Εξαιρετικά αρνητικά είναι τα αρχικά «μηνύματα» για όσους προμηθευτές κάλυψαν με δικά τους κεφάλαια τις έξτρα επιδοτήσεις 1,25 εκατ. επιχειρήσεων το 2022, καθώς οι πρώτες εταιρείες που ξεκίνησαν να εφαρμόζουν την προβλεπόμενη διαδικασία επιστροφής των ποσών, μιλούν για άκρως απογοητευτικά αποτελέσματα. Ως συνέπεια, υποστηρίζουν πως πλέον αποδεικνύεται και στην πράξη πως η φόρμουλα η οποία επελέγη είναι ανεφάρμοστη και δεν μπορεί να εξασφαλίσει πως οι εταιρείες θα λάβουν πίσω τα χρήματά τους – τα οποία, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, για το σύνολο του κλάδου προμήθειας ξεπερνούν τα 500 εκατ. ευρώ.
Η «τρύπα» προήλθε από τις πρόσθετες ενισχύσεις για όλες τις επιχειρήσεις με παροχές έως 35 kVA (και τα αρτοποιία ανεξαρτήτως ισχύος παροχής), που εφαρμόστηκαν από τον Ιανουάριο έως και τον Δεκέμβριο του 2022. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν μεταξύ άλλων εστιατόρια, κομμωτήρια, εμπορικά καταστήματα και περίπτερα.
Η «ενεργοποίηση» του μέτρου έγινε από το ΥΠΕΝ τον Απρίλιο (με αναδρομική ισχύ από τις αρχές του έτους). Έκτοτε, η μοναδιαία τιμή της πρόσθετης ενίσχυσης καθοριζόταν σε μηνιαία βάση από το ΥΠΕΝ – και περιλαμβανόταν στις επιστολές του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστα Σκρέκα, προς τους προμηθευτές για τις επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος και αερίου.
Διαφορετικά δεδομένα με την έγκριση
Το πρόβλημα, ωστόσο, ήταν ότι το μέτρο τέθηκε σε ισχύ πριν υπάρξει σχετική συμφωνία με την Κομισιόν, η οποία ήταν απαραίτητη καθώς πρόκειται για κρατική ενίσχυση. Έτσι, τουλάχιστον από τον Απρίλιο (που έγινε η πρώτη σχετική ανακοίνωση από το υπουργείο) οι προμηθευτές ουσιαστικά κλήθηκαν να χρηματοδοτήσουν οι ίδιοι τις πρόσθετες επιδοτήσεις, αναμένοντας να λάβουν πίσω τα χρήματά τους στην πορεία.
Την πρακτική αυτή ακολούθησε η συντριπτική πλειονότητα των εταιρειών. Μάλιστα, υπήρξαν πάροχοι που παρείχαν και τις αναδρομικές επιδοτήσεις για το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Το «πράσινο φως» δόθηκε από την DG Comp τον Δεκέμβριο του 2022, με τις εταιρείες να μαθαίνουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής της εγκριτικής απόφασης τον Ιανουάριο του 2023, όταν εκδόθηκε η εφαρμοστική ΚΥΑ. Ωστόσο, η πρώτη αρνητική έκπληξη από την ΚΥΑ ήταν η ισχύς του μέτρου, η οποία καθοριζόταν για το 10μηνο από τον Φεβρουάριο έως τον Νοέμβριο του 2022. Επομένως, σε όσες εταιρείες είχαν δώσει εξτρά επιδότηση τον Ιανουάριο και τον Δεκέμβριο του 2022, δεν θα τους επιστραφούν από την πολιτεία τα ποσά που δαπάνησαν.
Δαιδαλώδης διαδικασία
Ωστόσο, και για το 10μηνο για το οποίο εγκρίθηκε το μέτρο, δεν προβλέπεται η οριζόντια εφαρμογή του (δηλαδή σε όλες τις επιχειρήσεις), αλλά μόνον στους εμπορικούς καταναλωτές που δεν έχουν λάβει σωρευτικές κρατικές ενισχύσεις πέραν συγκεκριμένων ανώτατων ορίων. Σε αυτό το πλαίσιο, προβλέπεται ο εκ των υστέρων έλεγχος των δικαιούχων, οι οποίοι θα πρέπει να υπογράψουν υπεύθυνες δηλώσεις για τη μη υπέρβαση αυτών των ορίων.
Στον έλεγχο αυτό εμπλέκονται οι προμηθευτές, καθώς ορίζονται ως υπεύθυνοι καταρχάς για την ενημέρωση των πελατών τους και τη συγκέντρωση των συμπληρωμένων υπεύθυνων δηλώσεων. Επίσης, οι πάροχοι είναι υποχρεωμένοι να ελέγξουν την πληρότητα των δηλώσεων, καθώς και να επιβεβαιώσουν αν ο εκάστοτε πελάτης τους δικαιούτο όντως επιδότηση (καθώς δεν είχε ξεπεράσει τα πλαφόν κρατικής ενίσχυσης). Μόνο σε αυτή την περίπτωση, θα επιστραφεί στους προμηθευτές από το ΤΕΜ το ποσό που είχαν δαπανήσει.
Σύμφωνα με τους προμηθευτές, η διαδικασία αυτή είναι δαιδαλώδης, προβλέποντας σε πρώτη φάση την ειδοποίηση δεκάδων χιλιάδων πελατών από κάθε πάροχο και, στη συνέχεια, αμέτρητες εργατοώρες για τη διασταύρωση των δηλώσεων. Επίσης, είναι δύσκολη στην περίπτωση που ένας πάροχος πρέπει να ενημερώσει μία εταιρεία που ήταν έως και πριν από λίγους μήνες πελάτης της και η οποία στο μεταξύ έχει αλλάξει προμηθευτή. Και βέβαια, είναι αδύνατον να γίνει, σε περιπτώσεις πρώην πελατών που στο μεταξύ έχουν βάλει λουκέτο.
Ελάχιστη ανταπόκριση
Η εμπειρία όμως των πρώτων παρόχων που ξεκίνησαν να ενημερώνουν σχετικά τους εμπορικούς πελάτες τους δείχνει πως η φόρμουλα «βρίσκει τοίχο» και στην ανταπόκριση των πελατών στην αποστολή των υπεύθυνων δηλώσεων. Είναι ενδεικτικό ότι η ανταπόκριση δεν ξεπερνά το 15% ακόμη και στην περίπτωση των λίγων προμηθευτών οι οποίοι δεν κάλυψαν τις εξτρά επιδοτήσεις με δικά τους κεφάλαια. Επομένως, παρά το γεγονός ότι οι πελάτες τους έχουν το κίνητρο ότι θα λάβουν αναδρομικά τις πρόσθετες ενισχύσεις, έως τώρα μόλις 1 στους 7 περίπου έχει στείλει συμπληρωμένη την υπεύθυνη δήλωση.
Ακόμη χειρότερη είναι η εικόνα για τους προμηθευτές που χρηματοδότησαν οι ίδιοι τις έξτρα ενισχύσεις, στην περίπτωση των οποίων οι πελάτες τους δεν έχουν το ίδιο κίνητρο – αφού έχουν λάβει τα σχετικά ποσά. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όχι μόνο η ανταπόκριση κινείται στο 10%, αλλά και πολλές από τις υπεύθυνες δηλώσεις είναι είτε ελλιπείς είτε συμπληρωμένες λανθασμένα.
Στην περίπτωση των παρόχων που χρηματοδότησαν τις επιδοτήσεις, μπορούν να ανακτήσουν τα χρήματά τους μόνο για όσες επιχειρήσεις θα συμπληρώσουν σωστά τη δήλωση και δεν έχουν ξεπεράσει τα όρια κρατικών ενισχύσεων. Σε αντίθετη περίπτωση, θεωρητικά η μόνη εναλλακτική είναι να ανακτήσουν τα χρήματά τους από τους ίδιους τους πελάτες, πιστώνοντας τα αντίστοιχα ποσά στον επόμενο λογαριασμό. Το ίδιο ισχύει και για τα κεφάλαια που δαπάνησαν για τις εξτρά επιδοτήσεις Ιανουαρίου και Δεκεμβρίου, οι οποίες έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να χρηματοδοτηθούν.
Παράκαμψη με την αλλαγή προμηθευτή
Ωστόσο, ο Κώδικας Προμήθειας δεν θέτει κανέναν περιορισμό στην αλλαγή προμηθευτή, από καταναλωτές που έχουν οφειλές στον υφιστάμενο πάροχο. Επομένως, ένας «φουσκωμένος» λογαριασμός (με τη χρέωση επιστροφής των εξτρά επιδοτήσεων) θα είχε ως αποτέλεσμα πολλοί εμπορικοί πελάτες απλώς να αλλάξουν πάροχο, αφήνοντας τον λογαριασμό απλήρωτο. Αυτό σημαίνει πως η προσπάθεια ανάκτησης των ποσών από τους πελάτες θα σήμαινε απλώς ότι κάθε προμηθευτής θα «κατέστρεφε» την πελατειακή του βάση, χωρίς να καταφέρει να εξασφαλίσει τα χρήματα που δαπάνησε.
Υπενθυμίζεται ότι ο ΕΣΠΕΝ (Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας) υποστηρίζει πως οφείλει να διασφαλιστεί η άμεση αποπληρωμή των απαιτήσεων που έχουν σωρευθεί από τους προμηθευτές από την έως σήμερα χορήγηση των πρόσθετων επιδοτήσεων, χωρίς την προϋπόθεση υποβολής υπεύθυνης δήλωσης για την πρώτη της χορήγηση.
Επίσης, όσον αφορά τη συγκέντρωση και έλεγχο των δηλώσεων, σημειώνει ότι θα πρέπει να ανατεθεί σε φορέα του οικονομικού επιτελείου (π.χ. ΑΑΔΕ).