Τελευταία ενημέρωση: 15:30
Σε αύξηση των βασικών της επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης προχώρησε την Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μετά από τη συνεδρίαση της νομισματικής της επιτροπής, εντός των εκτιμήσεων των αναλυτών.
Ειδικότερα, η τράπεζα ανέβασε το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων σε 2,50%, 2,75% και 2,00% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 21 Δεκεμβρίου 2022.
Στη σχετική έκθεση, η ΕΚΤ τονίζει πως «περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων θα πρέπει να γίνουν με ένα σταθερό ρυθμό» ώστε «ο πληθωρισμός να επιτρέψει στον στόχο του 2% σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο».
Από τον Μάρτιο η μείωση του APP
Σχετικά με τη μείωση του ισολογισμού της, η ΕΚΤ αναφέρει πως η μείωση του asset purchase programme (APP) θα ξεκινήσει από τον Μάρτιο του 2023.
«Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του β΄ τριμήνου του 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου» αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Επίμονος πληθωρισμός
Σχετικά με τον πληθωρισμό, η ευρωτράπεζα αναφέρει πως «νέες αυξήσεις των επιτοκίων θα χρειαστούν γιατί ο πληθωρισμός παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα και αναμένεται να διατηρηθεί εκτός του στόχου για μεγάλη χρονική περίοδο».
Υπενθυμίζεται πως ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη για τον Νοέμβριο παρουσίασε κάμψη, ανερχόμενος στο 10% έναντι 10,6% τον Οκτώβριο, παραμένοντας πολύ πιο πάνω από τον στόχο του 2% της ΕΚΤ.
Όπως υποστηρίζει η ΕΚΤ. μέσος πληθωρισμός θα διαμορφωθεί σε 8,4% το 2022 και στη συνέχεια θα υποχωρήσει σε 6,3% το 2023, καθώς ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σημαντικά στη διάρκεια του έτους. Στη συνέχεια, ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 3,4% το 2024 και 2,3% το 2025.
Ο δομικός πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής, αναμένεται, βάσει των προβολών, να διαμορφωθεί σε 3,9% κατά μέσο όρο το 2022 και να αυξηθεί σε 4,2% το 2023 και στη συνέχεια να υποχωρήσει σε 2,8% το 2024 και 2,4% το 2025.
Ύφεση
Σχετικά με την οικονομία της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ αναφέρει πως μπορεί να παρουσιάσει συρρίκνωση στο δ' τρίμηνο του 2022 και στο α' τρίμηνο του 2023 («πιάνοντας» τον τεχνητό όρο της ύφεσης, με συρρίκνωση κατά δύο συνεχόμενα τρίμηνα), εκτιμώντας πως «, η ύφεση θα είναι σχετικά βραχύβια και ήπια».
Παράλληλα, η ΕΚΤ υποστηρίζει πως η ανάπτυξη αναμένεται να είναι υποτονική το επόμενο έτος και έχει αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα κάτω.
Σε αυτό το πλαίσιο, προβλέπεται πως η οικονομία της Ευρωζώνης θα παρουσιάσει αύξηση 3,4% το 2022, 0,5% το 2023, 1,9% το 2024 και 1,8% το 2025.
Η αύξηση της ΕΚΤ ακολουθεί τις παρόμοιες αυξήσεις των επιτοκίων στις οποίες προχώρησαν η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE) και η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (Fed).
Αναλυτικά, η ανακοίνωση της τράπεζας:
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης και, σύμφωνα με τη σημαντική αναθεώρηση προς τα πάνω των προοπτικών για τον πληθωρισμό, αναμένει ότι θα τα αυξήσει περαιτέρω. Πιο συγκεκριμένα, το Διοικητικό Συμβούλιο κρίνει ότι τα επιτόκια θα πρέπει ακόμη να αυξηθούν σημαντικά με σταθερό ρυθμό προκειμένου να διαμορφωθούν σε επίπεδα που είναι επαρκώς περιοριστικά για να διασφαλιστεί η έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Η διατήρηση των επιτοκίων σε περιοριστικά επίπεδα θα μειώσει με την πάροδο του χρόνου τον πληθωρισμό περιορίζοντας τη ζήτηση και θα αποτρέψει επίσης τον κίνδυνο επίμονης μετατόπισης προς τα πάνω των προσδοκιών για τον πληθωρισμό. Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής θα εξακολουθούν να εξαρτώνται από τα στοιχεία και να ακολουθούν μια προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από συνεδρίαση σε συνεδρίαση.
Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ είναι το πρωταρχικό εργαλείο που διαθέτει το Διοικητικό Συμβούλιο για τον καθορισμό της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Το Διοικητικό Συμβούλιο συζήτησε επίσης σήμερα αρχές για την εξομάλυνση των διακρατούμενων από το Ευρωσύστημα τίτλων για σκοπούς νομισματικής πολιτικής. Από τις αρχές του Μαρτίου 2023 και μετά, το χαρτοφυλάκιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP) θα μειωθεί με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν θα επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του β΄ τριμήνου του 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.
Κατά τη συνεδρίασή του που θα πραγματοποιηθεί τον Φεβρουάριο, το Διοικητικό Συμβούλιο θα ανακοινώσει τις λεπτομερείς παραμέτρους σχετικά με τη μείωση των τίτλων που διακρατούνται στο πλαίσιο του προγράμματος APP. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα επανεξετάζει τακτικά τον ρυθμό μείωσης του χαρτοφυλακίου του προγράμματος APP για να διασφαλίσει ότι εξακολουθεί να συμβαδίζει με τη συνολική στρατηγική και κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, να διαφυλάξει τη λειτουργία της αγοράς και να διατηρήσει υπό αυστηρό έλεγχο τις βραχυπρόθεσμες συνθήκες της αγοράς χρήματος. Μέχρι το τέλος του 2023, το Διοικητικό Συμβούλιο θα επανεξετάσει επίσης το λειτουργικό πλαίσιο που εφαρμόζει για τον επηρεασμό των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων, που θα παρέχει πληροφορίες σε σχέση με το καταληκτικό σημείο της διαδικασίας εξομάλυνσης του ισολογισμού.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα επιτόκια και αναμένει ότι θα τα αυξήσει σημαντικά περαιτέρω, επειδή ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι υπερβολικά υψηλός και θα παραμείνει, σύμφωνα με τις προβολές, σε επίπεδα πάνω από τον στόχο για παρατεταμένη χρονική περίοδο. Σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat, ο πληθωρισμός ήταν 10,0% τον Νοέμβριο, ελαφρά χαμηλότερος από το 10,6% που καταγράφηκε τον Οκτώβριο. Η μείωση οφειλόταν κυρίως στον χαμηλότερο πληθωρισμό των τιμών της ενέργειας. Ο πληθωρισμός των τιμών των ειδών διατροφής και οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές σε ολόκληρη την οικονομία έχουν ενισχυθεί και θα επιμείνουν για κάποιο χρονικό διάστημα. Εν μέσω εξαιρετικής αβεβαιότητας, οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος έχουν αναθεωρήσει σημαντικά προς τα πάνω τις προβολές τους για τον πληθωρισμό. Θεωρούν τώρα ότι ο μέσος πληθωρισμός θα διαμορφωθεί σε 8,4% το 2022 και στη συνέχεια θα υποχωρήσει σε 6,3% το 2023, καθώς ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σημαντικά στη διάρκεια του έτους. Στη συνέχεια, ο πληθωρισμός αναμένεται, βάσει των προβολών, να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 3,4% το 2024 και 2,3% το 2025. Ο πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής αναμένεται, βάσει των προβολών, να διαμορφωθεί σε 3,9% κατά μέσο όρο το 2022 και να αυξηθεί σε 4,2% το 2023 και στη συνέχεια να υποχωρήσει σε 2,8% το 2024 και 2,4% το 2025.
Η οικονομία της ζώνης του ευρώ μπορεί να συρρικνωθεί το τρέχον τρίμηνο και το επόμενο τρίμηνο, λόγω της ενεργειακής κρίσης, της υψηλής αβεβαιότητας, της εξασθένησης της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας και των αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, η ύφεση θα είναι σχετικά βραχύβια και ήπια. Ωστόσο, η ανάπτυξη αναμένεται να είναι υποτονική το επόμενο έτος και έχει αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα κάτω σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβολές. Πέραν του βραχυπρόθεσμου ορίζοντα, η ανάπτυξη αναμένεται, βάσει των προβολών, να ανακάμψει καθώς οι τρέχοντες αντίξοοι παράγοντες θα εξασθενούν. Συνολικά, σύμφωνα με τις προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, η οικονομία θα αναπτυχθεί πλέον με ρυθμό 3,4% το 2022, 0,5% το 2023, 1,9% το 2024 και 1,8% το 2025.
Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 2,50%, 2,75% και 2,00% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 21 Δεκεμβρίου 2022.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους μέχρι το τέλος του Φεβρουαρίου 2023. Στη συνέχεια, το χαρτοφυλάκιο του προγράμματος APP θα μειωθεί με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν θα επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα διαμορφωθεί σε 15 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του β΄ τριμήνου του 2023 και στη συνέχεια ο ρυθμός της θα καθορίζεται με την πάροδο του χρόνου.
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα PEPP, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.
Πράξεις αναχρηματοδότησης
Καθώς οι τράπεζες θα αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument -–TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμιστούν ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για τη σταθερότητα των τιμών.