Ο αγροδιατροφικός πλούτος του Ρεθύμνου δίνει «καύσιμο» στην οικονομική αλλά και τουριστική ζωή της ολόκληρης της Κρήτης, με τις αυθεντικές γεύσεις που παράγονται από τοπικές επιχειρήσεις, ωστόσο, να διακινδυνεύουν από ένα φάσμα παραγόντων που εκτείνονται από τον πληθωρισμό, τη φορολογία και την επικείμενη νομοθεσία μέχρι την Τουρκία.
Πέρα από το γαστρονομικό ταξίδι που πραγματοποιήσαμε, δοκιμάζοντας παραδοσιακές συνταγές εμπλουτισμένες και διανθισμένες με σύγχρονες τεχνικές, είχαμε την ευκαιρία να αφουγκραστούμε τους προβληματισμούς και να πιάσουμε τον παλμό των επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στην περιοχή.
Οι φόροι στην τσικουδιά, οι νόμοι για το κρασί, ο ανταγωνισμός με την Τουρκία στο χαρούπι, η υποτίμηση του ελαιόλαδου, η ελλιπής στήριξη των παραγωγών τυριού έως τη λανθασμένη κατανομή των πόρων, σε συνδυασμό με την πληθωριστική λαίλαπα και την απουσία ελέγχων, δημιουργούν ένα «εκρηκτικό κοκτέιλ» για τις τοπικές επιχειρήσεις, εν μέσω των πάγιων αιτημάτων για επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και προώθηση του οινοτουρισμού.
Μαυραγοριτισμός, «καρκινώματα» και «εχθροί των προϊόντων μας»
Ο Σταύρος Μανωλάκης και η αδερφή του, Ελένη λειτουργούν το «Ελαιουργείο Εύοσμος ΑΕ - Ελαιώνες Μανωλάκη» από το 2000 ενώ ξεκίνησαν την τυποποίηση εννέα χρόνια αργότερα. Μεγάλες ποσότητες του λαδιού τους απορροφά η ΕΕ (κατά κόρον η Γερμανία, η Αυστρίακαι η Γαλλία) καθώς δυστυχώς «η Ελλάδα δεν τρώει λάδι» όπως μας αποκάλυψαν με πικρία, ενώ έχουν πραγματοποιήσει και εξειδικευμένες εξαγωγές σε ΗΠΑ, Βουλγαρία, αλλά και Ιαπωνία.
«Η Κρήτη τρώει 80.000 τόνους σπορέλαιο. Είναι ένα αγκάθι αυτό, δηλαδή είναι τελείως χαζό να πουλάμε κρητική διατροφή με σπορέλαιο. Μπορεί να έχουν γίνει και 100.000 οι τόνοι τώρα. Μία μέση παραγωγή στην Κρήτη παράγει μέχρι 150.000 τόνους. Εμείς οι Κρητικοί τρώμε πολύ λάδι. Δεν μπορούνε τα ξενοδοχεία μας να καταναλώσουν άλλους 60.000 τόνους και εγώ να μην βρίσκω να το βάλω καθόλου στο μπουκάλι μου; Παρακαλούμε λοιπόν να πουλήσουμε, τι; Κάτι που δεν το τρώμε ούτε οι ίδιοι στην κουζίνα μας. Κι όχι μόνο αυτό, έχουμε φτάσει στο σημείο μία νοικοκυρά να παίρνει ηλιέλαιο για τα καλτσούνια γιατί είναι "light με πιο χαμηλή οξύτητα". Από τη χημική επεξεργασία; Στο κομμάτι του τουρισμού υπάρχει νοθεία. Δεν περνάνε καν τον δείκτη πολικότητας στην φριτέζα. Πλασάρουν το ‘’παραμύθι’’ και πουλάνε καρκινώματα στους ανθρώπους. Έχουνε τις φριτέζες να τηγανίζουν από την αρχή μέχρι το τέλος του καλοκαιριού. Ο δείκτης πολικότητας στο σπορέλαιο είναι 16 με 18 και το όριο στην φριτέζα είναι 20. Με το που το τηγανίζεις, άντε γεια. Αν το μετρήσεις την άλλη μέρα είναι καρκινογόνο. Το ελαιόλαδο έχει δείκτη πολικότητας 5. Η διαφορά είναι πως μετά το 20 το ελαιόλαδο "φωνάζει" και "μαυρίζει" η πατάτα» υπογραμμίζει στο «ξέσπασμά» του ο κ. Μανωλάκης.
«Προστατεύουμε το προϊόν μας; Είναι κι αυτό ένα ερωτηματικό, με βασανίζουν χρόνια αυτά τα πράγματα. Φέτος δεν ήταν καλή η παραγωγή. ‘’Eυτυχώς’’ που περιμένουμε την Ισπανία να κάνει μια ξηρασία, μία ανομβρία κάθε 15 – 20 χρόνια και να μην έχουν λάδι να φάνε και να κάνουμε εμείς μαυραγοριτισμό, δεν είναι αγορά αυτό, να φεύγει έχει προϊόν από το 2 και να πηγαίνει στα 4. Πληθωρισμός συμβαίνει και το λάδι έχει φθινήσει γιατί εγώ θέλω 140 ευρώ πετρέλαιο στο αγροτικό όταν έβαζα 60. Οπότε τι έγινε; Το προϊόν μου υποβαθμίστηκε, ξεφτιλίστηκε και φθίνησε. Δεν έχει πάρει την τάση του πληθωρισμού το λάδι, είναι φθηνό. Ο πληθωρισμός είναι μεγαλύτερος από την αύξηση του λαδιού. Είναι τυχαία η αύξηση που έκανα εγώ, δεν είναι από τις αγορές. Αυτή τη στιγμή το τυποποιημένο με δυσκολία το αγοράζει ο καταναλωτής στις τιμές που έχει πάει γιατί οι μισθοί του είναι ίδιοι, είναι σταθεροί. Δεν τρίβω τα χέρια μου λοιπόν γιατί θα πέσει η κατανάλωση. Θα πάει σε αυτά τα ξεφτιλισμένα, τα σπορέλαια, μπακακέλαια, αραβοσιτέλαια, όλα αυτά μαζί. Ο μεγάλος εχθρός των προϊόντων μας είμαστε εμείς οι ίδιοι. Αν υπάρχει ένας στην φριτέζα που έχει δείκτη πολικότητας κάτω από 56 όχι 20 που είναι το όριο – θα σας χαρίσω το ελαιουργείο ολόκληρο. Πού είναι ο έλεγχος; Μας ‘’καβαλάει’’ έναντι της ποιότητας το σπορέλαιο» τόνισε με παράπονο ενώ πρόσθεσε πως συχνά ο καταναλωτής δεν βλέπει ότι διάφορα άλλα λάδια που «αντέχουν στη θερμοκρασία», πρακτικά «καταστρέφουν ό,τι τρως».
«Αυτοί θέλουν να μας πάρουν τα νησιά κι εμείς τους δίνουμε χρήματα»
Ο Ηλίας Μανούσακας της Creta Harop γέννημα – θρέμμα Σφακιανός ασχολείται με το χαρούπι από το 2007, μόλις επέστρεψε στην Κρήτη έπειτα από 27 χρόνια στον Καναδά όπου εργάστηκε στον τομέα των τροφίμων, έχοντας δουλέψει μεταξύ άλλων με την Costco και τη Wallmart.
Κατασκεύασε τα δικά του μηχανήματα επεξεργασίας, κατοχυρώνοντας μάλιστα τις πατέντες του ενώ πλέον παράγει ένα μεγάλο εύρος προϊόντων, από χαρουπόμελο, καφέ μέχρι κριτσίνια και ζυμαρικά, εξάγοντας σε 64 χώρες σε όλο τον κόσμο «από Κορέα μέχρι παντού» και δηλώνει πάρα πολύ στεναχωρημένος με την κατάσταση που επικρατεί στο εμπόριο και τα τουρκικά προϊόντα.
«Το χαρούπι έσωσε στην Κατοχή τον λαό. Είναι αποδεδειγμένο ότι τρώγοντας χαρούπι και νερό, ο οργανισμός έχει όλα τα στοιχεία για να ζει. Σε συνθήκες διαφορετικές από το σήμερα, θα μπορούσαμε να ζούμε με χαρούπια, νερό και λίγα χόρτα. Τίποτα άλλο» μας εξήγησε ενώ λανσάρει δυναμικά και το φραγκόσυκο.
«Πρέπει να λέμε την αλήθεια στον καταναλωτή, όχι να του λέμε ό,τι θέλουμε ή να εισαγάγουμε ό,τι θέλουμε και μετά να μην δίνουμε το προϊόν, το οποίο ο καταναλωτής αγοράζει και πληρώνει. Έξω δεν ξέρετε τι τρώτε. Ούτε οι Γερμανοί, ούτε οι Γάλλοι, ούτε τίποτα. Δηλαδή για ποιο λόγο; Γιατί οι εταιρείες κάνουν ότι να’ναι που να είναι οικονομικό για αυτούς και να βγάζουν χρήματα. Δεν τους ενδιαφέρει» επεσήμανε.
Μάλιστα, αντιμετωπίζει μεγάλα εμπορικά προβλήματα καθώς υπάρχουν τεράστιες ποσότητες εισαγόμενων προϊόντων από την Τουρκία. «Δεν είναι κρητικά, δεν είναι ελληνικά προϊόντα. Φορτώνουν ολόκληρα προϊόντα σε εξευτελιστικές τιμές, δεν υπάρχει περίπτωση να τους ανταγωνιστούμε» ανέφερε, ενώ κατήγγειλε την έλλειψη ελέγχων στην αγορά.
«Δεν έχουμε κράτος να τα ελέγχει αυτά. Πρέπει να γίνονται αναλύσεις σε κάθε προϊόν, ειδικά στα εισαγόμενα για να ξέρει και ο καταναλωτής πως αυτό το μπουκαλάκι είναι με χαρουπάλευρο Τουρκίας, χαρουπάλευρο Μαρόκου. Δεν το αναφέρουνε, τίποτα δεν μας αναφέρουνε» επισημαίνει.
«Μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ, η οποία αγοράζει από την Αθήνα και χαρουπόμελο και χαρουπάλευρο, το οποίο είναι τούρκικο. Δεν το λέει όμως ότι είναι τουρκικό και αυτοί θέλουν να μας πάρουν τα νησιά κι εμείς τους δίνουμε χρήματα. Αλλά ο έμπορας δεν έχε φιλότιμο, δεν έχει τίποτα. Ο Τούρκος δουλεύει για 100 ευρώ τον μήνα και ο Έλληνας δουλεύει για 1.600 στον ιδιωτικό τομέα. Δεν μπορείς να τον ανταγωνιστείς. Το χαρούπι στην Κρήτη ήταν 1,20 φέτος στην Τουρκία ήταν 17 λεπτά. Οι φόροι εδώ πέρα είναι 30% στην Τουρκία είναι 3%. Δεν μπορούμε να τους ανταγωνιστούμε, δηλαδή εγώ έχω χάσει φέτος 200 τόνους χαρούπι μόνο σε κρητικές εταιρείες γιατί έχουν πάρει τουρκικά» πρόσθεσε.
«Τα λεφτά πάνε σε λάθος χέρια»
To παραδοσιακό τυροκομείο του Νίκου Βογιατζιδάκη έχει ιστορία από το 1960 στα Ρούστικα Ρεθύμνου με τα ΠΟΠ προϊόντα του να είναι η γραβιέρα Κρήτης και η ξινομυζήθρα, με τον ίδιο να καταγγέλλει τον λάθος καταμερισμό των πόρων και την έλλειψη εργατικού δυναμικού.
«Η τάση τώρα είναι οι μικρές συσκευασίες και οι μερίδες, οπότε χρειάζεται αυτοματοποίηση. Όσο είχαμε τα "κεφάλια" ήτανε καλά, αλλά τώρα είναι λίγο δύσκολα. Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο, ο κόσμος φεύγει από τα χωριά και πηγαίνει στις πόλεις, μειώνεται ο πληθυσμός της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Ο τουρισμός είναι ανταγωνιστικός, η δουλειά γίνεται πιο σκληρή, έχουμε σοβαρή φθίνουσα πορεία» διαπιστώνει σε συνδυασμό με το ότι τα ζώα των κτηνοτρόφων που είναι διαθέσιμα για παραγωγή μειώνονται.
«Εμείς ξεπουλήσαμε και οι τιμές που πουλήσαμε δεν ήταν κακές αλλά το προϊόν έχει ακριβύνει πάρα πολύ. Πλέον ο κόσμος βγάζει το τυρί από το καθημερινό τραπέζι. Δεν είναι η ενεργειακή κρίση, οι συνθήκες είναι δύσκολες. Οι νέοι δεν επιλέγουν κτηνοτροφία και γεωργία σαν επαγγέλματα, τα χρήματα που βγαίνουν είναι πολλά, αλλά πάνε σε λάθος χέρια, δηλαδή σε χέρια που δεν παράγουν. Κι έχουμε το φαινόμενο αυτός που παράγει και δημιουργεί προϊόντα να μην πληρώνεται και κάποιοι άλλοι να παίρνουν χρήματα ‘’άκοπα’’» υπογραμμίζει.
«Είναι δύσκολα τα πράγματα. Από πριν από μία δεκαετία σε σχέση με τώρα έχει ‘’πέσει’’ 30-40%. Οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές. Το κράτος δίνει χρήματα με τις επιδοτήσεις αλλά δεν πάνε στα σωστά χέρια. Κι οι ξένοι εργάτες που ήρθαν, φεύγουν. Δεν είναι μόνο ελληνικό το ζήτημα, είναι πανευρωπαϊκό, δεν ξέρω αν είναι και παγκόσμιο» συμπεραίνει ενώ πουλάει τα προϊόντα του σε Αθήνα αλλά και Κρήτη, ειδικά σε Ρέθυμνο και Χανιά.
«Να ενισχυθούν οι παραγωγοί και τα ζώα»
Ο Ηλίας Μαντζουνέας, αντιπρόεδρος του τυροκομείου Amari που έχει 20 χρόνια «ζωής» και διαθέτει πιστοποίηση για παραγωγή 2 ΠΟΠ προϊόντων: της γραβιέρας (20% κατσικίσιο και 80% πρόβιο) και της ξυνομυζήθρας, μας περιγράφει το ασφυκτικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί στην αγορά με τις πάρα πολλές προκλήσεις.
Την προηγούμενη χρονιά έλαβε 20% λιγότερο γάλα σε σχέση με πρόπερσυ και σε ακριβότερη τιμή, με το πρόβλημα να ξεκινά από τις πρώτες ύλες. «Οι παραγωγοί μας αντιμετωπίζουν υψηλά κόστη και πρέπει να ενισχυθούν, όπως για παράδειγμα να δοθεί να επιπλέον επιδότηση -που δίνεται στα νησιά και όχι στην Κρήτη γιατί θεωρείται Περιφέρεια- για την παραγωγή ΠΟΠ και τοπικών προϊόντων στους παραγωγούς της τάξεως του 0,10 με 0,12 λεπτά ανά κιλό γάλα. Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει την τοπική παραγωγή. Το ζήτημα είναι πως το γάλα μας φεύγει εκτός Κρήτης για να καλύψει τις ανάγκες στην υπόλοιπη Ελλάδα κι αυτό γίνεται από τις αρχές του χρόνου. Το 40-45% του γάλατος που παράχθηκε στο νησί, έφυγε εκτός Κρήτης. Στα ΠΟΠ θα υπάρξουν ελλείψεις. Όταν αντιμετωπίζεις μία αύξηση της πρώτης ύλης έως 30% πρέπει να βοηθήσω τον παραγωγό. Το χρειάζομαι το γάλα του, με χρειάζεται κι αυτός, πρέπει να πάω μαζί του. Το κόστος των πρώτων υλών για την παραγωγή του γάλατος έχει ανέβει πάρα πολύ. Εδώ πέρα καταναλώνουμε 35.000 κιλοβατώρες το μήνα και πλήρωνα περίπου 4.000 ευρώ. Από τον Ιούνιο και μετά πληρώνω 14.000 ευρώ μηνιαίως για ρεύμα. Δεν έχω βάλει φωτοβολταϊκά ακόμη. Είναι πάρα πολύ δύσκολη η κατάσταση, στους επόμενους δύο μήνες θα υπάρξουν ελλείψεις. Η φέτα ήταν κάποτε 5 ευρώ και έχει υπερβεί τα 10 ευρώ. Το αποτέλεσμα είναι πως θα μειωθεί η κατανάλωση και δεν είναι φαινόμενο της Κρήτης αλλά πανελλαδικό. Δεν περισσεύει το γάλα στην Κρήτη. Το γάλα το αγόρασα 1 ευρώ και πλέον θα το πάρω 1,25 με 1,30. Αυτό εμένα μου προκαλεί τρομακτική πίεση στα κοστολόγια και στο πόσο θα μπορέσω να απορροφήσω από αυτές τις αυξήσεις. Απορρόφησα πέρυσι, θα απορροφήσω και φέτος εκ των πραγμάτων. Δεν μπορείς να βγεις εκτός αγοράς. Πρακτικά περιορίζονται και τα περιθώρια κέρδους ή μπορεί λειτουργήσεις κάποιο διάστημα με ζημιές, μέχρι να εξομαλυνθεί η κατάσταση» σημειώνει.
«Είναι εξωγενής η κρίση σε μεγάλο βαθμό. Θέλετε ο πόλεμος; Θέλετε πως η Ουκρανία είναι πλούσια σε σιτηρά, λιπάσματα και ζωοτροφές; Είναι μια προκλητική κατάσταση για όλους μας. Εγώ από την κυβέρνηση ως τυροκόμος δεν μπορώ να ζητήσω τίποτα, μόνο να ενισχυθούν οι παραγωγοί με κάποιας μορφής επιδότηση ώστε να μείνει στα πόδια της η τοπική παραγωγή και να μην φύγει. Να ενισχυθούν οι παραγωγοί μου και τα ζώα. Εγώ θα ενισχυθώ με ένα πρόγραμμα για φωτοβολταϊκά, για έναν τεχνολογικό μετασχηματισμό ή μία επέκταση της επιχείρησής μου. Δεν ζητάω να μου επιδοτήσουν τους εργαζόμενους ούτε τη λειτουργία μου αλλά να στηρίξουν τους παραγωγούς μου. Από αυτούς εξαρτιέμαι και θέλω να μου παρέχουν καλή πρώτη ύλη γιατί αν δεν ενισχύεται μπορεί να κάνει εκπτώσεις στις πρώτες ύλες του κι έτσι επηρεάζομαι και εγώ. Ψάχνουμε το άριστο γάλα. Είναι όλα μια αλυσίδα και ο πρώτος κρίκος είναι ο παραγωγός» συμπλήρωσε.
Μισά - μισά με το Κράτος
Στόχος της 35Ν Cretan Distillery και του ιδιοκτήτη, Ηλία Μελισσουργού είναι η ρακή από welcome drink να μπει στο τραπέζι σε συνδυασμό με το φαγητό. Το 35Ν είναι το brand name του αποστακτήριου με έμπνευση που οφείλεται στο γεγονός πως η Κρήτη είναι 35ος παράλληλος του πλανήτη μας. Πρόκειται για μία μικρή, νέα οικογενειακή επιχείρηση που ξεκίνησε το 2019 και επηρεάστηκε άμεσα από την πανδημία της COVID-19, με τον μόνιμο «πονοκέφαλο» να αποτελεί η υψηλή φορολογία.
«Το αλκοόλ μπαίνει στην ίδια φορολογία με τα καύσιμα και τα τσιγάρα. Είναι η πιο υψηλή φορολογία που υπάρχει. 24% ο ειδικός φόρος κατανάλωσης και 24% το ΦΠΑ. Ουσιαστικά είναι γύρω στο 48%, ψηλά - χαμηλά. Μισά – μισά, παρά κάτι... Τίμιο» σχολίασε χιουμοριστικά ο ξεναγός μας κατά την παρουσίαση, Μανώλης Σημαντήρας. Οι εξαγωγές που πραγματοποιούνται σε Αυστραλία, Ινδία, Νέα Ζηλανδία, Γερμανία, Γαλλία, ΗΠΑ και Καναδά είναι δύσκολες λόγω της υψηλής περιεκτικότητας αλκοόλ. «Η φορολογία πληρώνεται στο μέρος στο οποίο πηγαίνει. Ουσιαστικά από εδώ φεύγει χωρίς ειδικό φόρο κατανάλωσης, μόνο με ΦΠΑ και στο σημείο που φτάνει, ανάλογα με την φορολογία που εφαρμόζει το κάθε κράτος φορολογείται αντίστοιχα το προϊόν» συμπλήρωσε.
Λίγο «άτοπη» νομοθεσία
Το βιδιανό είναι η πιο γνωστή κρητική ποικιλία όπως μας γνωστοποίησε ο Στέλιος Κλάδος και η πρώτη παραγωγή από το «Oινοποιείο Κλάδος (Klados Winery)» ξεκίνησε το 1997. Ένα «δίκοπο μαχαίρι» όπως σημειώνει ο κ. Κλάδος, είναι πως παρόλο που η περιοχή είναι Π.Γ.Ε. (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη), και διέπεται από μία νομοθεσία που δίνει κατευθυντήριες οδηγίες για το πώς θα φτιάξεις κρασιά ανώτερης ποιότητας, οι νόμοι αυτοί είναι κοινοί και ίδιοι σε όλο τον κόσμο, κάτι που είναι λάθος καθώς «εμείς έχουμε 300 ημέρες ήλιο όλο τον χρόνο και η Γερμανία έχει 50».
«Αυτό δεν είναι σωστό για ένα αγροτικό προϊόν. Ουσιαστικά μετράνε τη στρεμματική απόδοση. Πόσα κιλά σταφύλια θα έχουμε σε κάθε στρέμμα αμπελιού. Η νομοθεσία θέλει 1.200 κιλά σταφύλι ανά στρέμμα αμπελιού» κάτι που με βάσει επιστημονικές μελέτες δεν θα έπρεπε να ισχύει καθώς για παράδειγμα το λιάτικο ή το Sauvignon Blanc δίνουν καλύτερα αποτελέσματα σε μεγαλύτερες αποδόσεις. «Έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα οι οινοποιοί από όλο τον κόσμο πως είναι λίγο άτοπη αυτή η νομοθεσία και ευτυχώς έχουν ήδη αρχίσει να την αλλάζουν στην Ιταλία» τονίζει και προσθέτει και στην Κρήτη υπάρχουν συζητήσεις, ενώ έχουν ήδη κατατεθεί αιτήματα προς το αρμόδιο ελληνικό υπουργείο, αλλά «αν θα γίνουν δεκτά και πότε, αυτό είναι μια άλλη κουβέντα». Το 2022 ήταν μία αρκετά καλή χρονιά, σύμφωνα με τον κ. Κλάδο, όπως και το 2021 «ήταν δυνατό για το τρίμηνο που δουλέψαμε». Ωστόσο, «το 2019 ήταν καταστροφή».
Επιμήκυνση τουριστικής περιόδου και εργατικό προσωπικό
Στην ανάγκη ανάδειξης της ισχυρής κρητικής κουζίνας και παραγωγής, εστίασε ο Δημήτρης Συξέρης, πρόεδρος του Επιμελητηριακού Ομίλου Ανάπτυξης Ελληνικών Νησιών (ΕΟΑΕΝ).
«Οι επισκέπτες που έρχονται στην Ελλάδα πρέπει -αν μη τι άλλο- να γευτούν ελληνικά και τοπικά προϊόντα, όχι εισαγόμενα. Εκεί νομίζω ότι γίνεται εξαιρετική προσπάθεια από τους τοπικούς παραγωγούς, τους εμπόρους και τους επεξεργαστές όλων των τροφίμων. Οι εμπορικές επιχειρήσεις και εκείνες στην εστίαση αξιοποιούν αυτές τις δυνατότητες και πρέπει να το αναδείξουμε ακόμη περισσότερο. Αυτό λέμε στην κυβέρνηση και όλα τα κόμματα. Να αναδείξουμε τις γεύσεις του τόπου μας. Όταν το πετύχουμε αυτό θα βελτιωθεί και το επίπεδο της τουριστικής προσέλευσης και το μέσο εισόδημα. Η Κρήτη και τα νησιά όλης της χώρας έχουν γεύσεις που μπορούν να μείνουν αξέχαστες. Αυτό το ‘’ταξίδι γεύσεων’’ είναι που μένει στον επισκέπτη. Αυτό που λέμε “το ταξίδι της ζωής σου” πολλές φορές είναι συνυφασμένο με τις γεύσεις που αποκομίζεις και παίρνεις πίσω στη χώρα σου. Οι εικόνες, οι γεύσεις και οι οσμές είναι συνήθως αυτές που μένουν από ένα ταξίδι. Το 2023 εάν δεν γίνει κάτι δραματικό θα είναι στα ίδια, ίσως ένα plus επίπεδο, τα οποία είναι ήδη καλά φέτος. Τώρα το κατά πόσο οι αριθμοί θα έχουν συσχέτιση με τα έσοδα είναι ένα θέμα που εξαρτάται και από την οικονομική δύναμη των επισκεπτών. Οι Αμερικανοί φέτος βοήθησαν πολύ την κοινωνία και την οικονομία μας» δήλωσε.
Για τον οινοτουρισμό, επεσήμανε πως «ο οίνος της χώρας είναι εφάμιλλος ή και καλύτερος από ιταλικά, γαλλικά και αντίστοιχα άλλα προϊόντα» και πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω. «Ο οινοτουρισμός μπορεί να προσφέρει εξαιρετικές θέσεις εργασίας, εισόδημα στις τοπικές κοινωνίες και οι ‘’δρόμοι του κρασιού’’ πρέπει να αναδειχθούν σε ένα άλλο επίπεδο» υπογράμμισε ενώ έσπευσε να συμπληρώσει πως μεγάλες μονάδες αρχίζουν πλέον και βλέπουν τη δύναμη της και τα οφέλη της τοπικής γαστρονομίας» συμπλήρωσε.
Από την πλευρά του, πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης, Γεώργιος Γιακουμάκης υποστηρίζει πως η μικρή συμμετοχή εργατικού δυναμικού στις επιχειρήσεις να αποτελεί βραχνά.
«Η οικονομία του Ρεθύμνου στηρίζεται στον τουρισμό και στον πρωτογενή τομέα διότι είναι ο δεύτερος πιο ορεινός προορισμός στην Ελλάδα. Έτσι το Επιμελητήριο προσπαθεί να συνδυάσει και να φέρει σε επαφή αυτούς τους δύο τομείς της οικονομίας. Στον πρωτογενή τομέα αρκετές επιχειρήσεις ασχολούνται με την παραγωγή ελαιόλαδου και τυροκομικών προϊόντων, κρέατος και βλέπουμε πως η οικονομία πάει καλά επειδή και η Κρήτη έχει μεγάλη τουριστική περίοδο. Προσπαθούμε με διάφορες ενέργειες να διασφαλίσουμε πως θα υπάρχει τουρισμός όλο τον χρόνο. Υπάρχουν προβλήματα όπως σε όλη τη χώρα ενώ με διαβήματα και σε συνδυασμό με άλλους φορείς προσπαθούμε να τα επιλύουμε. Θέλουμε να επιμηκύνουμε την τουριστική περίοδο όμως φέτος αντιμετωπίσαμε μεγάλο πρόβλημα με το εργατικό δυναμικό. Δυστυχώς υπάρχει μεγάλο έλλειμμα για προσωπικό και στον πρωτογενή τομέα ενώ φέτος φάνηκε πολύ και στον ξενοδοχειακό τομέα. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις ειδικά μετά την πανδημία όμως μετά από μία καλή τουριστική σεζόν σχετικά εξομαλύνθηκαν» εκτιμά.
Το τριήμερο οδοιπορικό μας πραγματοποιήθηκε κατόπιν πρόσκλησης του Επιμελητηρίου Ρεθύμνου με αφορμή την 52η ετήσια τακτική Γενική Συνέλευση του ΕΟΑΕΝ (Επιμελητηριακού Ομίλου Ανάπτυξης Ελληνικών Νησιών) και διοργανώθηκε σε συνεργασία με την Tourism Media & Events.