Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χρησιμοποιεί το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που θέσπισε την εποχή της πανδημίας (PEPP) για να θωρακίσει τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης από τις επιπτώσεις της απόφασής της να χαλαρώσει τα προγράμματα τόνωσης για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό.
Η Κεντρική Τράπεζα ολοκλήρωσε τις καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP τον Μάρτιο, αλλά επικεντρώνει τις επανεπενδύσεις των ομολόγων που ωριμάζουν στα πιο εύθραυστα μέλη του μπλοκ.
Μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου, η ΕΚΤ εισέφερε 17 δισ. ευρώ στις αγορές της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Ελλάδας, ενώ επέτρεψε στο χαρτοφυλάκιο γερμανικού, ολλανδικού και γαλλικού χρέους να μειωθεί κατά 18 δισ. ευρώ, σύμφωνα με υπολογισμούς των Financial Times με βάση τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας.
«Η απόκλιση τώρα είναι πολύ μεγάλη», δήλωσε ο Frederik Ducrozet, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας στην Pictet Wealth Management, σχετικά με τις επανεπενδύσεις της ΕΚΤ. «Φαίνεται ότι η ΕΚΤ ήταν πολύ δραστήρια επανεπενδύοντας σχεδόν όλα τα έσοδα από τις χώρες του πυρήνα σε περιφερειακές χώρες».
Οι επανεπενδύσεις υπογραμμίζουν την προθυμία της ΕΚΤ να συγκρατήσει το κόστος δανεισμού για χώρες όπως η Ιταλία και να αποτρέψει την έκρηξη του χρέους της ευρωζώνης καθώς αποσύρεται από τη διευκολυντική νομισματική πολιτική που στήριξε το μπλοκ από την κρίση χρέους πριν από μια δεκαετία.
Έρχεται αφότου η ΕΚΤ τον περασμένο μήνα αύξησε τα επιτόκια για πρώτη φορά από το 2011 μετά την απόφαση να ολοκληρώσει το πρόγραμμα PEPP αλλά και το πιο μακροχρόνιο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, ονόματι πρόγραμμα αγοράς assets (APP).