Τις παρεμβάσεις για την αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων κατά μέσο όρο κατά 2.084 ευρώ μεικτά το χρόνο, αλλά και μείωσης φόρων και πάταξης της ακρίβειας στην αγορά ανέλυσε στην ομιλία του ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης. Επιπλέον ανέλυσε το σχέδιο για την πάταξη της φοροδιαφυγής, προανήγγειλε μια σειρά από παρεμβάσεις ενίσχυσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος περιλαμβανομένων και τροποποιήσεων στον εξωδικαστικό, νέου πλαισίου κανόνων και υποχρεώσεων για τους servicers, αλλά και με συνέχιση του «Ηρακλή».
Ανήγγειλε έκπτωση των δαπανών εισαγωγής κατά 100% από τον φόρο για την εισαγωγή μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο ΧΑ, αλλά και ενίσχυση των κινήτρων για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων. Επίσης προανήγγειλε και την κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης των τόκων των εντόκων γραμματίων και των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, ώστε τα ομόλογα Δημοσίου να αποτελέσουν εναλλακτική επιλογή τοποθέτησης των κεφαλαίων.
Στην ομιλία του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στη Βουλή για τις Προγραμματικές Δηλώσεις της κυβέρνησης ανέλυσε τους άξονες της στρατηγικής που όπως επισήμανε για το σύνολο της οικονομικής πολιτικής «θα υπηρετεί τον στόχο της ανάπτυξης». Έγινε σαφές πως δεν θα γίνει άλλη ρύθμιση οφειλών, «δεν είναι στις προθέσεις μας προχωρήσουμε σε νέες ρυθμίσεις οφειλών προς την εφορία» ανέφερε. Κάλεσε επίσης αναφορικά με την αναβίωση των 120 δόσεων για παλαιούς οφειλέτες και των 72 δόσεων για πιο πρόσφατους σχετικά οφειλέτες, «όλους τους συμπολίτες μας που μπορεί να ωφεληθούν, να σπεύσουν μέχρι τέλος Ιουλίου και να αξιοποιήσουν την ευκαιρία».
Η συνολική στρατηγική
Ανέφερε πως «με βάση το πιθανότερο οικονομικό σενάριο -με άλλα λόγια, αν δεν έχουμε κάποιο ακραίο και μεγάλης κλίμακας γεγονός σε παγκόσμιο επίπεδο- τότε μπορούμε με σχετική ασφάλεια να πούμε ότι στεκόμαστε μπροστά σε ένα μεγάλο παράθυρο ευκαιρίας». Σε αυτό το πλαίσιο, «η βασική μας στόχευση θα είναι ανάπτυξη, νέες και καλύτερες δουλειές, μεγαλύτερο εισόδημα για τους Έλληνες και στήριξη των ευάλωτων» όπως ανέφερε.
Μίλησε για την βασική στόχευσης ως εξής: Ανάπτυξη, δουλειές, υψηλότερο εισόδημα, ουσιώδης κοινωνική πολιτική. «Αυτή είναι η προτεραιότητα και η μέθοδος με την οποία θα δουλέψουμε» είπε. «Γι’ αυτό και θα επιδιώξουμε να πετύχουμε τους στόχους για ανάπτυξη, μισθούς και απασχόληση στους οποίους αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός». Επισήμανε πως η στήριξη των εξαγωγών θα συνεχιστεί ειδικά όταν συνδέονται με την παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, που βασίζονται στις νέες τεχνολογίες και ενσωματώνουν νέα γνώση και καινοτομία.
Για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ανέφερε πως το έλλειμμα συνδέεται και με τις εποχικά αυξημένες τιμές του φυσικού αερίου. «Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν θα αγνοήσουμε την πρόκληση η Ελλάδα να γίνει ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστική, ολοένα και περισσότερο εξαγωγική» είπε. «Συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας θα βρεθούν στο επίκεντρο της προσοχής μας, όπως ο αγροδιατροφικός τομέας και η φαρμακοβιομηχανία, δεν μπορούμε να στηριζόμαστε μόνο στον τουρισμό, που προφανώς συμβάλλει πολύ θετικά στη χώρα. Μπορούμε, ωστόσο, να στηριχθούμε περισσότερο στη ναυτιλία και σε επενδύσεις Ελλήνων εφοπλιστών στη χώρα» ανέφερε.
Μείζον θέμα επίσης είναι οι συγχωνεύσεις μικρών επιχειρήσεων με ενίσχυση των σχετικών κινήτρων, πράγμα που θα ωφελήσει τόσο τις ίδιες όσο και την ανταγωνιστικότητα. Η πολιτική μας, επιπλέον, θα επιδιώκει συνεχώς να αποφεύγει πειρασμούς συνδεόμενους με την χωρίς βάση υπερκατανάλωση, που πληρώθηκε ακριβά στο παρελθόν, είπε και επανέλαβε πως έχουμε ήδη δεσμευτεί για αύξηση εξαγωγών στο 60% του ΑΕΠ έως το 2027 και 70% έως το 2030, με έμφαση στις εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας, καθώς και για αύξηση των επενδύσεων κατά 70% έως το 2027.
Μισθολόγιο
Προανήγγειλε το νομοσχέδιο «που θα καταθέσουμε προς ψήφιση εντός του Ιουλίου» στο οποίο «κάνουμε πράξη τη δέσμευσή μας, να στηρίζουμε έμπρακτα το διαθέσιμο εισόδημα και να μειώσουμε τη φορολογική επιβάρυνση για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όταν μας το επιτρέπουν τα δημόσια οικονομικά».
Ανέφερε πως στο νομοσχέδιο θα περιλαμβάνονται προεκλογικές δεσμεύσεις, όπως σημείωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Για το νέο μισθολόγιο ανέφερε πως ο μέσος δημόσιος υπάλληλος θα έχει όφελος που θα ανέρχεται σε 1.292 ευρώ μικτά το χρόνο. Ενώ, αν συνυπολογιστούν και οι επιπλέον αυξήσεις ή απαλλαγές που εφαρμόζονται από το 2023 (κατάργηση ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, κατάργηση ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων κλπ.), τότε το όφελος για το μέσο δημόσιο υπάλληλο αυξάνεται σε 2.084 ευρώ μικτά το χρόνο.
Επισήμανε πως κάθε Δημόσιος Υπάλληλος θα έχει μία αύξηση 70 ευρώ μηνιαίως, το επίδομα τέκνων αυξάνεται από 20 έως 50 ευρώ, και το επίδομα θέσης ευθύνης αυξάνεται 30%.
Επιπλέον, ανήγγειλε πως προωθούνται ειδικές ρυθμίσεις μισθολογικών αυξήσεων για τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, και για τα μέλη Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των Πανεπιστημίων. «»ι δημόσιοι υπάλληλοι που θα ωφεληθούν αναλογικά περισσότερο θα είναι οι χαμηλόμισθοι, εκείνοι που έχουν παιδιά και όσοι λαμβάνουν επίδομα θέσης ευθύνης» είπε.
Αγορά
Ανέφερε πως η προηγούμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διέθεσε σημαντικούς πόρους για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών απέναντι στην πληθωριστική κρίση, στήριξη που συνεχίζεται με τo market pass. Επισήμανε πως σήμερα βλέπουμε τον ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού να μειώνεται -στο 1,8% για τον Ιούνιο, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στην 4η από το τέλος στην ΕΕ στον πληθωρισμό, ενώ και στον πληθωρισμό τροφίμων βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
«Παρόλα αυτά, θα χρησιμοποιηθεί κάθε δυνατότητα τόσο στο επίπεδο των ελέγχων της αισχροκέρδειας όσο και στο επίπεδο της ενίσχυσης του ανταγωνισμού. Τα δυο αυτά εργαλεία είναι από τα βασικότερα που διαθέτει κάθε οργανωμένη Πολιτεία» επισήμανε.
Τραπεζικό σύστημα - Κεφαλαιαγορά
Για το τραπεζικό σύστημα και για την κεφαλαιαγορά ανέφερε πως μία από τις κυριότερες προκλήσεις είναι η αντιμετώπιση της ψαλίδας μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων, μέσα από πρωτοβουλίες που θα ενισχύσουν τον ανταγωνισμό.
Αναλυτικά, ανήγγειλε:
- Επέκταση της παροχής τραπεζικής πίστης, δηλαδή δανείων, από μη-τραπεζικά ιδρύματα με βάση βέλτιστες διεθνείς πρακτικές (δηλαδή έμφαση στις μικροχρηματοδοτήσεις).
- Κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης των τόκων των εντόκων γραμματίων και των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Ώστε τα ομόλογα Δημοσίου να αποτελέσουν εναλλακτική επιλογή τοποθέτησης των κεφαλαίων.
Εξήγησε πως είναι δύο μέτρα που ενισχύουν τον ανταγωνισμό και θα λειτουργήσουν υπέρ των καταθετών. Επίσης για την αντιμετώπιση του ζητήματος των κόκκινων δανείων «προωθείται ένα πλαίσιο κανόνων και υποχρεώσεων για τους servicers», με υποχρέωση «να τηρούν και να παρέχουν προσωποποιημένη πληροφόρηση προς τους οφειλέτες για το σύνολο της οφειλής τους, τις οφειλόμενες δόσεις, το επιτόκιο και άλλες συναφείς πληροφορίες. Και με ποινές όταν δεν παρέχουν σαφή και έγκαιρη ενημέρωση στους οφειλέτες. Κανόνες, λοιπόν, πληροφόρησης και διαφάνειας» όπως είπε.
«Μελετούμε νέες βελτιώσεις στον εξωδικαστικό μηχανισμό, στον οποίο έχει ήδη σημειωθεί πρόοδος, ώστε οι διαδικασίες να είναι λιγότερο γραφειοκρατικές και ταχύτερες προς όφελος όλων των εμπλεκομένων» ανήγγειλε. Επίσης μιλώντας για το τραπεζικό σύστημα έκανε σαφές πως «θα χρησιμοποιήσουμε το πρόγραμμα Ηρακλής, έτσι ώστε μέσα στο πλαίσιο των κανόνων που τίθενται από τους θεσμούς της ΕΕ να αντιμετωπιστούν οι όποιες τυχόν εκκρεμότητες υπάρχουν ακόμα, προς όφελος, τελικά, της υγείας του τραπεζικού συστήματος».
Επισήμανε πως στόχος παραμένει «η απομείωση της συμμετοχής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στο τραπεζικό σύστημα, εξέλιξη που θα στείλει διεθνώς ένα μήνυμα δυναμικής πορείας των ελληνικών τραπεζών».
Ως βασική προτεραιότητα χαρακτήρισε την ενίσχυση του ρόλου και του πλαισίου λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς. «Θα εστιάσουμε σε μια σειρά πρωτοβουλιών που θα συμβάλλουν στην ενδυνάμωση του Χρηματιστηρίου και στην προσέλκυση σε αυτό νέων εταιρειών» είπε και ανήγγειλε τις εξής:
- Μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων από 0,5% σε 0,2%.
- Μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών.
- Κίνητρα για την εισαγωγή μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, όπως η έκπτωση των δαπανών εισαγωγής κατά 100% από τον φόρο.
Ανέφερε πως όλες αυτές οι πρωτοβουλίες συμβάλουν μέσω του Χρηματιστηρίου «στην ενίσχυση της ρευστότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και, επομένως, στην στήριξη της παραγωγικής μηχανής της ελληνικής οικονομίας».
Επενδύσεις – Δημόσια Περιουσία
Σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς πόρους και τις δημόσιες επενδύσεις τις χαρακτήρισε «μια ιστορική ευκαιρία για τη χώρα, καθώς έχουμε στη διάθεσή μας πόρους χωρίς προηγούμενο». Είπε «στο Ταμείο Ανάκαμψης στο οποίο η προσπάθεια είναι εμπροσθοβαρής, θα κινηθούμε με τους πιο γρήγορους ρυθμούς για να αξιοποιήσει η Ελλάδα μια μεγάλη αναπτυξιακή ευκαιρία».
Για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας είπε πως «σημαίνει έσοδα για το Δημόσιο και ανάπτυξη για τη χώρα». Ανέφερε πώς «ως Υπουργείο, θα επιδιώξουμε μία ολιστική προσέγγιση που θα συνδυάζει τις δικές μας αρμοδιότητες με τις αρμοδιότητες της ΕΕΣΥΠ, σεβόμενοι πάντοτε το ρόλο της. Γι’ αυτό άλλωστε και ιδρύθηκε και χωριστή Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας».
Σε αυτό το πλαίσιο, ανήγγειλε τον ριζικό εκσυγχρονισμό της λειτουργίας της ΕΤΑΔ, της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου «με την εισαγωγή σύγχρονων μεθόδων διαχείρισης και αξιοποίησης του πλούσιου χαρτοφυλακίου της, προς όφελος του Δημοσίου και των πολιτών. Ενδεικτικά ανέφερε το παραλιακό μέτωπο της Αττικής και τα χιονοδρομικά κέντρα, «καθώς και τα δύο θα μπορούσαν να δώσουν πρόσθετη ώθηση στην ανάπτυξη και στην αναβάθμιση του τουριστικού μας προϊόντος».
Επίσης, για την ΕΕΣΥΠ, σημασία έχει επίσης είπε «η αξιοποίηση και των υπόλοιπων περιφερειακών αεροδρομίων, συμπεριλαμβανομένου αυτού της Καλαμάτας, έχοντας φυσικά υπόψη και τα πολύ θετικά αποτελέσματα του πρώτου κύματος αξιοποίησης».
Όσον αφορά το ΤΑΙΠΕΔ βασικές προτεραιότητες είναι όπως είπε «η ολοκλήρωση της παραχώρησης της Εγνατίας Οδού. Η νέα σύμβαση παραχώρησης της Αττικής Οδού -πολύ σημαντική πρωτοβουλία. Οι διαγωνισμοί παραχώρησης της εκμετάλλευσης περιφερειακών λιμανιών -όπως του Ηρακλείου και του Βόλου. Καθώς και όλα τα αναγκαία βήματα για την είσοδο του αεροδρομίου Ελευθέριος Βενιζέλος στο Χρηματιστήριο».
Δημοσιονομική σταθερότητα
Προϋπόθεση για κάθε θετικό αναπτυξιακό βήμα είναι η δημοσιονομική σταθερότητα. Διότι μία ανεύθυνη δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να εκτροχιάσει την ανάπτυξη, είπε. Ανέφερε πως αξιόπιστη και υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική σημαίνει «τήρηση των εθνικών δημοσιονομικών στόχων. Έμφαση στην επίτευξη λογικών πρωτογενών πλεονασμάτων. Και συνεχής προσπάθεια για τη μείωση του δημοσίου χρέους».
«Η κυβέρνηση δεν πρόκειται να γίνει πολιτικός Άι Βασίλης. Θα δίνουμε αυτά που έχουμε. Όχι αυτά που δεν έχουμε. Όπως κάνουν όλες οι προηγμένες χώρες διεθνώς» είπε. Ανέφερε πως «ισχύουν οι διεθνείς μας δεσμεύσεις για πρωτογενή πλεονάσματα 2,1% του ΑΕΠ το 2024, 2,3% του ΑΕΠ το 2025 και 2,5% του ΑΕΠ το 2026, όπως περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας».
Αναφορικά με το δημόσιο χρέος οι στόχοι που έθεσε ο κ. Χατζιδάκης είναι:
- Πρώτον, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023, η οποία θα μειώσει το κόστος δανεισμού της οικονομίας, θα διευκολύνει τις επενδύσεις και θα αυξήσει τη ρευστότητα.
- Δεύτερον, η συνέχιση της πτωτικής πορείας του δημοσίου χρέους ώστε, να βρεθεί αρκετά κάτω του 140% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2027, όπως έχουμε ήδη δεσμευθεί. Σε αυτή τη στρατηγική εντάσσεται και η απόφαση να αποπληρώσουμε πρόωρα τα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου.
- Αναλόγως της διεθνούς συγκυρίας, στόχος μας για την επόμενη τετραετία, επίσης, είναι η σταθεροποίηση των ετήσιων δαπανών τόκων στα επίπεδα του εκάστοτε πρωτογενούς πλεονάσματος.
Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής
Ειδική έμφαση έδωσε στον «πόλεμο εναντίον της φοροδιαφυγής» που «ακούω από τότε που ήμουν μαθητής» όπως είπε. Ανέφερε πως έχουν γίνει διαχρονικά κάποια βήματα, «αλλά επειδή το θέμα συζητείται συνεχώς, κανείς δεν πιστεύει τις διακηρύξεις των κυβερνήσεων. Είμαστε, λοιπόν, αποφασισμένοι να κάνουμε τη θεωρία, πράξη. Αξιοποιώντας πρωτίστως τις σύγχρονες τεχνολογίες, οι οποίες επιτρέπουν όλες τις σχετικές διασταυρώσεις, χωρίς να μπορούν να εγερθούν αμφιβολίες για την ορθότητα των παρεμβάσεων».
Εξήγησε πως η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής είναι μία κατεύθυνση κοινωνικά δίκαια, αλλά, ταυτοχρόνως και «ένας τρόπος μείωσης στη συνέχεια των φορολογικών συντελεστών για όλους». Και το όρισε ως «και δικό μου προσωπικό στοίχημα». Παρουσίασε συγκεκριμένα μέτρα.
Έως και τους πρώτους μήνες του 2024 ο ΥΠΕΘΟ είπε πως θα γίνουν τα εξής:
- Τη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS και την επέκταση της χρήσης POS σε περισσότερα επαγγέλματα.
- Την υποχρέωση διαβίβασης στοιχείων από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που βρίσκονται εκτός Ελλάδας στην ΑΑΔΕ.
- Την πληρωμή προνοιακών επιδομάτων μέσω χρεωστικών καρτών.
Εντός του 2024 προχωρούν ψηφιακά μέτρα όπως:
- Η αυτοματοποίηση και ψηφιοποίηση των ελέγχων της ΑΑΔΕ, με αξιοποίηση των πλέον σύγχρονων ψηφιακών τεχνολογιών και,
- Η εισαγωγή κυρώσεων για τη μη-διαβίβαση στοιχείων στο MyDATA, ύστερα από μια εύλογη περίοδο προσαρμογής.
Παράλληλα, προχωρούν:
- Η αναμόρφωση των τεκμηρίων διαβίωσης.
- Η κωδικοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας.
- Ο υπερδιπλασιασμός των ελέγχων.
Η ευκαιρία
Αναγνώρισε τη συστηματική δουλειά του προηγούμενου οικονομικού επιτελείου, περιέγραφε την πρόοδο που επιτεύχθηκε και είπε πως ήταν «αποτέλεσμα σοβαρής και συστηματικής δουλειάς μιας κυβέρνησης που αποφάσισε να μην πέσει στον πειρασμό του λαϊκισμού και να μην προσπαθήσει να ανακαλύψει την πυρίτιδα, αλλά να εφαρμόσει πολιτικές που πέτυχαν αλλού».
Επισήμανε πως « ζήσαμε μια επώδυνη δεκαετία. Όλοι οι Έλληνες που έζησαν τα δύσκολα καταλαβαίνουν, ότι τώρα ξεπροβάλλει μία καινούργια εποχή. Έχουμε σήμερα μπροστά μας, μια ιστορική ευκαιρία να προχωρήσουμε μπροστά, δυναμικά. Έχει έρθει η ώρα η Ελλάδα και οι Έλληνες να εκπλήξουν ευχάριστα ξανά. Και αυτή την ευκαιρία πρέπει οπωσδήποτε να την εκμεταλλευτούμε! Είναι πατριωτικό μας καθήκον, να πετύχουμε».
Ανέφερε πως «έχοντας, λοιπόν, δουλέψει συστηματικά την περασμένη τετραετία, έχοντας ακολουθήσει μία πορεία Ευρώπης και κοινής λογικής έχοντας ανεβάσει την Ελλάδα αρκετά σκαλιά ψηλότερα, είναι χρέος μας συνολικά, αλλά ειδικά στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, να αδράξουμε την ευκαιρία και να προχωρήσουμε μπροστά με σχέδιο, ταχύτητα και αποφασιστικότητα».