Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Fed αναγνώρισαν ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, αλλά όχι αρκετά για να αποτραπούν νέες αυξήσεις των επιτοκίων, σύμφωνα με τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης του Ιανουαρίου, που δημοσιεύθηκαν την Τετάρτη.
Οι αξιωματούχοι της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ τόνισαν ότι η ανησυχία τους για τον πληθωρισμό είναι υψηλή καθώς «παρέμεινε πολύ πάνω» από τον στόχο του 2% και η αγορά εργασίας παρουσιάζει ανθεκτικότητα, συμβάλλοντας με συνεχιζόμενες ανοδικές πιέσεις σε μισθούς και τιμές.
Ως εκ τούτου, η Fed ενέκρινε αύξηση του επιτοκίου κατά 0,25 ποσοστιαίες μονάδες που ήταν η μικρότερη αύξηση από τον Μάρτιο του 2022, φέρνοντας το τελικό επιτόκιο στο εύρος του 4,5%-4,75%. Όμως τα πρακτικά της FOMC ανέφεραν ότι ο μειωμένος ρυθμός των επιτοκιακών ανόδων συνοδεύεται από υψηλό επίπεδο ανησυχίας καθώς ο πληθωρισμός εξακολουθεί να αποτελεί απειλή.
«Οι συμμετέχοντες σημείωσαν ότι τα στοιχεία για τον πληθωρισμό που ελήφθησαν τους τελευταίους τρεις μήνες έδειξαν μια ευπρόσδεκτη μείωση του μηνιαίου ρυθμού των αυξήσεων των τιμών, αλλά τόνισαν ότι θα απαιτούνταν σημαντικά περισσότερα στοιχεία προόδου σε ένα ευρύτερο φάσμα για να είναι βέβαιοι ότι ο πληθωρισμός μπήκε σε ένα μονοπάτι για μια διαρκή καθοδική πορεία», υπογραμμίζεται στα πρακτικά της συνεδρίασης που πραγματοποιήθηκε στις 31 Ιανουαρίου με 1 Φεβρουαρίου ενώ τονίστηκε πως «η περιοριστική νομισματική πολιτική θα έπρεπε να διατηρηθεί μέχρι τα εισερχόμενα στοιχεία να προσφέρουν αυτοπεποίθηση ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε σταθερή πτωτική τροχιά προς το 2%, το οποίο αναμένεται να πάρει κάποιον χρόνο».
Παράλληλα, οι χαράκτες της νομισματικής πολιτικής πιστεύουν ότι θα χρειαστούν «νέες» αυξήσεις επιτοκίων και ενώ η άνοδος 0,25% έλαβε ομόφωνη έγκριση, «λίγα» μέλη είπαν ότι ήθελαν μια αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης, που θα έδειχνε ακόμη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα για την αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων. Η αγορά εργασίας είναι επίσης «καυτή», υποδεικνύοντας ότι οι αυξήσεις επιτοκίων της Fed, ενώ πλήττουν την αγορά κατοικίας και άλλους τομείς, δεν έχουν ακόμη εισχωρήσει σε μεγάλο μέρος της αμερικανικής οικονομίας.
Παράλληλα «ορισμένα» μέλη βλέπουν τον κίνδυνο ύφεσης ως «αυξημένο» ενώ «η αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις προοπτικές για την οικονομική δραστηριότητα, την αγορά εργασίας και τον πληθωρισμό παραμένει υψηλή». Μεταξύ των παραγόντων κινδύνου που αναφέρθηκαν ήταν ο πόλεμος στην Ουκρανία, το reopening της Κίνας και η πιθανότητα η αγορά εργασίας των ΗΠΑ να αποδειχτεί ανθεκτικότερη από το αναμενόμενο.
Υπενθυμίζεται πως ο πληθωρισμός για τον Ιανουάριο, ανήλθε στο 6,4%, ελαφρώς υψηλότερος από το αναμενόμενο (τον Δεκέμβριο ήταν 6,5% ενώ για τον τρέχοντα μήνα οι προβλέψεις έλεγαν πως θα υποχωρήσει στο 6,2%). Σε μηνιαίο επίπεδο, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 0,5% από 0,1% τον Δεκέμβριο και εντός των εκτιμήσεων των αναλυτών. Ο δομικός πληθωρισμός, εκτός των τιμών τροφίμων και ενέργειας, διαμορφώθηκε σε ετήσιο επίπεδο στο 5,6% από 5,7% τον Δεκέμβριο και ενώ οι αναλυτές ανέμεναν μια μέτρηση στο 5,5%. Σε μηνιαίο επίπεδο, ο δομικός πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 0,4% αμετάβλητος σε σχέση με τον Δεκέμβριο και εντός των προβλέψεων των αναλυτών. Ανά κλάδους της οικονομίας, οι τιμές ενέργειας στις ΗΠΑ αυξήθηκαν 8,7% και 2% σε ετήσιο και μηνιαίο επίπεδο αντίστοιχα. Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν 10,1% και 0,5% αντίστοιχα. Εξάλλου, το μέσο ωρομίσθιο στις ΗΠΑ για τον Ιανουάριου μειώθηκε σε ετήσιο επίπεδο κατά 1,8% έναντι ετήσιας μείωσης 1,5% τον Δεκέμβριο. Το μέσο ύψος των εβδομαδιαίων απολαβών στη χώρα υποχώρησε 1,5% έναντι μείωσης 2,6% τον Δεκέμβριο.