Την πρόοδο που έχει επιτελέσει η χώρα μας στην απανθρακοποίηση του ενεργειακού της μίγματος χαιρετίζει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) στη νέα έκθεσή του για την Ελλάδα, αποτιμώντας θετικά τις πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί προς αυτή την κατεύθυνση στο διάστημα που μεσολάβησε από το 2017 και την αμέσως προηγούμενη έκθεσή του. Ωστόσο, επισημαίνει πως θα χρειαστεί ακόμη πιο εντατική προσπάθεια για την πλήρη απανθρακοποίηση της οικονομίας έως τα μέσα του αιώνα.
Στην έκθεση γίνεται αναφορά σε μια εντυπωσιακή δέσμη μέτρων που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από τη χώρα μας, για την υποστήριξη των φιλόδοξων κλιματικών της στόχων και την παράλληλη διατήρηση της ενεργειακής ασφάλειας. Παρʼ όλα αυτά απαιτούνται ακόμη πιο δραστικές πρωτοβουλίες για να μειωθεί περαιτέρω η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και να επιτευχθεί ο στόχος για πλήρη εξάλειψη των καθαρών εκπομπών έως το 2050.
Ο ΙΕΑ αποδίδει εύσημα για τη σημαντική πρόοδο που έχει πραγματοποιηθεί, σημειώνοντας ότι στην Ελλάδα έχει θέσει νέους στόχους για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, περιόρισε τη χρήση της ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα, αναμόρφωσε δραστικά τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, επέκτεινε τις διασυνοριακές διασυνδέσεις της, ενώ θέσπισε νομοθετικό πλαίσιο για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων.
Οι προβλέψεις του Κλιματικού Νόμου
Παράλληλα, έχει πετύχει να περιορίσει σημαντικά το μερίδιο των ορυκτών καυσίμων στο ενεργειακό της μίγμα –από 91% το 2011 σε 82% το 2021– αλλά εξακολουθεί να παραμένει πάνω από τον μέσο όρο των μελών του ΔΟΕ, ο οποίος είναι 78%. Ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος, που ψηφίσθηκε τον Μάιο του 2022, δίνει μια σαφή κατεύθυνση για την ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας. Ο στόχος που θέτει είναι να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 και να μηδενιστούν οι καθαρές εκπομπές έως το 2050.
Σύμφωνα με τον ΙΕΑ, η Ελλάδα έχει ήδη επιτύχει πολύ σημαντική μείωση του μεριδίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο λιγνίτη, από 60% το 2005 σε 10% το 2021. Ο Κλιματικός Νόμος προβλέπει τη σταδιακή κατάργηση της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη, η οποία θα εξαλειφθεί πλήρως το 2028.
«Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα για τη μείωση της χρήσης άνθρακα και την αξιοποίηση του αιολικού και ηλιακού δυναμικού της», δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής του ΙΕΑ, Fatih Birol. «Με αφετηρία την πρόοδο που έχει επιτευχθεί, θα πρέπει τώρα να προχωρήσει ακόμη πιο γρήγορα, μεταξύ άλλων επιταχύνοντας τη διαδικασία αδειοδότησης νέων έργων ΑΠΕ. Την ίδια στιγμή, πρέπει να διασφαλίσει ότι οι προγραμματισμένες νέες επενδύσεις σε υποδομές φυσικού αερίου αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες για ασφάλεια εφοδιασμού, όπως και ότι έχουν αξιολογηθεί πλήρως οι κίνδυνοι για την υλοποίηση υποδομών που θα δεν θα προλάβουν να αποσβεστούν».
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι επιδίωξη της ενεργειακής πολιτικής της Ελλάδας είναι να ενισχυθεί η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, αυξάνοντας παράλληλα το μερίδιο της συνολικής ενεργειακής ζήτησης που καλύπτεται από ηλεκτρική ενέργεια. Μέχρι το 2030, σχεδιάζεται επίσης η εγκατάσταση υπεράκτιων αιολικών πάρκων 2 GW, τα οποία ισοδυναμούν με το 10% της υφιστάμενου ηλεκτροπαραγωγικού δυναμικού της χώρας. Παράλληλα, η Ελλάδα είναι παγκόσμιος ηγέτης στην αξιοποίηση ηλιοθερμικών συστημάτων, τα οποία εξασφαλίζουν ζεστό νερό χρήσης στον κτιριακό τομέα χάρις στην άφθονη ηλιοφάνεια.
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα όχι μόνο ενισχύει την εγχώρια παραγωγή ενέργειας, αλλά επεκτείνει και τις διασυνδέσεις της σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Η χώρα κατασκευάζει νέες ηλεκτρικές διασυνδέσεις για να εξάγει το πλεόνασμα των ΑΠΕ και να διαφοροποιήσει τις πηγές τροφοδοσίας της.
«Στο κάδρο» κτίρια και οχήματα
Παράλληλα, έχει λάβει μέτρα για τον εκσυγχρονισμό των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένων μεταρρυθμίσεων για την πλήρη ενσωμάτωση στη κοινή ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού. Επίσης, μείωσε δραστικά την εξάρτησή της από τις εισαγωγές ρωσικών ορυκτών καυσίμων μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, διευρύνοντας τη δυνατότητα για εισαγωγή LNG και διαφοροποιώντας τις προμήθειες φυσικού αερίου. Ως συνέπεια, πλέον μπορεί να καλύψει σχεδόν όλη τη ζήτηση φυσικού αερίου μέσω LNG, ενισχύοντας την ενεργειακή της ασφάλεια.
Την ίδια στιγμή, καθώς το κτιριακό απόθεμα και ο στόλος οχημάτων είναι παλαιότερα τόσο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. όσο και του ΙΕΑ, η Ελλάδα έχει σημαντικές ευκαιρίες για τη βελτίωση της ενεργειακής της απόδοσης. Προς αυτή την κατεύθυνση δρομολογούνται ήδη κάποια σημαντικά βήματα, μεταξύ των οποίων η σταδιακή κατάργηση των λεβήτων πετρελαίου έως το 2025 και η αντικατάστασή τους με αντλίες θερμότητας και άλλες «καθαρές» εναλλακτικές λύσεις.
Επιπλέον, έχουν εισαχθεί στην εθνική νομοθεσία υποχρεωτικοί στόχοι για την ανάμειξη βιοκαυσίμων στα συμβατικά καύσιμα, για την απανθρακοποίηση των οδικών μεταφορών. Ωστόσο, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για τη βελτίωση του Οικοδομικού Κανονισμού, την αναβάθμιση των συστημάτων θέρμανσης και ψύξης, την προώθηση της αντικατάστασης των παλαιότερων οχημάτων, την ενθάρρυνση της υιοθέτησης ηλεκτρικών οχημάτων, καθώς και την εξάλειψη των επιδοτήσεων κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων.