδωσε, βρέθηκαν σε… αμηχανία.
Τραπεζικός παράγοντας από την Ελλάδα που παραβρέθηκε, σχολίασε την τοποθέτησή της με μία αναφορά στον γνωστό χρησμό «'ήξεις αφήξεις...' που αποδίδεται μεν στην Πυθία, αλλά μάλλον έχει λεχθεί από την Σίβυλλα…
Η επικεφαλής της ΕΚΤ είπε χαρακτηριστικά ότι «αν τα εισερχόμενα δεδομένα υποστηρίζουν την προσδοκία ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό δεν θα επιδεινωθούν ακόμη και μετά τη λήξη των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού που διενεργούμε, θα ολοκληρώσουμε τις εν λόγω αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP) το γ΄ τρίμηνο του τρέχοντος έτους».
Σε ελεύθερη μετάφραση η κα Λαγκάρντ αφού έβαλε ένα μεγάλο ερωτηματικό σαν σημείο εκκίνησης για το ποια θα είναι τα «δεδομένα» επιδεικνύοντας με αρκετό «κυνισμό» την αδυναμία της ΕΚΤ για αξιόπιστη πρόβλεψη, κατέληξε στην πληροφορία ότι το APP θα κλείσει στο γ τρίμηνο. Και κατά συνέπεια πριν από το τέλος του έτους θα μπορούσε να υπάρξει και αύξηση επιτοκίων, αφού τυχόν «προσαρμογές των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ θα πραγματοποιηθούν κάποια στιγμή μετά τη λήξη των καθαρών αγορών μας στο πλαίσιο του προγράμματος APP και θα είναι σταδιακές…».
Η αναίρεση της αναίρεσης
Στην συνέχεια όμως αναίρεσε ακόμα και αυτή τη διφορούμενη ένδειξη λέγοντας ότι «Αν όμως οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό μεταβληθούν και αν οι συνθήκες χρηματοδότησης πάψουν να είναι συμβατές με την επίτευξη περαιτέρω προόδου προς τον στόχο μας του 2%, είμαστε έτοιμοι να αναθεωρήσουμε το χρονοδιάγραμμα των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού ως προς το μέγεθος ή/και τη διάρκεια…». Με άλλα λόγια με τη δεύτερη φράση καταλήγει στο αντίθετο συμπέρασμα της πρώτης, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο για περαιτέρω παράταση της ποσοτικής χαλάρωσης.
Όμως τα λεγόμενα της κας Λαγκάρντ δεν είναι προσωπική της επιλογή.
Η γραμμή… Πυθίας (σ.σ. ή αν θέλουμε ακριβέστερα η γραμμή Σίβυλλας) αποτελεί την «θεωρητική» και «πρακτική» προσέγγιση της πραγματικότητας από το Συμβούλιο της ΕΚΤ.
Έτσι τουλάχιστον φαίνεται από την τελευταία ανακοίνωσή της, αυτή στην οποία αποδίδεται ή καλύτερα ανανεώνεται στο «ασφαλιστικό συμβόλαιο» για τα ελληνικά ομόλογα με την παροχή του waiver στα ελληνικά ομόλογα μέχρι και το 2024…
Το κείμενο αναφέρει συγκεκριμένα «Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να συνεχίσει να επιτρέπει στις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες να αποδέχονται ως αποδεκτές εξασφαλίσεις ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (GGBs) που δεν πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστωτικής ποιότητας του Ευρωσυστήματος, αλλά πληρούν όλα τα άλλα ισχύοντα κριτήρια επιλεξιμότητας, τουλάχιστον για όσο διάστημα συνεχίζονται οι επανεπενδύσεις σε GGB στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς έκτακτης ανάγκης για την πανδημία (PEPP)…».
Στα …αχρείαστα οι Οίκοι Αξιολόγησης
Για να συνεχίσει με την ακόλουθη τοποθέτηση: «Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ διατηρεί το δικαίωμα να παρεκκλίνει και στο μέλλον από τις αξιολογήσεις των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, εφόσον αυτό δικαιολογείται, σύμφωνα με τη διακριτική του ευχέρεια βάσει του πλαισίου νομισματικής πολιτικής, αποφεύγοντας έτσι τη μηχανιστική εξάρτηση από αυτές τις αξιολογήσεις».
Με την δήλωση αυτή το Συμβούλιο της ΕΚΤ διακηρύσσει με απλά λόγια ότι ανεξάρτητα από τις δεσμεύσεις και τους καταστατικούς περιορισμούς που έχει, εάν χρειασθεί – έχει χρειασθεί δύο τρεις φορές μέχρι τώρα από το 2008 – δεν θα διστάσει να αγοράσει ότι πετάει και ότι περπατάει, ανεξάρτητα από το τι λένε οι Οίκοι Αξιολογήσεις, αρκεί αυτό να είναι αναγκαίο για το «πλαίσιο νομισματικής πολιτικής»...
Όσο δε για το πόσο θα υπολογίζει τις αξιολογήσεις των Οίκων, η ΕΚΤ είναι ξεκάθαρη λέγοντας ότι θα αποφύγει την «μηχανιστική εξάρτηση» από αυτές τις αξιολογήσεις…
Ο Μάριο Ντράγκι το 2012 είχε πει ότι η ΕΚΤ θα κάνει “Whatever it takes” για να σώσει στο Ευρώ.
Σήμερα η ανάλογη δήλωση του Συμβουλίου σε ανακοίνωση της ΕΚΤ φαίνεται ότι δεν προκαλεί πλέον καμία …εντύπωση.
Γι’ αυτό άλλωστε δύο 24ωρα αργότερα από την κα Λαγκάρντ, ο επικεφαλής οικονομικής ανάλυσης και μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Φίλιπ Λέιν – αυτός που επέμενε μέχρι πρόσφατα για την προσωρινότητα των πληθωριστικών πιέσεων - σε άλλο Συνέδριο επανέλαβε ότι: σύμφωνα με την απόφαση της τελευταίας συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου, οι καθαρές αγορές χρέους στο πλαίσιο του Pepp θα μπορούσαν να επανενεργοποιηθούν «εάν είναι απαραίτητο για την αντιμετώπιση των αρνητικών κλυδωνισμού…».
Συμπέρασμα; Η απάντηση στο ερώτημα του τι θα κάνει από τώρα και στο εξής η ΕΚΤ είναι μία: «Ένας Θεός ξέρει…» που λέει και η γνωστή λαϊκή ρήση.
Πόσα έχει ξοδέψει η ΕΚΤ για το PEPP και το APP μέχρι την περασμένη εβδομάδα; Περί τα 5 τρισ. ευρώ! Πόσα θα χρειασθεί να ξοδέψει ακόμα; Κανείς δεν γνωρίζει στην Φρανκφούρτη.
Στους Δελφούς ίσως κάποιος να μπορεί να μαντέψει κάτι…