Αντιμέτωπες με κύμα νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων βρίσκονται για πρώτη φορά οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης μετά την διετία της πανδημικής κρίσης.
Η αύξηση των επιτοκίων φέρνει στην επιφάνεια βάσιμους φόβους για αναζωπύρωση των επισφαλειών στα δανειακά χαρτοφυλάκια, με τραπεζίτες και servicers να κάνουν, για πρώτη φορά, λόγο για δυσοίωνο σενάριο για την ελληνική οικονομία που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε νέα NPLs.
Η απειλή των νέων κόκκινων δανείων έλαβε σάρκα και οστά μετά τις πρόσφατες τοποθετήσεις της επικεφαλής και μελών της ΕΚΤ για την ανάγκη μεγαλύτερης διάρκειας της ανόδου των επιτοκίων, αλλά και το σήμα που έστειλε την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος της FED, υποδεικνύοντας ότι ο ανοδικός κύκλος για τα επιτόκια του δολαρίου δεν έχει φτάσει στο τέλος του, όπως υπολόγιζαν οι αναλυτές.
Ήδη στις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων της Eurobank την προηγούμενη Πέμπτη, η Διοίκηση της Eurobank εκτίμησε ότι οι εισροές νέων NPEs φέτος για την Τράπεζα θα ανέλθουν σε 400 – 450 εκατ. ευρώ από 46 εκατ. το 2022. Πρόκειται για πρόβλεψη που έχει ληφθεί με αυστηρές παραδοχές, αλλά που δεν παύει να δίνει ως ρεαλιστικό σενάριο το ενδεχόμενο του δεκαπλασιασμού των μη εξυπηρετούμενων δανείων τη φετινή χρονιά.
Όπως ανέφερε η Διοίκηση της Eurobank σχετικά με την ποιότητα του ενεργητικού της Τράπεζας, τα επιχειρηματικά δάνεια παρουσιάζουν καλύτερη συμπεριφορά στην άνοδο των επιτοκίων σε σχέση με τα δάνεια ιδιωτών και δη τα στεγαστικά. Σε τεστ ευαισθησίας των στεγαστικών δανείων και υπολογίζοντας σε αυτά ως βασικό επιτόκιο το 3,5%, η Eurobank αναμένει ότι τα μισά στεγαστικά της δάνεια θα έχουν επιβάρυνση στη δόση τους κατά 15% και τα άλλα μισά επιβάρυνση 30%. Χονδρικά, η μηνιαία δόση των τελευταίων υπολογίζεται ότι θα υποστεί αύξηση κατά 100 ευρώ.
Όπως έγραψε το insider.gr , αποτυπώνοντας το νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται για το κόστος εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανείων, από αρνητικό -0,50% που ήταν το Εuribor τριμήνου πριν ξεκινήσει η άνοδος των επιτοκίων, σήμερα το επιτόκιο το οποίο αποτελεί την βάση για την τιμολόγηση των στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου έχει σκαρφαλώσει σε υψηλό 15 ετών, σχεδόν στο 3%. Μαζί με το περιθώριο (spread) που διαμορφώνει το τελικό κόστος δανεισμού για τον δανειολήπτη, το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου διαμορφώνεται σήμερα λίγο άνω του 5,25%. Αυτό όμως, θα ενισχυθεί όταν το Euribor φτάσει στο 4% (ή και 4,25%) που βλέπουν ως σίγουρο πλέον οι αναλυτές, διαμορφώνοντας το τελικό μέσο επιτόκιο ενός κυμαινόμενου στεγαστικού δανείου ακόμη και στο 6,75%.
Σημειώνεται ότι η άνοδος των επιτοκίων και η επίπτωσή της στην δημιουργία νέων NPLs θα επιβαρύνει το κόστος πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών, οδηγώντας στον σχηματισμό υψηλότερων προβλέψεων για επισφάλειες. Πρόσφατα η Τράπεζα Πειραιώς έκανε λόγο για αύξηση του κόστους κινδύνου στις 120 μονάδες βάσης, ενώ η Eurobank εκτίμησε για την ίδια ότι αυτό θα ανέλθει φέτος στις 85 μονάδες βάσης. Τα 2/3 αυτού του κόστους, όπως αναφέρθηκε στους αναλυτές, προέρχονται από τις τακτικές προβλέψεις που θα λάβει η Τράπεζα για τον πιστωτικό κίνδυνο.
Η άνοδος των επιτοκίων δεν προβληματίζει τους τραπεζίτες και τα στελέχη της αγοράς μόνο αναφορικά με την προοπτική νέων κόκκινων δανείων. Η άλλη όψη του νομίσματος είναι ο αναμενόμενος περιορισμός της ζήτησης για νέα δάνεια, κάτι που απειλεί να θέσει εκτός στόχου τα σχέδια των τραπεζών για την πιστωτική τους επέκταση. Στο σκέλος αυτό και στο μέτρο που έχει να κάνει με την συμμετοχή των τραπεζών, εκφράζονται προβληματισμοί ακόμη και για την απορροφησιμότητα των δανείων του «Ελλάδα 2.0».
Τα υψηλότερα επιτόκια προβληματίζουν επίσης τραπεζίτες και διαχειριστές και σε ό,τι αφορά στις επενδύσεις σε ακίνητα. Όπως αναφέρουν στελέχη της αγοράς στο insider.gr, οι επενδύσεις αυτές γίνονται με leverage και ο δανεισμός κεφαλαίων με κόστος 6% - 7% για να επενδυθούν σε ακίνητα, θα πρέπει να αποδίδει ακόμη υψηλότερα για τους δυνητικούς επενδυτές, κάτι που είναι αδύνατον εκ των πραγμάτων.