Οι εταιρείες της Ευρωζώνης είδαν συνεχή βελτίωση στην επιχειρηματική τους δραστηριότητα, αλλά το αυξανόμενο κόστος υλικών, ενέργειας και εργασίας επηρέασε την κερδοφορία τους. Ο κύκλος εργασιών αναμένεται ακόμη να αυξηθεί τους επόμενους έξι μήνες, αλλά λιγότερο από ό,τι αναμενόταν στον προηγούμενο γύρο έρευνας.
Η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού και το υψηλότερο κόστος εισροών αναφέρθηκαν ως οι κύριες ανησυχίες για επιχειρήσεις όλων των μεγεθών.
Το χρηματοδοτικό κενό διευρύνθηκε, ειδικά για τις μεγάλες επιχειρήσεις, καθώς οι χρηματοδοτικές ανάγκες αυξήθηκαν ενώ η διαθεσιμότητα εξωτερικών κεφαλαίων μειώθηκε ελαφρά. Αύξηση στους όρους και τις προϋποθέσεις των τραπεζικών δανείων αναφέρθηκε από τον υψηλότερο αριθμό επιχειρήσεων από την έναρξη της έρευνας το 2009.
Παρά τους αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης, οι εταιρείες δεν ανησυχούσαν ιδιαίτερα για την πρόσβασή τους στη χρηματοδότηση και δεν ανέφεραν αλλαγές στην προθυμία των τραπεζών να δανείσουν. Ωστόσο, αναμένουν ότι η διαθεσιμότητα εξωτερικής χρηματοδότησης θα επιδεινωθεί και αναμένουν ότι τα εσωτερικά κεφάλαιά τους δεν θα επαρκούν για να καλύψουν τις μελλοντικές χρηματοδοτικές τους ανάγκες.
Βελτίωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, με αύξηση στον κύκλο εργασιών τους – κυρίως για τις μεγάλες επιχειρήσεις σε σχέση με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις -, αλλά και αύξηση στο κόστος παραγωγής, σημείωσαν οι επιχειρήσεις της ευρωζώνης την περίοδο Απριλίου – Σεπτεμβρίου 2022, όπως διαπιστώνεται στην εξαμηνιαία έρευνα για την πρόσβαση στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων (SAFE) στη ζώνη του ευρώ.
Το ποσοστό των επιχειρήσεων που ανέφεραν αύξηση στο κόστος των πρώτων υλών και της ενέργειας έφτασε το 93%, ενώ αύξηση στο κόστος εργασίας αναφέρθηκε από το 71% των επιχειρήσεων.
Και τα δύο αυτά στοιχεία βρίσκονται σε νέες ιστορικές κορυφές, για δεύτερη συνεχόμενη εξαμηνιαία έρευνα. Λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής, η κερδοφορία των επιχειρήσεων της ευρωζώνης αποδυναμώθηκε, με τις μικρομεσαίες (19%) και τις μεγάλες επιχειρήσεις (9%) να αναφέρουν μείωση των κερδών. Η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού και το υψηλότερο κόστος εισροών αναφέρθηκαν από τις επιχειρήσεις όλων των μεγεθών ως οι κύριες ανησυχίες τους.
Στην τελευταία έρευνα SAFE για την περίοδο Απριλίου – Σεπτεμβρίου 2022, οι εταιρείες της ζώνης του ευρώ έδειξαν αυξημένη ανάγκη για χρηματοδότηση μέσω όλων των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων, αν και ανέφεραν ότι η διαθεσιμότητά τους μειώθηκε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το 9% των επιχειρήσεων να αναφέρει διεύρυνση του χρηματοδοτικού κενού. Μεγαλύτερο χρηματοδοτικό κενό αναφέρθηκε συχνότερα από μεγαλύτερες εταιρείες (11%) παρά από μικρομεσαίες (7%).
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις της ζώνης του ευρώ ανέφεραν αυστηρότερους όρους χρηματοδότησης, με ποσοστό 71% να αναφέρει υψηλότερα τραπεζικά επιτόκια (από 34% στον προηγούμενο εξαμηνιαίο γύρο της έρευνας) και 49% να υποδηλώνει επιδείνωση σε άλλους όρους και προϋποθέσεις (δηλ. αμοιβές και προμήθειες). Συγκρίσιμα επίπεδα δεν έχουν παρατηρηθεί στο SAFE από το 2011. Αυτές οι εξελίξεις συνάδουν με την Έρευνα Τραπεζικών Χορηγήσεων της ζώνης του ευρώ για το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2022, η οποία υποδηλώνει αυστηρότερες απαιτήσεις για εξασφαλίσεις και άλλους όρους και προϋποθέσεις, καθώς και διεύρυνση περιθωρίων που εφαρμόζονται στα τραπεζικά δάνεια.
Αν και οι εταιρείες του SAFE υπέδειξαν σημαντική αυστηροποίηση των όρων χρηματοδότησης, δεν ανέφεραν αλλαγές στην προθυμία των τραπεζών να παρέχουν πιστώσεις. Το καθαρό ποσοστό των επιχειρήσεων που ανέφεραν εμπόδια στη λήψη τραπεζικού δανείου παρέμεινε σε γενικές γραμμές αμετάβλητο στο 7%. Οι εταιρείες της ζώνης του ευρώ αναμένουν περαιτέρω επιδείνωση της διαθεσιμότητας εξωτερικής χρηματοδότησης τους επόμενους έξι μήνες, καθώς και μειωμένη ικανότητα κάλυψης των χρηματοδοτικών τους αναγκών με εσωτερικά κεφάλαια.
Αυτή η έκθεση που δημοσιεύτηκε σήμερα παρουσιάζει τα κύρια αποτελέσματα του 27ου γύρου του SAFE στη ζώνη του ευρώ, ο οποίος διεξήχθη μεταξύ 7 Σεπτεμβρίου και 14 Οκτωβρίου 2022 και καλύπτει την περίοδο από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο του 2022. Το δείγμα περιλάμβανε 10.984 επιχειρήσεις, εκ των οποίων οι 10.006 ( Το 91,1%) είναι ΜΜΕ (δηλαδή επιχειρήσεις με λιγότερους από 250 εργαζομένους).