Για ηπιότερη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2021 λόγω των επιπτώσεων που έχουν δημιουργήσει παγκοσμίως γεγονότα όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία κάνει λόγο η υποδιοίκητρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνα Παπακωνσταντίνου.
Σε άρθρο της στην εφημερίδα «Ακτή Μιαούλη», η ίδια σημειώνει πως «η έξαρση της οικονομικής αβεβαιότητας λόγω του υψηλού πληθωρισμού και του πολέμου στην Ουκρανία επηρεάζει αρνητικά τις προσδοκίες».
«Το 2022 η ελληνική οικονομία προβλέπεται να συνεχίσει να αναπτύσσεται, αν και με ηπιότερο ρυθμό, σε σχέση με το 2021. Ο ρυθμός ανόδου του πραγματικού ΑΕΠ το 2022 θα εξαρτηθεί από την έκταση των διαταράξεων στις διεθνείς τιμές ενέργειας και τροφίμων, από ενδεχόμενη περαιτέρω επιδείνωση του κλίματος εμπιστοσύνης και από τις εξελίξεις στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές» υποστηρίζει η κ. Παπακωνσταντίνου.
Ακόμα, το στέλεχος της ΤτΕ μιλά για τις προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και τη διατήρηση της οικονομικής δυναμικής είναι:
- Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, με το αποτύπωμά τους να είναι ήδη εμφανές σε τομείς όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους, συμπεριλαμβανομένης της φορολογικής διοίκησης
- Η συνεχής μείωση της ανεργίας, ως συνέπεια των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας
- Η αύξηση των επενδύσεων, (δ) η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ)
- Η διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας μέσω της εξάλειψης των πρωτογενών ελλειμμάτων
- Η έγκαιρη και αποτελεσματική χρήση των πόρων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Ο ρόλος της ναυτιλίας
Η κ. Παπακωνσταντίνου στέκεται και στον ρόλο της ναυτιλίας στο ελληνικό ΑΕΠ, λέγοντας πως «το μερίδιο των εισπράξεων από θαλάσσιες μεταφορές στο ΑΕΠ της χώρας είναι σημαντικό. Την περίοδο 2015-2021 ήταν – κατά μέσο όρο – 7,5% του ΑΕΠ, ενώ το 2021 ανήλθε σε 9,4% του ΑΕΠ. Την περίοδο 2015-2021 οι εισπράξεις από θαλάσσιες μεταφορές αποτέλεσαν άνω του 40% των εξαγωγών υπηρεσιών και περίπου το 21% των συνολικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, αναδεικνύοντας τον αποφασιστικό τους ρόλο στην προώθηση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας».
Ακόμα, η ίδια αναφέρει πως «οι οι εισπράξεις από θαλάσσιες μεταφορές συνέβαλαν σημαντικά στον περιορισμό των αρνητικών συνεπειών της πανδημίας στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ) και στο ΑΕΠ της χώρας κατά το 2020, καθώς μειώθηκαν μεν (κατά 15%), αλλά πολύ λιγότερο από τις εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες, οι οποίες κατέγραψαν πτώση 76%.
Το 2021 υπήρξε μια αξιοσημείωτη χρονιά για τις εισπράξεις από υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών, καταγράφοντας τις υψηλότερες (17,2 δισ. ευρώ) της τελευταίας δεκαετίας στο ΙΤΣ. Οι καθαρές εισπράξεις από θαλάσσιες μεταφορές (δηλαδή εισπράξεις μείον πληρωμές) ανήλθαν σε 6,2 δισ. ευρώ και κάλυψαν περίπου το ¼ του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών το 2021, συμβάλλοντας θετικά στο ΙΤΣ. Σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις από τα διαθέσιμα στοιχεία, η ανοδική τάση που καταγράφηκε το 2021 στις εισπράξεις από θαλάσσιες μεταφορές συνεχίστηκε και το πρώτο τρίμηνο του 2022».
Η κ. Παπακωνσταντίνου σημειώνει πως «η εμπορική διαχείριση άνω των 3.000 πλοίων που βρίσκονται σε λειτουργία, συνολικής χωρητικότητας περίπου 202 εκατ. τόνων (dwt), μέγεθος που έχει καταγράψει αύξηση σε σχέση με το 2015. Ο στόλος αυτός επικεντρώνεται, κυρίως, στους κλάδους του ξηρού (χύδην) φορτίου και των πετρελαιοφόρων και η μεσοσταθμική ηλικία του είναι μικρότερη των 11 ετών. H ελληνόκτητη ναυτιλία παραμένει στην κορυφή της διεθνούς ναυτιλίας, αφού στις αρχές του 2021 αντιπροσώπευε πάνω από το 17% του παγκόσμιου στόλου (σε όρους χωρητικότητας) και, με στοιχεία για το 2020, κατείχε το μεγαλύτερο μερίδιο στην ΕΕ-27, περίπου 59% .
Η ελληνική ναυτιλία έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά προκλήσεων τα επόμενα χρόνια. Καλείται να περιορίσει σημαντικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, με αποτέλεσμα τα θέματα του περιβάλλοντος και της πράσινης τεχνολογίας να κυριαρχούν στην ατζέντα της. Ταυτόχρονα, η αποδιεθνοποίηση της παραγωγής και ο εμπορικός προστατευτισμός μπορεί να οδηγήσουν σε περιορισμό του όγκου του διεθνούς εμπορίου. Σημαντική πρόκληση αποτελεί επίσης, η εκτιμώμενη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας λόγω των επιπτώσεων της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ωστόσο, αναμένεται ότι η ελληνική ναυτιλία θα επιδείξει ανθεκτικότητα και ετοιμότητα, αντιμετωπίζοντας επιτυχώς τις προκλήσεις, όπως το έχει πράξει και στο παρελθόν» καταληγει η κ. Παπακωνσταντίνου.