Τα αποτελέσματα του Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας 2022 (DESI), ο οποίος παρακολουθεί την πρόοδο που έχει σημειωθεί στα κράτη μέλη της ΕΕ στον ψηφιακό τομέα, δημοσίευσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID, τα κράτη μέλη σημείωσαν πρόοδο στις προσπάθειές τους για ψηφιοποίηση, η κάλυψη ωστόσο των κενών στις ψηφιακές δεξιότητες, τον ψηφιακό μετασχηματισμό των ΜΜΕ και την ανάπτυξη προηγμένων δικτύων 5G εξακολουθεί να τους προξενεί δυσκολίες. Ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, με περίπου 127 δισ. ευρώ που προορίζονται για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στον ψηφιακό τομέα, προσφέρει μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία για την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, την οποία η ΕΕ και τα κράτη μέλη της δεν έχουν την πολυτέλεια να χάσουν.
Τα πορίσματα δείχνουν ότι, ενώ τα περισσότερα κράτη μέλη σημειώνουν πρόοδο στον ψηφιακό μετασχηματισμό τους, η υιοθέτηση βασικών ψηφιακών τεχνολογιών από τις επιχειρήσεις, όπως η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) και τα μαζικά δεδομένα, παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για να εξασφαλιστεί η πλήρης ανάπτυξη των υποδομών συνδεσιμότητας (ιδίως 5G) που απαιτούνται για υπηρεσίες και εφαρμογές υψηλής καινοτομίας. Οι ψηφιακές δεξιότητες είναι ένας ακόμη σημαντικός τομέας στον οποίο τα κράτη μέλη πρέπει να σημειώσουν μεγαλύτερη πρόοδο.
Η Εκτελεστική Αντιπρόεδρος για μια Ευρώπη Έτοιμη για την Ψηφιακή Εποχή, Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ, δήλωσε: «Η ψηφιακή μετάβαση επιταχύνεται. Τα περισσότερα κράτη μέλη σημειώνουν πρόοδο στην οικοδόμηση ανθεκτικών ψηφιακών κοινωνιών και οικονομιών. Από την έναρξη της πανδημίας έχουμε καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για να στηρίξουμε τα κράτη μέλη κατά τη μετάβαση. Τούτο γίνεται μέσω των σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, μέσω του προϋπολογισμού της ΕΕ ή, πιο πρόσφατα, μέσω του διαρθρωμένου διαλόγου για την ψηφιακή εκπαίδευση και τις ψηφιακές δεξιότητες. Διότι οφείλουμε να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της ψηφιακής δεκαετίας το 2030. Ήδη από τώρα πρέπει λοιπόν να γίνουν αλλαγές.»
Ο Τιερί Μπρετόν, Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς, πρόσθεσε: «Στην ΕΕ έχουμε σημειώσει πρόοδο ως προς την επίτευξη των ψηφιακών μας στόχων και πρέπει να συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας για να καταστήσουμε την ΕΕ πρωτοπόρο παγκοσμίως στον αγώνα δρόμου για την τεχνολογία. Ο Δείκτης Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας επισημαίνει τα σημεία όπου πρέπει να ενισχύσουμε περαιτέρω το έργο μας, για παράδειγμα όσον αφορά την προώθηση της ψηφιοποίησης της βιομηχανίας μας, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ. Πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες ώστε να διασφαλίσουμε ότι κάθε ΜΜΕ, επιχείρηση και βιομηχανία στην ΕΕ θα έχει στη διάθεσή τους τις καλύτερες ψηφιακές λύσεις και θα έχει πρόσβαση σε μια παγκόσμιας κλάσης υποδομή ψηφιακής συνδεσιμότητας.»
Η πρόταση της Επιτροπής για την πορεία προς την ψηφιακή δεκαετία, επί της οποίας συμφώνησαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη της ΕΕ, θα διευκολύνει τη βαθύτερη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της ΕΕ ώστε να σημειωθεί πρόοδος σε όλες τις διαστάσεις που καλύπτονται από τον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας. Η εν λόγω πρόταση παρέχει στα κράτη μέλη ένα πλαίσιο για την ανάληψη κοινών δεσμεύσεων και τη θέσπιση πολυκρατικών έργων που θα ενισχύσουν τη συλλογική ισχύ και ανθεκτικότητά τους στο παγκόσμιο πλαίσιο.
Η Φινλανδία, η Δανία, οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία παραμένουν οι πρωτοπόροι της ΕΕ. Ωστόσο, βρίσκονται αντιμέτωπες με κενά σε βασικούς τομείς: το επίπεδο υιοθέτησης προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα μαζικά δεδομένα, παραμένει κάτω από το 30 % και απέχει πολύ από τον στόχο του 75 % που έχει τεθεί στο πλαίσιο της ψηφιακής δεκαετίας 2030· εκτεταμένες ελλείψεις δεξιοτήτων, οι οποίες επιβραδύνουν τη συνολική πρόοδο και οδηγούν σε ψηφιακό αποκλεισμό.
Παρατηρείται μια συνολικά θετική τάση σύγκλισης: η ΕΕ εξακολουθεί να βελτιώνει το επίπεδο ψηφιοποίησής της, τα δε κράτη μέλη που ξεκίνησαν από χαμηλότερα επίπεδα καλύπτουν σταδιακά τη διαφορά, καθώς αναπτύσσονται με ταχύτερο ρυθμό. Ειδικότερα, η Ιταλία, η Πολωνία και η Ελλάδα βελτίωσαν σημαντικά τις βαθμολογίες τους στο πλαίσιο του δείκτη DESI κατά την τελευταία πενταετία, υλοποιώντας βιώσιμες επενδύσεις με ενισχυμένη πολιτική εστίαση στον ψηφιακό τομέα, οι οποίες υποστηρίζονται επίσης από ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Καθώς τα ψηφιακά εργαλεία καθίστανται αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής ζωής και της συμμετοχής στην κοινωνία, τα άτομα που δεν διαθέτουν κατάλληλες ψηφιακές δεξιότητες κινδυνεύουν να μείνουν στο περιθώριο. Μόνο το 54 % των Ευρωπαίων ηλικίας 16-74 ετών διαθέτουν τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες. Ο στόχος της ψηφιακής δεκαετίας είναι τουλάχιστον 80 % έως το 2030. Επιπλέον, παρά την είσοδο 500 000 ειδικών ΤΠΕ στην αγορά εργασίας μεταξύ του 2020 και του 2021, τα 9 εκατομμύρια ειδικών ΤΠΕ της ΕΕ υπολείπονται κατά πολύ του στόχου της ΕΕ για 20 εκατομμύρια ειδικούς έως το 2030 και δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ελλείψεις δεξιοτήτων που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις. Κατά τη διάρκεια του 2020, περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις της ΕΕ (55 %) ανέφεραν δυσκολίες στην πλήρωση των κενών θέσεων εργασίας σε ειδικούς στον τομέα των ΤΠΕ. Οι ελλείψεις αυτές αποτελούν σημαντικό εμπόδιο για την ανάκαμψη και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της ΕΕ. Η έλλειψη εξειδικευμένων δεξιοτήτων αποτελεί επίσης τροχοπέδη στις προσπάθειες της ΕΕ να επιτύχει τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας. Ως εκ τούτου, απαιτούνται μαζικές προσπάθειες για την επανειδίκευση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού.
Όσον αφορά την υιοθέτηση βασικών τεχνολογιών, κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid, οι επιχειρήσεις προώθησαν τη χρήση ψηφιακών λύσεων. Η χρήση του υπολογιστικού νέφους, για παράδειγμα, ανήλθε στο 34 %. Ωστόσο, η χρήση της ΤΝ και των μαζικών δεδομένων από τις επιχειρήσεις ανέρχεται μόλις στο 8 % και στο 14 % αντίστοιχα (στόχος: 75 % έως το 2030). Αυτές οι βασικές τεχνολογίες προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες για σημαντική καινοτομία και βελτίωση της αποδοτικότητας, ιδίως μεταξύ των ΜΜΕ. Από την πλευρά τους, μόνο το 55 % των ΜΜΕ της ΕΕ έχουν τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιοποίησης (στόχος: τουλάχιστον 90 % έως το 2030), κάτι που σημαίνει ότι σχεδόν οι μισές ΜΜΕ δεν αξιοποιούν τις ευκαιρίες που δημιουργεί η ψηφιακή τεχνολογία. Η Επιτροπή δημοσίευσε σήμερα έρευνασε επίπεδο επιχειρήσεων σχετικά με την οικονομία των δεδομένων.
Το 2021, η συνδεσιμότητα Gigabit αυξήθηκε περαιτέρω στην Ευρώπη. Η κάλυψη των δικτύων που συνδέουν κτίρια με οπτικές ίνες ανήλθε στο 50 % των νοικοκυριών, γεγονός που εκτόξευσε τη συνολική κάλυψη σταθερού δικτύου πολύ υψηλής χωρητικότητας στο 70 % (στόχος: 100 % έως το 2030). Η κάλυψη 5G αυξήθηκε επίσης πέρυσι στο 66 % επί των κατοικημένων περιοχών της ΕΕ. Ωστόσο, η εκχώρηση ραδιοφάσματος, σημαντική προϋπόθεση για την εμπορική διάθεση του 5G, εξακολουθεί να μην έχει ολοκληρωθεί: Στη συντριπτική πλειονότητα των κρατών μελών, μόνο το 56 % του συνολικού εναρμονισμένου ραδιοφάσματος 5G έχει εκχωρηθεί (η Εσθονία και η Πολωνία αποτελούν εξαιρέσεις). Επιπλέον, ορισμένα από τα πολύ υψηλά αριθμητικά στοιχεία για την κάλυψη βασίζονται στην κοινή χρήση ραδιοφάσματος 4G ή φάσματος χαμηλής ζώνης 5G, γεγονός που δεν επιτρέπει ακόμη την πλήρη ανάπτυξη προηγμένων εφαρμογών. Η κάλυψη αυτών των κενών είναι απαραίτητη για την αξιοποίηση του δυναμικού της τεχνολογίας 5G και την παροχή νέων υπηρεσιών υψηλής οικονομικής και κοινωνικής αξίας, όπως η συνδεδεμένη και αυτοματοποιημένη κινητικότητα, η προηγμένη παραγωγή, τα έξυπνα ενεργειακά συστήματα ή η ηλεκτρονική υγεία. Η Επιτροπή δημοσίευσε επίσης σήμερα μελέτες σχετικά με τις τιμές κινητών και σταθερών ευρυζωνικής σύνδεσης στην Ευρώπη το 2021 και την ευρυζωνική κάλυψη στην Ευρώπη.
Η διαδικτυακή παροχή βασικών δημόσιων υπηρεσιών είναι ευρέως διαδεδομένη στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ. Ενώ επίκειται η θέσπιση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, 25 κράτη μέλη διαθέτουν τουλάχιστον ένα σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, αλλά μόνο 18 από αυτά διαθέτουν ένα ή περισσότερα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιούνται στο πλαίσιο του κανονισμού eIDAS, γεγονός που αποτελεί βασικό παράγοντα για ασφαλείς ψηφιακές διασυνοριακές συναλλαγές. Η Επιτροπή δημοσίευσε σήμερα τον δείκτη αναφοράς για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση για το 2022.
Η ΕΕ έχει διαθέσει σημαντικούς πόρους για τη στήριξη του ψηφιακού μετασχηματισμού. 127 δισ. ευρώ προορίζονται για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που σχετίζονται με τον ψηφιακό τομέα στα 25 εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που έχουν εγκριθεί μέχρι στιγμής από το Συμβούλιο. Πρόκειται για μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία για την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης, την αύξηση της ανθεκτικότητας της Ένωσης και τη μείωση των εξωτερικών εξαρτήσεων τόσο με μεταρρυθμίσεις όσο και με επενδύσεις. Τα κράτη μέλη διέθεσαν κατά μέσο όρο το 26 % των κονδυλίων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΜΑΑ) για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, ποσοστό μεγαλύτερο από το υποχρεωτικό όριο του 20 %. Τα κράτη μέλη που επέλεξαν να επενδύσουν πάνω από το 30 % των κονδυλίων του ΜΑΑ στην ψηφιακή τεχνολογία είναι η Αυστρία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο, η Ιρλανδία και η Λιθουανία.
Ο προσδιορισμός της ψηφιακής τεχνολογίας ως βασικής προτεραιότητας, η παροχή πολιτικής στήριξης και η εφαρμογή σαφούς στρατηγικής, ισχυρών πολιτικών και επενδύσεων αποτελούν απαραίτητα συστατικά για την επιτάχυνση της πορείας προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό και για να τεθεί η ΕΕ σε τροχιά επίτευξης του οράματος που καθορίστηκε με την ψηφιακή δεκαετία.